nemo έγραψε: 28 Ιούλ 2024, 15:13
Α. Βιβλιογραφία
Επειδή δεν υπάρχει ομοφωνία των μελετητών για τον ορισμό της έννοιας του έθνους, ο ακαδημαϊκός αυτός χώρος χαρακτηρίζεται από μια πολλαπλότητα θεωριών από τις οποίες, κάποιες είναι περισσότερο δημοφιλείς και κάποιες λιγότερο. Αν υπάρχει ένας άνθρωπος που επιχείρησε να μαζέψει και να παρουσιάσει κριτικά όλες αυτές τις θεωρίες, αυτός είναι ο Anthony D. Smith στα παρακάτω βιβλία του:
Anthony D. Smith, Nationalism: Theory, Ideology, History (Polity 2001, 2010)
Anthony D. Smith, Nationalism and Modernism (Routledge 1998)
Η διαφορά των δύο βιβλίων είναι ότι το πρώτο (2001, 2010, κυρίως κείμενο και σημειώσεις σε 171 σελίδες) είναι μια συνοπτικότερη παρουσιάση των θεμάτων που παρουσιάζονται αναλυτικότερα στο δεύτερο βιβλίο (1998, κυρίως κέιμενο και σημειώσεις σε 243 σελίδες).
Ἐνα βιβλίο στο οποίο ο Smith επιχειρεί μια διαχρονική σύνθεση εστιάζοντας περισσότερο στις δικές του απόψεις είναι το παρακάτω:
Anthony D. Smith, The Cultural Foundations of Nations: Hierarchy, Covenant and Republic (Wiley 2008)
Πριν προχωρήσω στην παράθεση της υπόλοιπης βιβλιογραφία, παραθέτω αυτήν διάλεξη για τις θεωρίες περί έθνους του καθηγητή ιστορίας Δημήτρη Σταματόπουλου.
Ο 19ος αιώνας συχνά περιγράφεται ως ο αιώνας του εθνικισμού (nationalism) και του ρομαντισμού (romanticism). Σύμφωνα με τον Serhii Plokhy (εδώ 2006), η θεωρητική κατανόηση του έθνους πέρασε από τρεις φάσεις και δύο κριτικά ρεύματα (οι εκπρόσωποι της κάθε νέας φάσης άσκησαν κριτική στην προηγούμενη φάση). Η πρώτη φάση είναι το είδος της εθνικιστικής ιστοριογραφίας που εγκαινιάστηκε τον 19ο αιώνα στα πλαίσια του ρομαντικού και εθνοδομητικού εθνικισμού, η οποία θεωρεί τα έθνη ως δεδομένα, «αρχέγονα» (primordial) και «διηνεκή» (perennial). Η δεύτερη φάση εμφανίστηκε στα μέσα του 20ου αιώνα, καθιερώθηκε ως ορθοδοξία στον χώρο κατά το τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα, ονομάζεται μοντερνισμός/νεωτερισμός (modernism) και άσκησε κριτική στην πρώτη «αρχεγονιστική-διηνεκιστική» φάση. Η τρίτη φάση εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980, περιγράφεται ως «αναθεωρητική» (revisionist) από τον Plokhy που εντάσσει τον εαυτό του σ΄αυτήν και, ενώ συμφωνεί με τους μοντερνιστές στην κριτική του παλαιού «αρχεγονισμού-διηνεκισμού», εστιάζεται περισσότερο στην κριτική του «μοντερνιστικού» αξιώματος περί νεωτερικής αποκλειστικότητας των εννοιών του έθνους και του εθνικισμού.
Επειδή η ιστοριογραφία έγινε ακαδημαϊκή επιστήμη τον 19ο αιώνα του ρομαντικού εθνικισμού, πολλοί από τους πρώτους «επαγγλεματίες» ιστορικούς ήταν εθνικιστές ιστορικοί που επιχείρησαν να συγγράψουν -συχνά επινοώντας- την προνεωτερική ιστορία των (νεόδμητων) εθνών τους σε μια προσπάθεια «ιστορικής νομιμοποίησης» των εθνών αυτών. Όσο πιο πίσω στο χρόνο μπορεί να αναχθεί η ύπαρξη ενός έθνους, τόσο πιο «φυσική» φαίνεται η ύπαρξή του και τόσο πιο «φυσική» γίνεται η διάθεση στο μυαλό των μελών του ότι το έθνος αυτό «πρέπει» να εξακολουθεί να υπάρχει και στο μέλλον.
Ενω η ρομαντική εθνικιστική ιστοριογραφία θεωρούσε δεδομένη, «αρχέγονη» (primordial > primordialists = «αρχεγονιστές») και «διηνεκή» (perennial > perennialists = «διηνεκιστές») την ύπαρξη των εθνών, στα μέσα του 20ου αιώνα προέκυψε ένα νέο ρεύμα μελετητών που αμφισβήτησαν αυτήν την «διηνεκότητα» των εθνών, περιγράφοντάς τα ως πρόσφατα «κατασκευασμένες» συλλογικότητες που προέκυψαν μέσα από μια διαδικασία εθνοδόμησης (nation-building). Οι εκπρόσωποι του νέου αυτού ρεύματος ονομάζονται «νεωτεριστές» ή «μοντερνιστές» (modernists) και πιστεύουν ότι ο εθνικισμός είναι αποκλειστικά νεωτερικό φαινόμενο και ότι η εμφάνιση του εθνικισμού προηγείται της συγκρότησης του έθνους («ο εθνικισμός γεννά τα έθνη»). Συνεπώς, αν ο εθνικισμός είναι αποκλειστικά νεωτερικό φαινόμενο και το έθνος είναι προϊόν του εθνικισμού, τότε αυτό συνεπάγεται ότι και τα έθνη είναι αποκλειστικά νεωτερικά φαινόμενα. Μια υποκατηγορία μοντερνιστών τους οποίους ο Smith ονομάζει «πολιτικούς μοντερνιστές» (political modernists, λ.χ. ο John Breuilly και ο Charles Tilly) πιστεύουν ότι η εθνοδόμηση προϋποθέτει την ύπαρξη νεωτερικού κράτους (modern state, «το κράτος δομεί το έθνος»), άρα δεν μπορεί να υπάρξει έθνος χωρίς νεωτερικό κράτος.
Κατά το τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα, ο μοντερνισμός εξελίχθηκε στην καθιερωμένη «ορθοδοξία» της μελέτης των εννοιών του έθνους και του εθνικισμού. Εδώ πρέπει να γίνει μια διάκριση μεταξύ πρώιμης νεωτερικής (16ος-17ος αι.) και τωόντι νεωτερικής (18ος-19ος αι.) εποχής. Ο Ernest Gellner, ένας από τους κυριότερους μοντερνιστές, το 1996 ισχυρίστηκε ότι «για εμάς τους μοντερνιστές, ο κόσμος δημιουργήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα και τίποτε από αυτά που προϋπήρχαν δεν έχει καμία σημασία για τα φαινόμενα που μελετάμε».