Κάπου 20-25 χρόνια πριν μια νύχτα τα έπινα σε ένα μεταλάδικο, το Wizzard και ήταν μια αναρχοπάνκισα που την προσέβαλα. Και έφταιγα κιόλας οπότε αμέσως το μετάνιωσα και λεω οκ πρέπει να την ξαναβρώ, οφείλω μια συγγνώμη.ΓΑΛΗ έγραψε: 12 Μάιος 2023, 16:01Απλώς δεν τον έχεις συνηθίσει.
Είναι ο τελευταίος πχορουμίστας που θα ήταν ποτέ προσβλητικός σε γυναίκα.
Όμως το επόμενο βράδυ με παίρνει φίλος τηλέφωνο στην δουλειά και με λέει έχουν έρθει πολλοί αναρχικοί στο Wizzard και σε ψάχνουν, του λέω οκ πες δουλεύω τώρα αύριο θα βγω. Και με έπιασε ένα άγχος γιατί ένιωθα ότι έπρεπε να της ζητήσω συγγνώμη της κοπέλας αλλά έτσι όπως έγινε η φάση τώρα η συγγνώμη δεν θα ήταν δυνατή καθότι θα εκλαμβανόταν όχι ως ειλικρινής αλλά ως αποτέλεσμα φόβου.
Εκείνο τον καιρό ένα από τα λίγα μέρη της Θεσσαλονίκης που ήταν 24ωρο ανοιχτά ήταν τα Corner που υπήρχαν στην Αγία Σοφίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα κατά το ξημέρωμα και λίγο πριν να μαζεύεται εκεί λογής λογής κόσμος, διαφορετικοί μεταξύ τους. Κάτι σαν άτυπο άσυλο χαλάρωσης πριν την επιστροφή σπίτι.
Την επόμενη νύχτα, μια σχετικά ήσυχη καθημερινή, μαζεύω κι εγώ λίγους φίλους και γνωστούς και καθόμαστε εκεί στα Corner για μπύρες. Όμως ήμασταν λίγοι και οπότε ίσως τίποτα ενισχύσεις να μην ήταν κακή ιδέα. Στα δίπλα τραπέζια είναι τα τραβεστί, τόσο καιρό ούτε καν κουβέντα δεν είχαμε ανταλλάξει. Είπαμε άσυλο ξημερωματικής χαλάρωσης διαφορετικών ανθρώπων και κανείς δεν ενοχλούσε ή ασχολιόταν με κανέναν. Με έναν μεταλά τους λέμε το και το έχει γίνει θα μπείτε και σεις αν συμβεί κάτι; Και μια από αυτές πετάγεται και λέει εννοείται δεν θα μας χαλάσουν το μόνο μέρος ηρεμίας. Ε μπαίνουν μετά τρεις αναρχικοί στα corner να κόψουν κίνηση βλέπουν μαζεμένο κόσμο τελικα τίποτα δεν έγινε.
Μετά από λίγα χρόνια ξαναβλέπω την κοπέλα, την αναρχοπανκισα, σε κοινή παρέα, ήταν φίλη του κουμπάρου μου, είναι μικρή η πόλη καμιά φορά. Την ρωτάω αν με θυμάται με απαντάει ναι. Της λέω που της χρωστούσα μια συγγνώμη όλα αυτά τα χρόνια, ήθελα από την πρώτη στιγμή να της την πω γιατί είχα καταλάβει πως την προσέβαλα. Έκτοτε γίναμε φίλοι.
Και το επόμενο βράδυ από την κηδεία του κουμπάρου μου κάθομαι μαζί της σε ένα παγκάκι στην παραλία, αρχές Μαΐου ήταν, πίνουμε μπύρες και κλαίμε, Περισσότερο αυτή δηλαδή, εγώ προσπαθούσα και συγκρατιόμουν γιατί καλό είναι σε τέτοια φάση πάντα κάποιος να είναι πιο συγκρατημένος. Και θυμόμασταν όλο το βράδυ ιστορίες και συζητούσαμε. Και το πως γνωριστήκαμε αρχικά με εμένα να την προσβάλω και αυτή έπειτα να έχει βάλει τους ομοιδεάτες της να ψάχνουν να με βρουν να με δείρουν και τελικά να είμαστε εδώ οι δυο μας στο παγκάκι φίλοι και να θρηνούμε τον χαμό του καλού μας φίλου.
Έχει ξημερώσει για τα καλά και πάμε να πάρουμε καμιά μπουγάτσα να φάμε, αυτή δεν έχει σταματήσει να κλαίει με ρωτάει ο μπουγατσατζής γιατι κλαίει; Του απαντάω την έδειρα, ξαφνικά σταματάει αυτή να κλαίει με κοιτάει έκπληκτα και ψυθιριζει στο αυτί μου "τι λες ρε βλαμμένε;" Αμήχανος ο μπουγατσατζης με αρχίζει όχι ρε συ φίλε δεν είναι σωστά αυτά μη και εγώ να δίνω ολόκληρη διάλεξη πως την δέρνω συνεχώς αυτή να με τσμπάει να σταματήσω την λογοδιαροια ανοησιας τελικά παίρνουμε τις μπουγάτσες και φεύγουμε.
"Είσαι βλαμμένος ρεεεε, ρεντίκολο γίναμε!" Και σκαει στα γέλια και εγώ το ίδιο και έτσι μας βρήκε η μέρα, να γελάμε μετά από μια ολόκληρη νύχτα θρήνου.


