Κατηγορούμενοι κατά τις δίκες για την υπόθεση δηλητηριασμού στο χωριό Ναγκίρεβ.
Οι Άγγελοι του Ναγκίρεβ (ουγγρικά: Tiszazugi méregkeverők) ήταν μία ομάδα γυναικών που έζησε στο χωριό Ναγκίρεβ της Ουγγαρίας, που μεταξύ το 1914 και το 1929 δολοφόνησαν με δηλητήριο περίπου 300 ανθρώπους. Η ομάδα είχε προμηθευτεί αρσενικό και υπό την καθοδήγηση κυρίως της "σοφής γυναίκες" - όπως την έλεγαν - Σουσάννα Φαζέκας, σύζυγος του Τζούλιους Φαζέκας, το γένος Σούσι Όλαχ, το χρησιμοποιούσαν στα θύματα τους. Η ιστορία τους έχει γίνει υπόθεση μελέτης, όπως για παράδειγμα στο ντοκιμαντέρ The Angelmakers (2015) και στην ταινία Hukkle (2002).
Εγκλήματα
Η Σουσάννα Φαζέκας, μία γυναίκα μέση ηλικίας, φτάνει στο χωρίο Ναγκίρεβ, το 1911, με τον άνδρα της να είναι αγνοούμενος, υπό μυστήριους λόγους. Μεταξύ το 1911 και το 1921 την είχαν συλλάβει 10 φορές, επειδή έκανε παράνομες εκτρώσεις, αλλά συνεχώς αθωωνόταν, καθότι οι δικαστές δεν διαφωνούσαν την έκτρωση.
Εκείνη την περίοδο, λοιπόν, μία οικογένεια μπορούσε να επιλέγει τον μέλλοντα σύζυγο μιας νεαρής έφηβης γυναίκας, χωρίς αυτή να έχει άποψη επί του θέματος. Επίσης, το διαζύγιο κι αυτό δεν ήταν κοινωνικά αποδεκτό, ούτε κι αν ο άνδρας ήταν αλκοολικός ή, ακόμα, και βίαιος.[6] Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όλα οι ικανοί άνδρες του χωριού εντάχθηκαν στον πόλεμο για την Αυστροουγγαρία, με την αγροτική περιοχή του Ναγκίρεβ να γίνεται ιδανική για την κράτηση φυλακισμένων πολέμου. Ενώ και η ελευθερία είχε μειωθεί στο χωριό, πολλές γυναίκες που ζούσαν εκεί, έβρισκαν ξένους άνδρες για να απατήσουν του άνδρες τους που ήταν στον πόλεμο. Όταν, τελικά, σταμάτησε ο πόλεμος και οι άνδρες γύρισαν η κατάσταση ξέφυγε εξ αιτίας των παραπάνω.
Σε εκείνη τη φάση η Φαζέκας κρυφά πείθει πολλές γυναίκες που αρέσκονταν στην προηγούμενη κατάσταση του χωριού τους να δηλητηριάσουν τους άνδρες τους. Μετά την δολοφονία των ανδρών τους, πολλές γυναίκες συνέχισαν και δολοφόνησαν μέλη της οικογένειάς τους, οι οποίοι του είχαν γίνει "βάρος" ή, απλά, για να κληρονομήσουν κάποια περιουσία. Μερικές σκότωσαν τους εραστές τους, ενώ, ακόμα, κάποιες άλλες τους γιους τους, με την Φαζέκας να τους λέει "γιατί να τους ανεχτούμε;". Το δηλητήριο, με της δικές της οδηγίες, ήταν το αρσενικό, το οποίο το έφτιαχναν βράζοντας ταινία που έπιανε τις μύγες, εξάγοντας έτσι τη θανατηφόρα ουσία.
Οι πρώτοι δηλητηριασμοί ξεκίνησαν το 1911, και δεν ήταν δουλειά της Φαζέκας. Κατά τη διάρκεια εκείνη, οι γυναίκες αυτές σκότωσαν συζύγους, παιδιά και γονείς. Περί τη δεκαετία του 1920, ο δηλητηριασμός έγινε τάση κι έμμονη στις γυναίκες εκεί, και το χωριό έλαβε την ονομασία της "δολοφονικής περιοχής". Περίπου 45-50 ήταν οι συνολικοί δολοφόνοι αυτών των 18 ετών που κράτησε αυτή η μανία των γυναικών. Και κανείς δεν μπορούσε να ερευνήσει περισσότερο την υπόθεση, γιατί η Φαζέκας ήταν ότι πιο "κοντινό" σε γιατρό που είχε το χωριό, ενώ και η ξαδέλφη της είχε κάποιο τίτλο, κι έτσι μπορούσαν να κάνουν μηχανορραφίες και να αποφεύγουν την αποκάλυψη.
Σύλληψη
Τρεις, όχι ακριβείς, πηγές αποκαλύπτουν το πώς τελικά εντοπίστηκαν. Η μία αναφέρει ότι η κυρία Σάμπο, μία εκ της ομάδας, πιάστηκε επ'αυτοφώρω να προσπαθεί να δηλητηριάσει δύο επισκέπτες της, οι οποίοι τελικά επέζησαν. Εκείνη έδειξε σαν ένοχη τη Φαζέκας. Η δεύτερη πηγή αναφέρει ότι ένας φοιτητής της ιατρικής που βρισκόταν σε γειτονικό χωριό εντόπισε μεγάλη ποσότητα αρσενικού σε ένα από τα πτώματα που ξεβράστηκε στις όχθες ποταμού, γεγονός που οδήγησε σε περαιτέρω έρευνα. Τρίτη και τελευταία πηγή, βάσει του ιστορικού και συγγραφέα Μπέλα Μποντό, ο οποίος ήταν και ο πρώτος που έκανε εργασία επάνω στο θέμα, λέει ότι τελικά οι δολοφόνισσες έγιναν γνωστές στη χώρα, μετά από ανώνυμο γράμμα σε μία τοπική εφημερίδα, λέγοντας για κάποιες γυναίκες που δηλητηριάζουν μέλη της οικογένειας τους.
Σε κάθε περίπτωση, οι αρχές ανέσυραν δεκάδες πτώματα από το τοπικό νεκροταφείο για έρευνα. Η υπόθεση οδήγησε σε 34 γυναίκες κι σε έναν άνδρα. Κατόπιν, άλλες 26 γυναίκες πέρασαν σε δίκη μαζί με την Φαζέκας. Οχτώ εξ αυτών καταδικάστηκαν σε θάνατο, αλλά μόλις οι δύο εκτελέστηκαν. Οι άλλες 12 φυλακίστηκαν.