Σελίδα 13 από 13

Re: Πελοποννήσιοι.

Δημοσιεύτηκε: 23 Φεβ 2020, 21:01
από Hector Buas
Ζαποτέκος έγραψε: 23 Φεβ 2020, 20:52
:smt005:
Obi Wan Iakobi έγραψε: 23 Φεβ 2020, 20:55
ο Καντάφι ο καφετζής :lol:
Να διευκρινήσω κάτι για να μην παρεξηγηθώ: είμαι Πατρινός στην καταγωγή... Κατάγομαι από το τελευταίο προπύργιο του κομμουνισμού στην Ευρώπη. Πελετίδης rules Πάτρα...

Re: Πελοποννήσιοι.

Δημοσιεύτηκε: 23 Φεβ 2020, 21:03
από Obi Wan Iakobi
Hector Buas έγραψε: 23 Φεβ 2020, 21:01

Να διευκρινήσω κάτι για να μην παρεξηγηθώ: είμαι Πατρινός στην καταγωγή... Κατάγομαι από το τελευταίο προπύργιο του κομμουνισμού στην Ευρώπη. Πελετίδης rules Πάτρα...
Καλα ρε φιλε προτιματε Πελετιδη απο τον ισοθεο?


Re: Πελοποννήσιοι.

Δημοσιεύτηκε: 23 Φεβ 2020, 21:07
από Hector Buas
Obi Wan Iakobi έγραψε: 23 Φεβ 2020, 21:03
Hector Buas έγραψε: 23 Φεβ 2020, 21:01

Να διευκρινήσω κάτι για να μην παρεξηγηθώ: είμαι Πατρινός στην καταγωγή... Κατάγομαι από το τελευταίο προπύργιο του κομμουνισμού στην Ευρώπη. Πελετίδης rules Πάτρα...
Καλα ρε φιλε προτιματε Πελετιδη απο τον ισοθεο?

Πάρε τον ένα και χτύπα τον άλλο...

Σε λίγο με τα μυαλά που έχουν οι Πατρινοί δεν θα δουλεύει τίποτε στην πόλη...

Re: Πελοποννήσιοι.

Δημοσιεύτηκε: 21 Αύγ 2020, 10:04
από Ζαποτέκος
Θυσίες Πελοποννησίων απο το 1897, με βάση το αρχείο της ΔΙΣ
https://stratistoria.wordpress.com/2006 ... ponnision/
ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΑΙΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΘΥΣΙΩΝ ΤΩΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΩΝ ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ

ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ – ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΑ – ΜΟΝΑΔΕΣ ΕΚ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Η Πελοπόννησος από τα πρώτα μεταπελευθερωτικά χρόνια αποτέλεσε τη βάση για την οργάνωση του Στρατού Ξηράς, αφού όντας η ενδοχώρα του νεότευκτου κράτους, ήταν η μόνη κατάλληλη για την εγκατάσταση Μονάδων. Η IV Μεραρχία Πεζικού, με έδρα αρχικά το Ναύπλιο και ακολούθως την Τρίπολη, και η ΙΙΙ Μεραρχία Πεζικού, με έδρα αρχικά το Μεσολόγγι και στη συνέχεια την Πάτρα μέχρι το 1957, όποτε και διαλύθηκε, αποτέλεσαν τους σχηματισμούς που συγκροτήθηκαν στην περιοχή. Σε αυτούς εντάχθηκαν τα ηρωικά συντάγματα που με τη δράση τους λάμπρυναν, όχι μόνο την Πελοπόννησο, αλλά και την Ελλάδα ολόκληρη.
  • Το 6ο Σύνταγμα Πεζικού, αρχικά με έδρα το Μεσολόγγι και μετά την Κόρινθο, συγκροτήθηκε το 1900 ως οργανική Μονάδα της ΙΙΙ Μεραρχίας Πεζικού. Έλαβε μέρος σε όλους τους αγώνες του Έθνους και διακρίθηκε ιδιαίτερα. Ήταν αυτό που, στις 22 Δεκεμβρίου 1940, ανέτρεψε τους Ιταλούς και εισήλθε στη Χειμάρα. Η πολεμική του σημαία έχει τιμηθεί δύο φορές με τον Ταξιάρχη Αριστείου Ανδρείας. Σήμερα αποτελεί Κέντρο Εκπαιδεύσεως Nεοσυλλέκτων οπλιτών του Πεζικού και εδρεύει στην Κόρινθο.
  • Το 9ο Σύνταγμα Πεζικού, αρχικά με έδρα το Ναύπλιο και κατόπιν την Καλαμάτα, συγκροτήθηκε το 1900 και αποτέλεσε οργανική μονάδα των ΙΙΙ και IV Μεραρχιών Πεζικού. Έλαβε μέρος σε όλους τους πολέμους, με κορυφαία του στιγμή, την απελευθέρωση των Γιαννιτσών, στις 22 Οκτωβρίου 1912, κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο. Μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, λειτούργησε ως Κέντρο Εκπαιδεύσεως Νεοσυλλέκτων του Πεζικού. Έπαψε να λειτουργεί στις 30 Ιουν 2005 και στη θέση του μεταστάθμευσε, από το Χαϊδάρι Αττικής, το Κέντρο Εκπαιδεύσεως Διαβιβάσεων.
  • Το 11ο Σύνταγμα Πεζικού, με έδρα την Τρίπολη, συγκροτήθηκε το 1912 και αποτέλεσε οργανική μονάδα της νεοπαγούς IV Μεραρχίας Πεζικού. Η ηρωική δράση του σε όλους τους μετέπειτα πολέμους, θα επισφραγισθεί με την απελευθέρωση του Αργυροκάστρου, στις 8 Δεκεμβρίου 1940. Σήμερα λειτουργεί ως Κέντρο Εκπαιδεύσεως Νεοσυλλέκτων του Πεζικού και υπάγεται στην 94 στρατιωτική Διοίκηση.
  • Το 35ο Σύνταγμα Πεζικού, συγκροτήθηκε στην Κόρινθο, το 1918, ως οργανική μονάδα της IV Μεραρχίας Πεζικού. Έλαβε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και από το Ναύπλιο, το Μάρτιο του 1921, μεταφέρθηκε στη Σμύρνη. Διαλύθηκε μετά τη λήξη της Μικρασιατικής εκστρατείας και επανασυγκροτήθηκε το Φθινόπωρο του 1940 στην Αθήνα , λόγω της ιταλικής εισβολής στην Ελλάδα. Η πολεμική του σημαία τιμήθηκε με τον Ταξιάρχη Αριστείου Ανδρείας και τον Πολεμικό Σταυρό Α΄ Τάξεως. Το Σύνταγμα διαλύθηκε οριστικά στις 27 Απριλίου 1941.
  • Το 12ο Σύνταγμα Πεζικού, συγκροτήθηκε το Μάρτιο του 1897 στην Πάτρα και αποτέλεσε οργανική μονάδα της ΙΙΙ Μεραρχίας Πεζικού. Έλαβε μέρος σε όλους τους πολέμους του Έθνους και στη σημαία του αποδόθηκαν τιμητικές διακρίσεις. Διαλύθηκε οριστικά μετά τη γερμανική κατοχή, αρχές Μαΐου 1941.
Σήμερα λειτουργούν : Η IV Μεραρχία και το 11ο Σύνταγμα Πεζικού (ΚΕΝ), στην Τρίπολη, το 6ο Σύνταγμα Πεζικού (ΚΕΝ) στην Κόρινθο, το Κέντρο Εκπαιδεύσεως και η Σχολή Διαβιβάσεων στην Καλαμάτα, το Κέντρο Εκπαιδεύσεως Μηχανικού στο Ναύπλιο, η Σχολή Μηχανικού στο Λουτράκι, το Κέντρο Εκπαιδεύσεως Εφοδιασμού και Μεταφορών στη Σπάρτη, το Κέντρο Εκπαιδεύσεως Τεχνικού στην Πάτρα και η Σχολή Εκπαίδευσης Τηλεπικοινωνιών στον Πύργο.

24.215 αξιωματικοί και στρατιώτες Πελοποννήσιοι έπεσαν στα πεδία των μαχών. Μερικοί αναδείχθηκαν ήρωες, μα οι πιο πολλοί έμειναν άγνωστοι στρατιώτες. Όλοι τους όμως κοσμούν το πάνθεον των ηρώων του έθνους. Παράλληλα, κατά την διάρκεια της ειρηνικής περιόδου, η Πελοπόννησος ανάδειξε μεγάλες στρατιωτικές προσωπικότητες που αναρριχήθηκαν στα ύπατα αξιώματα της ιεραρχίας. Από το 1901 έως σήμερα, από τους 67 συνολικά διατελέσαντες αρχηγούς του ΕΣ , οι 18 κατάγονταν από την Πελοπόννησο, ήτοι ποσοστό 25%.

ΑΠΩΛΕΙΕΣ ΕΚ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Στους παρακάτω πίνακες απωλειών περιλαμβάνονται οι νεκροί που έπεσαν κατά την διάρκεια των πολέμων από το 1897 και εντεύθεν.

ΠΙΝΑΚΕΣ ΠΕΣΟΝΤΩΝ ΚΑTA ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

Εικόνα
Εικόνα
Εικόνα
Εικόνα
Εικόνα
Εικόνα
Εικόνα
Εικόνα

συνεχίζεται ...

Re: Πελοποννήσιοι.

Δημοσιεύτηκε: 21 Αύγ 2020, 10:04
από Ζαποτέκος
Εικόνα
Εικόνα
Εικόνα
Εικόνα
Εικόνα

Re: Πελοποννήσιοι.

Δημοσιεύτηκε: 21 Αύγ 2020, 18:15
από Ζαποτέκος
Η ΔΡΑ­ΣΗ ΤΗΣ ΙV ΜΕ­ΡΑΡ­ΧΙΑΣ ΠΕ­ΖΙ­ΚΟΥ
http://army.gr/sites/default/files/mag_20111001.pdf
σελ. 24 - 43
Ιω­άν­νης Σ. Πα­πα­φλω­ρά­τος, Νο­μι­κός-Διε­θνο­λό­γος, Δι­δά­κτο­ρας Πα­νε­πι­στη­μί­ου Α­θη­νών

Εικόνα

Κα­τά τις τε­λευ­ταί­ες δε­κα­ε­τί­ες του 19ου αιώ­να, ο Ελ­λη­νι­κός Στρα­τός εί­χε ορ­γανωθεί σε δύ­ο με­ραρ­χί­ες. Πιο συ­γκε­κρι­μέ­να, την 26η Ια­νουα­ρί­ου 1877, ψη­φί­στη­κε ο νό­μος ΧΚΕ΄, βά­σει του ο­ποί­ου οι ελ­λη­νι­κές έ­νο­πλες δυ­νά­μεις ορ­γα­νώ­νο­νταν σε δύ­ο με­ραρ­χί­ες, τη «Με­ραρ­χί­α Στε­ρε­άς Ελ­λά­δος» και τη «Με­ραρ­χί­α Πε­λο­πον­νή­σου». Η πρώ­τη μο­νά­δα α­πο­τε­λεί­το α­πό την 1η και τη 2η Τα­ξιαρ­χί­ες και έ­δρευε στην Α­θήνα. Η δεύ­τε­ρη με­ραρ­χί­α α­πο­τε­λεί­το α­πό την 3η και την 4η Τα­ξιαρ­χί­ες και έ­δρευε στην Πά­τρα. Η κά­θε τα­ξιαρ­χί­α α­πο­τε­λεί­το από δύ­ο συ­ντάγ­μα­τα. Αρ­γό­τε­ρα, το σύ­στη­μα αυ­τό α­να­διαρ­θρώ­θη­κε, κα­θώς ε­θε­ω­ρή­θη μη λει­τουρ­γι­κό. Τό­τε, οι δύ­ο με­ραρ­χί­ες δια­λύ­θη­καν και οι τέσ­σε­ρις τα­ξιαρ­χί­ες α­νε­δείχθη­σαν σε αυ­το­δύ­να­μες μο­νά­δες, υ­πα­γό­με­νες απευ­θεί­ας στο Αρ­χη­γεί­ο Στρα­τού. Ση­μειω­τέ­ον ό­τι εί­χε κα­θιε­ρω­θεί η κα­θο­λι­κή στρα­το­λο­γί­α, με τον νό­μο ΨΙ­ΣΤ΄, του Νο­εμ­βρί­ου 1878 . Σύμ­φωνα με τον νό­μο αυ­τόν, ό­λοι οι Έλ­λη­νες πο­λί­τες η­λι­κί­ας α­πό 20 έ­ως 40 ε­τών ό­φει­λαν να υ­πη­ρε­τήσουν αυ­το­προ­σώ­πως στον στρα­τό. Ε­ξαι­ρού­ντο μό­νον ό­σοι ή­ταν ανί­κα­νοι σω­μα­τι­κώς, ό­σοι εί­χαν κα­τα­δι­καστεί για την τέ­λε­ση ε­γκλη­μά­των και ό­σοι εί­χαν στε­ρη­θεί των πο­λι­τι­κών τους δι­καιω­μά­των. Κα­τά τον ελ­λη­νο­τουρ­κι­κό πό­λε­μο τού 1897, η Ι Με­ραρ­χί­α έ­δρευε στη Λά­ρι­σα και τε­λού­σε υ­πό τις δια­τα­γές του Υ­πο­στρα­τή­γου Νι­κο­λά­ου Μα­κρή, ε­νώ η έ­δρα της Ι­Ι Με­ραρχί­ας ευ­ρί­σκε­το στα Τρί­κα­λα και διοι­κη­τής της ή­ταν ο Συνταγ­μα­τάρ­χης Γε­ώργιος Μαυ­ρο­μι­χά­λης. Η Ι Τα­ξιαρ­χί­α ή­ταν ε­γκα­τε­στη­μέ­νη στη Λά­ρι­σα και ε­πι­κεφα­λής της ή­ταν ο Συ­νταγ­μα­τάρ­χης Ι. Δη­μό­που­λος. Η Ι­Ι ευ­ρί­σκε­το στον Τύρ­ναβο και τε­λού­σε υ­πό τις δια­τα­γές του Συ­νταγ­μα­τάρ­χη Χ. Μα­στρα­πά, ε­νώ η Ι­Ι­Ι Ταξιαρ­χί­α ή­ταν ε­γκα­τε­στη­μέ­νη στην ευ­ρύ­τε­ρη πε­ριο­χή Ζάρ­κου-Ρε­βε­νί­ου. Ε­πι­κεφα­λής της τε­λευ­ταί­ας ή­ταν δια­δο­χι­κώς οι Συ­νταγ­μα­τάρ­χες Γ. Κα­κλα­μά­νος και Κων. Σμο­λέν­σκης. Η IV Τα­ξιαρ­χί­α ή­ταν στη θέ­ση Α­λή­φα­κα ( ση­με­ρι­νό χω­ριό Κά­στρο Λα­ρίσης ) και τε­λού­σε υ­πό τις δια­τα­γές του Συ­νταγ­μα­τάρ­χη Μάρ­κου Α­ντω­νιά­δη. Λί­γο προ της ε­νάρ­ξε­ως του πο­λέ­μου, ε­σχη­μα­τί­σθη και μί­α άλ­λη ταξιαρ­χί­α, τη διοί­κη­ση της ο­ποί­ας α­νέ­λα­βε ο προ­α­να­φερ­θείς Συ­νταγ­μα­τάρ­χης Κα­κλα­μά­νος.

Με­τά τη λή­ξη του πο­λέ­μου αυ­τού (η έκ­βα­ση του ο­ποί­ου δεν υ­πήρ­ξε ευ­νο­ϊ­κή για τα ελ­λη­νι­κά όπλα), έ­λα­βε χώ­ρα μί­α νέ­α α­να­διάρ­θρω­ση του Ελ­λη­νι­κού Στρα­τού. Το 1903, ψη­φί­στηκε ο νόμος ΒΠΟΖ΄, σύμ­φω­να με τον ο­ποί­ο συ­νε­κρο­τού­ντο εκ νέ­ου με­ραρ­χί­ες. Δημιουρ­γή­θη­καν, λοι­πόν, τρεις με­ραρ­χί­ες, ή­τοι: η 1η με έδρα τη Λά­ρι­σα, η 2α με έ­δρα την Α­θή­να και η 3η με έ­δρα το Με­σο­λόγ­γι. Κα­τά τα α­μέ­σως προ­σε­χή έ­τη, ο στρα­τός ε­ξο­πλί­σθη με νέ­α ό­πλα, με­ρί­μνη του πρω­θυ­πουρ­γού Γε­ωρ­γί­ου Θε­ο­τόκη . Πιο συ­γκε­κρι­μέ­να, πα­ρηγ­γέλ­θη­σαν 100.000 τυ­φέ­κια Μάνλι­χερ, 7.000 α­ρα­βί­δες Μάν­λι­χερ, 10 πυ­ρο­βολαρ­χί­ες τα­χυ­βό­λων και 36.000.000 φυ­σίγ­για νέ­ου τυ­φε­κί­ου, ε­νώ ε­λή­φθη­σαν συ­γκε­κρι­μέ­να μέ­τρα και για την ε­νί­σχυ­ση του ναυ­τι­κού. Τον Αύ­γου­στο του 1909, έ­λα­βε χώ­ρα το κί­νη­μα στο Γου­δί και κα­τά την προ­σε­χή πε­ρί­ο­δο, προ­χώ­ρη­σε έ­τι πε­ραι­τέ­ρω ο εκ­συγ­χρο­νι­σμός των Ε­νό­πλων Δυ­νά­με­ων. Το 1912, συ­νε­τά­χθη έ­νας νέ­ος ορ­γα­νισμός, σύμ­φω­να με τον ο­ποί­ο συ­νε­κρο­τού­ντο 4 με­ραρ­χί­ες, 6 τάγ­μα­τα ευ­ζώ­νων, 3 συ­ντάγ­μα­τα ιπ­πι­κού και 2 συ­ντάγ­μα­τα μη­χα­νι­κού. Η κά­θε με­ραρ­χί­α θα α­πο­τε­λεί­το α­πό 3 συ­ντάγ­μα­τα πε­ζικού και 1 σύ­νταγ­μα πε­δι­νού πυ­ρο­βο­λι­κού των τριών μοιρών. Την 7η Ια­νουα­ρί­ου 1912, λοι­πόν, α­πε­φα­σί­σθη η συ­γκρό­τη­ση μί­ας τε­τάρ­της με­ραρ­χί­ας με έ­δρα το Ναύ­πλιο, η ο­ποί­α θα βα­σι­ζό­ταν στο τρια­δι­κό σύ­στη­μα. Υπό τη μο­νά­δα αυ­τή, υ­πή­χθη­σαν το 8ο Σύ­νταγ­μα Πε­ζι­κού (το ο­ποί­ο έ­δρευε στο Ναύπλιο), το 9ο Σύ­νταγ­μα Πε­ζικού (με έ­δρα την Κα­λα­μά­τα), το 11ο Σύ­νταγ­μα Πε­ζι­κού (το ο­ποί­ο έ­δρευε στην Τρί­πο­λη), το 4ο Σύ­νταγ­μα Πε­δι­νού Πυ­ρο­βο­λι­κού (με έ­δρα την Α­θή­να) κα­θώς και τα 10ο , 11ο και 12ο Στρα­το­λο­γι­κά Διαμε­ρί­σμα­τα. Η διοί­κη­ση της νέ­ας μο­νά­δος α­νε­τέ­θη στον Υ­πο­στρά­τη­γο Κων­στα­ντί­νο Μο­σχό­που­λο.

Την 25η Σε­πτεμ­βρί­ου / 8η Ο­κτωβρί­ου 1912, το Μαυ­ρο­βού­νιο ε­κή­ρυ­ξε τον πό­λε­μο στην Ο­θω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρί­α. Πέ­ντε η­μέ­ρες με­τά, οι κυ­βερ­νή­σεις της Βουλ­γα­ρί­ας, της Ελ­λά­δος και της Σερ­βί­ας ε­πέ­δω­σαν μί­α τε­λε­σι­γρα­φι­κή δια­κοί­νωση προς την Υ­ψη­λή Πύ­λη. Το κεί­μενο εί­χε προ­πα­ρα­σκευα­σθεί στο Βε­λι­γρά­δι και ε­μπε­ριεί­χε τρεις α­ξιώ­σεις: πρώ­τον, την ει­σα­γω­γή με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων στις ευ­ρω­πα­ϊ­κές ε­παρ­χί­ες της αυ­το­κρατο­ρί­ας, με βά­ση το άρ­θρο 23 της Συν­θή­κης του Βε­ρο­λί­νου, δεύ­τε­ρον την υ­πα­γωγή του ε­λέγ­χου της ε­φαρ­μο­γής των με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων στις Μεγά­λες Δυ­νά­μεις και τρί­τον την ε­πί­ση­μη δή­λω­ση της Υ­ψη­λής Πύ­λης πε­ρί α­πο­δο­χής των προ­α­να­φερθέ­ντων ό­ρων, οι ο­ποί­οι θα ε­τί­θεν­το σε ε­φαρ­μο­γή το αρ­γό­τε­ρο έ­ως τον Μάρ­τιο του 1913. Τέ­λος, α­παι­τή­θη­κε η α­νά­κλη­ση του δια­τάγ­μα­τος της ε­πι­στρα­τεύ­σε­ως, ως α­πό­δει­ξη της κα­λής προ­αι­ρέ­σε­ως της ο­θω­μα­νι­κής κυ­βερ­νή­σεως. Η Υ­ψη­λή Πύ­λη α­πα­ξί­ω­σε να α­πα­ντή­σει, κα­θώς ε­θε­ώ­ρη­σε τη δια­κοί­νω­ση αυ­τή ε­πέμ­βα­ση στις εσω­τε­ρι­κές της υ­πο­θέ­σεις. Ε­πι­πλέ­ον, προ­χώ­ρη­σε στην α­νά­κλη­ση των πρε­σβευτών της α­πό τρεις βαλ­κα­νι­κές πρω­τεύ­ου­σες, την 4η /17η Ο­κτω­βρί­ου. Ταυ­τό­χρο­να, οι Ο­θω­μα­νοί κα­τέ­βα­λαν προ­σπά­θεια να δια­σπά­σουν τη βαλ­κα­νι­κή συμ­μα­χί­α, προ­σεγ­γί­ζο­ντας την Ελ­λάδα. Η προ­σπά­θειά τους α­πέ­τυ­χε και κα­τά τις προ­σε­χείς η­μέ­ρες ξέ­σπα­σε ο Α΄ Βαλ­κα­νι­κός Πό­λε­μος.

Το σχέ­διο ε­πιστρα­τεύ­σε­ως προ­έ­βλε­πε ό­τι η IV Με­ραρ­χί­α θα υ­πα­γό­ταν στο Β΄ Σώ­μα Στρα­τού. Αυ­τό εί­χε έ­δρα στην Πά­τρα. Α­μέ­σως με­τά την ολο­κλή­ρω­ση της ε­πι­στρα­τεύ­σε­ως, ό­λες οι μο­νά­δες της με­ραρ­χί­ας κα­τευ­θύν­θηκαν το τα­χύ­τε­ρο προς το μέ­τω­πο και έ­λα­βαν μέ­ρος στην κα­θο­ρι­στι­κή μά­χη του Σα­ρα­ντα­πό­ρου (9-10 Ο­κτω­βρί­ου). Η φύ­σει ο­χυ­ρά αυ­τή θέ­ση εί­χε ε­νι­σχυ­θεί α­πό τους Ο­θω­μα­νούς με τη βο­ή­θεια ξέ­νων α­ξιω­μα­τι­κών. Προς τού­το, η ε­πι­τυ­χί­α του Ελ­λη­νι­κού Στρα­τού προ­κά­λε­σε ι­διαί­τε­ρη αί­σθη­ση στους ευ­ρω­πα­ϊ­κούς στρα­τιωτι­κούς κύ­κλους. Η συνει­σφο­ρά τής συ­γκε­κρι­μέ­νης με­ραρ­χί­ας στην τε­λι­κή έκ­ βα­ση της μά­χης υ­πήρ­ξε πο­λύ ση­μα­ντι­κή, κα­θώς οι άν­δρες της ε­ξε­τέ­λε­σαν με ακρί­βεια έ­ναν υ­περ­κε­ρω­τι­κό ε­λιγ­μό α­πό δυ­σμάς. Ο ε­χθρός ε­ξη­να­γκά­σθη σε υ­ποχώ­ρη­ση για να α­πο­φύ­γει την πε­ρι­κύ­κλω­ση, δεν κα­τά­φε­ρε, ό­μως, να α­να­συ­γκρο­τηθεί, κα­θώς τε­λού­σε υ­πό συνε­χή πί­ε­ση α­πό τα η­μέ­τε­ρα τμή­μα­τα. Οι άν­δρες της μο­νά­δος εκ­με­ταλ­λεύ­τη­καν την ε­πι­κρά­τη­σή τους στο Σα­ρα­ντά­πο­ρο και κα­τε­δίω­ξαν τους Ο­θω­μα­νούς δια της α­μα­ξι­τής ο­δού προς τα Σέρ­βια. Οι ε­χθρι­κές δυνά­μεις ε­γκα­τέ­λει­ψαν στο πε­δί­ο της μά­χης το σύ­νο­λο των νε­κρών και των τραυμα­τιών τους, έ­να με­γά­λο μέ­ρος του ο­πλι­σμού τους κα­θώς και τη ση­μαί­α του τάγμα­τος της Δρά­μας ! Η μά­χη υ­πήρ­ξε φο­νι­κή και η IV Με­ραρ­χί­α α­πώ­λε­σε 15 νε­κρούς (εκ των ο­ποί­ων 2 ή­ταν α­ξιω­μα­τικοί) και 62 τραυ­μα­τί­ες (1 α­ξιω­μα­τι­κός και 61 ο­πλί­τες). Α­κο­λού­θως, τμή­μα­τα της μο­νά­δος κα­τά­φε­ραν να κα­τα­λά­βουν ά­θι­κτη τη γέ­φυρα Σερ­βί­ων-Κο­ζά­νης, γε­γο­νός που τους ε­πέ­τρε­ψε να κι­νη­θούν τα­χύ­τα­τα προς τα Γιαν­νι­τσά. Η IV Με­ραρ­χί­α συμ­με­τεί­χε στη μάχη που έ­λα­βε χώ­ρα στα πε­ρί­χω­ρα της πό­λε­ως αυ­τής. Κατ’ ου­σί­αν, η έκ­βα­σή της έ­κρι­νε την τύ­χη της Θεσ­σα­λο­νί­κης. Αρ­χι­κώς, οι άν­δρες της προ­ή­λα­σαν μέ­χρι το χω­ριό Ά­γιος Γε­ώρ­γιος και κα­τό­πιν κα­τέ­λα­βαν το χω­ριό Πα­λαιό. Εν συ­νε­χεί­α, ε­κι­νή­θη­σαν προς τα Γιαν­νι­τσά και ε­πετέ­θη­σαν κα­τά της κυ­ρί­ας το­πο­θε­σίας α­ντι­στά­σε­ως των Τούρ­κων. Ση­μειω­τέ­ον ό­τι το Γε­νι­κό Στρα­τη­γεί­ο εί­χε α­ποφα­σί­σει την εκ­δή­λω­ση συ­ντο­νι­σμέ­νης ε­πι­θέ­σε­ως α­πό το σύ­νο­λο των αν­δρών της Στρα­τιάς Θεσ­σα­λί­ας, γε­γο­νός δη­λω­τι­κό του εν­διαφέ­ρο­ντος που α­πο­δι­δόταν στην κα­τά­λη­ψη της συ­γκε­κρι­μέ­νης πό­λε­ως (δηλαδή της Θεσ­σα­λο­νί­κης).
Εικόνα


Η μά­χη ξε­κί­νη­σε την 18η Ο­κτω­βρί­ου και δι­ήρ­κε­σε ε­πί τρι­ή­με­ρο. Η έκ­βα­σή της υ­πήρ­ξε α­πο­λύ­τως θε­τι­κή για τις ελ­λη­νι­κές δυ­νά­μεις, οι ο­ποί­ες κα­τόρ­θωσαν να ε­πι­κρα­τή­σουν των Τούρ­κων για δεύ­τε­ρη συ­νε­χό­μενη φο­ρά, ε­ντός ο­λίγων η­με­ρών. Οι άν­δρες της συ­γκε­κρι­μέ­νης με­ραρ­χί­ας ε­πέ­δει­ξαν α­πα­ρά­μιλ­λο θάρ­ρος και αν­δρεί­α και κα­τά τη συ­γκε­κρι­μέ­νη μά­χη, κα­τα­βάλλο­ντας βα­ρύ φό­ρο αί­μα­τος. Πιο συ­γκε­κρι­μέ­να, οι α­πώ­λειες της IV Mε­ραρ­χί­ας ανήλ­θαν σε 87 νε­κρούς (εκ των ο­ποί­ων 4 ή­ταν α­ξιω­μα­τι­κοί) και 307 τραυ­μα­τί­ες (14 α­ξιω­μα­τι­κοί και 293 ο­πλί­τες). Κα­τά τις προ­σε­χείς η­μέ­ρες, ο Αρ­χι­στρά­τη­γος του Ελλη­νι­κού Στρα­τού (Διά­δο­χος Κων­στα­ντί­νος) διέ­τα­ξε την α­νά­παυ­ση και την ανα­συ­γκρό­τη­ση της μο­νά­δος, οι άν­δρες της ο­ποί­ας με­τε­φέρ­θη­σαν στη Θεσ­σα­λονί­κη πε­ρί τα τέ­λη Νο­εμ­βρί­ου. Ε­κεί, πα­ρέ­μει­ναν ε­πί αρ­κε­τές η­μέ­ρες, κα­θώς το μέ­τω­πο στη Μα­κε­δο­νί­α εί­χε στα­θε­ρο­ποι­η­θεί. Το «α­τύ­χη­μα» της V Mε­ραρ­χί­ας στο Α­μύ­νταιο (την 24η Ο­κτω­βρί­ου / 6η Νο­εμ­βρί­ου) έ­δω­σε τη δυ­να­τό­τη­τα στους Σέρ­βους να ει­σέλ­θουν πρώτοι στο Μο­να­στή­ρι, ε­νώ στα α­να­το­λι­κά οι Τούρ­κοι εί­χαν συ­ντρι­βεί α­πό τους Βουλ­γά­ρους.

Α­ντι­θέ­τως, η εκ­στρα­τεί­α στην Ή­πει­ρο συ­νε­χι­ζό­ταν, κα­θώς δεν εί­χε ε­πι­τευ­χθεί ο μεί­ζων στό­χος της α­πε­λευ­θε­ρώ­σε­ως των Ιω­αν­νί­νων. Οι Τούρ­κοι πο­λε­μούσαν με πεί­σμα, α­νε­φο­δια­ζό­με­νοι α­πό τους Αλ­βα­νούς. Η α­πε­λευ­θέ­ρω­ση της πό­λεως αυ­τής, ό­μως, α­πο­τε­λού­σε δια­κα­ή πό­θο του Αρ­χι­στρα­τή­γου και ό­λων των α­ξιω­μα­τι­κών, οι ο­ποί­οι έ­φε­ραν βα­ρέ­ως την α­πώ­λεια της ελ­λη­νι­κό­τα­της πό­λε­ως του Μο­να­στηρί­ου.( Στο Μο­να­στή­ρι δια­βιού­σαν περί­που 14.000 Έλ­λη­νες πριν α­πό τους Βαλ­κα­νι­κούς Πο­λέ­μους. Η πό­λη και η ευ­ρύ­τε­ρη πε­ριο­χή εί­χαν βρε­θεί στο ε­πί­κε­ντρο των συ­γκρού­σε­ων κα­τά τη διάρ­κεια του Μα­κε­δο­νι­κού Α­γώ­να. Οι Έλ­λη­νες κά­τοι­κοι εί­χαν υ­πο­φέ­ρει α­πό τους Κο­μι­τα­τζή­δες και α­νέ­με­ναν με α­νυ­πο­μο­νη­σί­α την α­πε­λευ­θέ­ρω­σή τους α­πό τον Ελ­λη­νικό Στρα­τό. Δυ­στυ­χώς, το Μο­να­στή­ρι πε­ρι­ήλ­θε υ­πό την κα­το­χή του σερ­βι­κού στρα­τού και πολ­λοί κά­τοι­κοί του εκ­πα­τρί­στη­καν α­πο­γο­η­τευ­μέ­νοι ). Την ι­δί­α ώ­ρα, η Σό­φια εί­χε ξε­κι­νή­σει πα­ρα­σκη­νια­κές δια­πραγ­μα­τεύ­σεις για τη σύ­να­ψη α­να­κω­χής. Η Α­θή­να υ­πέ­βα­λε συ­γκε­κρι­μέ­νους ό­ρους, οι ο­ποί­οι συ­νίστα­ντο στην πα­ρα­χώ­ρη­ση στα Συμ­μα­χι­κά κρά­τη:
α. ό­λων των ευ­ρω­πα­ϊ­κών ε­δα­φών της Ο­θω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας (πλην της Κων­στα­ντι­νου­πό­λε­ως και της ζώνης, που την προ­στα­τεύ­ει),
β. των νή­σων του Αι­γαί­ου Πε­λά­γους και
γ. της Κρήτης.
Ε­πι­πλέ­ον, η ελ­λη­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση ε­ζή­τη­σε την πα­ρά­τα­ση του α­πο­κλει­σμού των πα­ρα­λί­ων της Α­δρια­τι­κής και τη δια­τή­ρη­ση του δι­καιώ­μα­τος της νη­ο­ψί­ας όσων πλοί­ων έ­πλε­αν στην πε­ριο­χή α­πό το ελ­λη­νι­κό Πο­λε­μι­κό Ναυ­τι­κό. Οι ό­ροι αυ­τοί δεν έ­γι­ναν α­πο­δε­κτοί και η Ελ­λά­δα δεν υ­πέ­γρα­ψε την α­να­κω­χή με τους Ο­θω­μα­νούς. Αυ­τή υ­πε­γρά­φη α­πό τους Βουλ­γά­ρους εκ μέ­ρους και των άλ­λων δύ­ο κρα­τών (Μαυ­ρο­βου­νί­ου και Σερ­βί­ας), στην Τσα­τάλ­τζα, την 20η Νο­εμ­βρί­ου /3η Δε­κεμ­βρί­ου. Η ελ­λη­νι­κή κυβέρ­νη­ση, ό­μως, ευ­φυώς πράτ­του­σα, συμ­με­τεί­χε στις δια­πραγ­μα­τεύ­σεις που ξεκί­νη­σαν στο Λον­δί­νο για τη συ­νο­μο­λό­γη­ση της ει­ρή­νης. Ε­κεί, θα ε­λάμ­βα­ναν χώρα κατ’ ου­σί­αν δύ­ο συν­δια­σκέ­ψεις, μί­α των α­ντι­μα­χο­μέ­νων και μί­α των Μεγά­λων Δυ­νά­με­ων, που συ­γκρο­τού­σαν την Πρε­σβευ­τι­κή Συνδιάσκεψη . ( Η Πρε­σβευ­τι­κή Συν­διά­σκε­ψη υ­φί­στατο ή­δη α­πό τον 19ο αιώ­να και α­πο­τε­λού­σε έ­να κοι­νά α­πο­δε­κτό δι­πλω­μα­τι­κό forum για τη συ­ζή­τη­ση και την ε­πί­λυ­ση των δια­κρα­τι­κών δια­φο­ρών ).Μά­λι­στα, ε­πι­κε­φα­λής της πο­λυ­με­λούς ελ­λη­νι­κής α­ντιπρο­σω­πεί­ας ε­τέ­θη ο πρω­θυ­πουρ­γός Ε­λευ­θέ­ριος Βε­νι­ζέ­λος.

Η πο­λι­τι­κή αυ­τή α­πε­δεί­χθη α­πο­λύ­τως ε­πι­τυ­χής, κα­θώς σύ­ντο­μα κα­τέ­στη εμ­φανές ό­τι οι δια­πραγ­μα­τεύ­σεις στο Λον­δί­νο καρ­κι­νο­βα­τού­σαν και θα κα­τέ­ληγαν σε α­διέ­ξο­δο. Α­πό τα τέ­λη Δε­κεμ­βρί­ου του 1912, η Α­θή­να συ­γκέ­ντρω­νε ι­σχυ­ρές δυ­νά­μεις στην Ή­πει­ρο, α­πε­λευ­θε­ρώ­νο­ντας με τα ό­πλα με­γά­λες πε­ριο­χές με τελι­κό στό­χο τα Ιω­άν­νι­να. Η IV Με­ραρ­χί­α α­νε­χώρη­σε α­τμο­πλο­ϊ­κώς α­πό τη Θεσ­σα­λο­νί­κη, κα­τά το δι­ή­με­ρο 10-11 Δε­κεμ­βρί­ου. Ύ­στε­ρα α­πό έ­να ει­κο­σα­ή­με­ρο κο­πια­στι­κό τα­ξί­δι, έ­φθα­σε στην Πρέ­βε­ζα, η ο­ποί­α εί­χε ή­δη α­πε­λευ­θε­ρω­θεί α­πό τα μέ­σα Ο­κτω­βρί­ου. Α­πό τις αρ­χές Νοεμ­βρί­ου, τμή­ματα της με­ραρ­χί­ας συμ­με­τεί­χαν στις μά­χες στο Η­πει­ρω­τι­κό μέ­τω­πο. Τον Φε­βρουά­ριο, το ε­πι­τε­λεί­ο εκ­πό­νη­σε έ­να ευ­φυέ­στα­το σχέδιο, το ο­ποί­ο συ­νί­στα­το στην πα­ρα­πλά­νη­ση του ε­χθρού. Οι Τούρ­κοι έ­μει­ναν με την ε­ντύ­πω­ση ό­τι η κύ­ρια ε­πί­θε­ση θα διε­ξα­γό­ταν προς την κα­τεύ­θυνση Κα­στρί­τσα-Κο­τσε­λιό-Μπιζά­νι. Α­ντι­θέ­τως, ο Αρ­χι­στρά­τη­γος διέ­τα­ξε τη συ­γκέ­ντρω­ση με πλή­ρη μυ­στι­κότη­τα των ελ­λη­νι­κών δυ­νά­με­ων προς τη δυ­τι­κή πλευ­ρά της α­μυ­ντι­κής δια­τά­ξε­ως του ε­χθρού. Προς ε­ξα­σφά­λι­ση της τα­χύ­τη­τος της ε­νερ­γεί­ας, ώ­στε να προ­ληφθεί πά­σα α­να­διά­τα­ξη των ε­χθρικών δυ­νά­με­ων, ο Κων­στα­ντί­νος διέ­θε­σε για τη μά­ζα ε­λιγ­μού 23 α­πό τα 39 ελ­λη­νι­κά τάγ­μα­τα. Ά­φη­σε δε μό­νον 16 για την ά­μυ­να του υ­πο­λοί­που με­τώπου, ε­φαρ­μό­ζο­ντας με τόλ­μη την αρ­χή της οι­κο­νο­μί­ας δυ­νά­μεων. Κύ­ριος στό­χος του ευ­φυούς αυ­τού σχε­δί­ου ή­ταν η α­πό­κτη­ση με­γά­λης υ­περο­χής στη μά­ζα ε­λιγ­μού, ού­τως ώ­στε να ε­πι­τευ­χθεί ο τα­κτι­κός αιφ­νι­δια­σμός των Τούρ­κων και η πλή­ρης α­να­τρο­πή του δυ­τι­κού τους με­τώ­που. Η ε­ξέ­λι­ξη αυτή θα πα­ρέ­λυε την α­ντί­δρα­ση του ε­χθρού και θα ε­κλό­νι­ζε ό­λη την πα­ρά­τα­ξή του. Ο ε­λιγ­μός αυ­τός ε­ξε­τε­λέ­στη με α­κρί­βεια α­πό τις ελ­λη­νι­κές δυ­νά­μεις και ε­πέ­φε­ρε το προσ­δο­κώ­με­νο α­πο­τέ­λε­σμα. Δη­μιουρ­γή­θη­κε ρήγ­μα στην τουρ­κι­κή διά­τα­ξη και ο ε­χθρός άρ­χι­σε να υ­πο­χω­ρεί α­τά­κτως, με­τα­δί­δο­ντας τον πα­νι­κό του και στις υ­πό­λοι­πες μο­νά­δες. Σύ­ντο­μα, ο ε­πι­κε­φα­λής των τουρ­κι­κών δυ­νάμε­ων Ε­σάτ Πα­σάς ε­ξη­να­γκά­σθη να ζη­τή­σει την κα­τά­παυση του πυ­ρός. Το πρω­ΐ της 21ης Φε­βρουα­ρί­ου 1913, οι μά­χες έ­λη­ξαν και τα Ιω­άν­νινα α­πε­λευ­θε­ρώ­θη­καν. Με­τά την πρω­τεύ­ου­σα της Η­πεί­ρου, α­πελευ­θε­ρώ­θη­σαν το Λε­σκο­βί­κι, η Κό­νιτσα, η Πρε­με­τή, η Κλει­σού­ρα, οι Ά­γιοι Σα­ρά­ντα, το Αρ­γυ­ρό­καστρο, το Δέλ­βι­νο και το Τε­πε­λέ­νι . ( Η Χει­μάρρα εί­χε ή­δη α­πε­λευ­θε­ρω­θεί α­πό Έλ­λη­νες ε­θε­λο­ντές με ε­πι­κε­φα­λής τον Συ­νταγ­μα­τάρ­χη της Χω­ρο­φυ­λα­κής (και ή­ρω­α του Μα­κε­δο­νι­κού Α­γώ­να) Σπύ­ρο Σπυ­ρο­μίλιο α­πό τον προ­η­γού­με­νο Νο­έμ­βριο ) .Η συ­γκε­κρι­μέ­νη μο­νά­δα, ό­μως, υ­πέ­στη βα­ρύ­τα­τες α­πώ­λειες και κα­τά τη διάρ­κεια των μα­χών στο Η­πει­ρω­τικό μέ­τω­πο. Πιο συ­γκε­κρι­μέ­να, ο α­ριθ­μός των νε­κρών έ­φθα­σε τους 30 και των τραυμα­τιών τους 272.

Εικόνα

Στο Λον­δί­νο, η Πρε­σβευ­τι­κή Συν­διά­σκε­ψη κα­τέ­λη­ξε σε έ­να προ­κα­ταρ­κτι­κό κεί­με­νο, το ο­ποί­ο α­πε­δέ­χθη­σαν τε­λι­κώς ό­λοι οι ε­μπό­λε­μοι πλην της Ελ­λά­δος. Η Α­θή­να δεν ή­ταν ευ­χα­ρι­στη­μέ­νη α­πό την α­σά­φεια που υ­πήρ­χε για το κα­θε­στώς των νή­σων του Αι­γαί­ου. Ε­πι­πλέ­ον, οι Έλ­λη­νες έ­νιω­θαν α­πο­γο­η­τευ­μέ­νοι ε­πειδή το νε­ο­σύ­στα­το κρά­τος των Αλ­βα­νών (οι η­γέ­τες των ο­ποί­ων εί­χαν τα­χθεί στο πλευ­ρό των ητ­τη­μέ­νων Ο­θω­μα­νών) α­πέ­κτη­σε με­γά­λες ε­δα­φι­κές πε­ριο­χές της βο­ρεί­ου Η­πεί­ρου, κα­τοι­κού­με­νες κα­τά συ­ντρι­πτι­κό πο­σο­στό α­πό ελ­λη­νι­κούς πλη­θυ­σμούς. Τε­λι­κώς, ό­μως, και ύ­στε­ρα α­πό πολ­λές αμ­φι­τα­λα­ντεύ­σεις η ελ­ληνι­κή κυ­βέρ­νη­ση υ­πε­χώ­ρη­σε και η συν­θή­κη ει­ρή­νης υ­πε­γρά­φη, την 17η/ 30η Μα­ΐ­ου 1913. Ε­ντού­τοις, η κα­τά­στα­ση στη Βαλ­κα­νι­κή πα­ρέ­μει­νε τε­τα­μέ­νη κα­θώς τό­σο οι Βούλ­γα­ροι (κυ­ρί­ως) ό­σο και οι Σέρ­βοι (δευτε­ρευό­ντως) δεν ή­ταν ευ­χα­ρι­στη­μέ­νοι. Κυ­ρί­ως οι πρώ­τοι ε­δή­λω­ναν σε ό­λους τους τό­νους ό­τι εί­χαν λά­βει ε­λά­χι­στα ε­δά­φη εν συ­γκρί­σει με τη συ­νει­σφο­ρά τους στην κοι­νή προ­σπά­θεια. Οι αι­τιά­σεις της Σό­φιας προ­κά­λε­σαν την α­ντίδρα­ση των Α­θη­νών και του Βε­λι­γρα­δί­ου. Η κα­τά­στα­ση ε­πι­δει­νώ­θη­κε έ­τι πε­ραιτέ­ρω, ε­ξαι­τί­ας της συ­μπε­ρι­φο­ράς των Βουλ­γά­ρων στρα­τιω­τών έ­να­ντι του ντόπιου πλη­θυ­σμού στις α­πε­λευ­θε­ρω­θεί­σες α­πό αυ­τούς πε­ριο­χές της Μα­κε­δο­νί­ας και της Θρά­κης. Η ελ­λη­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση προ­σπά­θη­σε να ε­κτο­νώ­σει την κρί­ση δια της δι­πλω­μα­τι­κής ο­δού, δί­χως ε­πι­τυ­χί­α. Σύ­ντο­μα, δη­μιουρ­γή­θη­κε έ­ντα­ση με­τα­ξύ των βουλ­γα­ρι­κών στρα­τευ­μά­των και των α­ντί­στοιχων ελ­λη­νι­κών στη Μα­κε­δο­νί­α. Ε­πί­σης, προ­στρι­βές ε­ση­μειώ­θη­σαν με­τα­ξύ των Βουλ­γά­ρων και των Σέρ­βων, γε­γονός που ο­δή­γη­σε σε α­να­γκα­στι­κή σύ­μπλευ­ση την Α­θή­να και το Βελι­γρά­δι.

Το βρά­δυ της 16ης προς 17η Ιουνί­ου, βουλ­γα­ρι­κά στρα­τεύ­μα­τα ε­πε­τέ­θη­σαν αιφνι­δια­στι­κά ε­να­ντί­ον ό­σων ελλη­νι­κών στρα­τευ­μά­των ευ­ρί­σκο­ντο στις Ε­λευ­θε­ρές, το Βέρ­τι­σκο, την Καλ­λινδρί­α και το Κα­ρα­σού­λι. Ε­πί­σης, οι Βούλ­γα­ροι ε­πε­τέ­θη­σαν και ε­να­ντί­ον των σερ­βι­κών δυ­νά­με­ων, οι ο­ποί­ες ή­ταν ε­γκα­τε­στη­μέ­νες κα­τά μή­κος του πο­τα­μού Α­ξιού. Ση­μειω­τέ­ον ό­τι δεν εί­χε προ­η­γη­θεί ε­πί­ση­μη κή­ρυ­ξη πο­λέ­μου α­πό τη Σό­φια. Ο Β΄ Βαλ­κα­νι­κός Πό­λε­μος ή­ταν πλέ­ον γε­γο­νός. Αρ­χι­κώς, η ελ­λη­νική προφυ­λα­κή α­να­δι­πλώ­θη­κε, ε­πι­βρα­δύ­νο­ντας την ε­πί­θε­ση του ε­χθρού και το βρά­δυ της ι­δί­ας η­μέ­ρας α­νε­χώ­ρη­σε συ­νταγ­μέ­νη για τη Θά­σο. Το ε­πό­με­νο πρω­ί, ο βουλ­γα­ρι­κός στρα­τός κα­τέ­λα­βε το λι­μά­νι των Ε­λευ­θε­ρών. Η βουλ­γα­ρι­κή ε­πί­θε­ση ενα­ντί­ον των ελ­λη­νι­κών θέ­σε­ων εκ­φυ­λί­στη­κε, ε­νώ σύ­ντο­μα τα η­μέ­τε­ρα τμή­μα­τα εκ­κα­θά­ρι­σαν τη Θεσ­σα­λο­νί­κη α­πό τα ε­χθρι­κά στρα­τεύ­μα­τα. Την 18η Ιου­νί­ου / 1η Ιου­λί­ου, ο Βα­σι­λεύς πλέ­ον Κων­στα­ντί­νος - την 5η / 18η Μαρ­τί­ου, δο­λο­φο­νή­θη­κε στη Θεσ­σα­λο­νί­κη ο Βα­σι­λεύς Γε­ώρ­γιος - έ­φθα­σε στη Θεσ­σα­λο­νί­κη και α­πε­φά­σι­σε να ε­πι­τε­θεί στον ε­χθρό, για να α­πο­τρέ­ψει την πι­θα­νή συ­γκέ­ντρω­ση της βουλ­γαρι­κής στρα­τιάς στο Κιλ­κίς, ό­που εί­χαν ή­δη κα­τα­σκευα­στεί ι­σχυ­ρά ο­χυ­ρω­μα­τι­κά έρ­γα. Το προ­σε­χές τρι­ή­με­ρο, έ­λα­βε χώ­ρα η αι­μα­τη­ρή μά­χη Κιλ­κίς-Λα­χα­νά, η ο­ποί­α έ­λη­ξε νι­κη­φό­ρα για τα ελ­λη­νι­κά στρα­τεύ­μα­τα. Οι άν­δρες της IV Με­ραρ­χί­ας συ­νετέ­λε­σαν κα­θο­ρι­στι­κά στη νί­κη. Πά­ντως, η μο­νά­δα κυ­ριο­λε­κτι­κά α­πο­δε­κα­τί­στη­κε, πο­λε­μώ­ντας στην πρώ­τη γραμ­μή του πυ­ρός, έ­χο­ντας συ­νο­λι­κά 500 άν­δρες ε­κτός μά­χης! Οι α­ξιω­μα­τι­κοί και οι ο­πλί­τες της ξε­πέ­ρα­σαν τα ό­ριά τους, κα­τα­διώ­κο­ντας τον ε­χθρό μέ­χρι το χω­ριό Τέρ­πυ­λος. Η νί­κη του Ελ­λη­νι­κού Στρα­τού στη μά­χη του Κιλ­κίς - Λα­χανά ή­ταν με­γί­στης ση­μα­σί­ας, κα­θώς διε­σφά­λι­σε τη Θεσ­σα­λο­νί­κη. Έ­κτοτε, ο α­γών έ­πα­ψε να εί­ναι α­μυ­ντι­κός και με­τε­τρά­πη σε α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κό.
Εικόνα


Τα τμή­μα­τα της συ­γκε­κρι­μέ­νης με­ραρ­χί­ας, δί­χως να α­να­παυ­θούν, ε­πε­τέ­θη­σαν με α­πα­ρά­μιλ­λο σθέ­νος εκ νέ­ου ε­να­ντί­ον του ε­χθρού, λαμ­βά­νο­ντας μέ­ρος στη διή­με­ρη μά­χη της Δο­ϊ­ρά­νης (22-23 Ιου­νί­ου). Την 24η Ιου­νίου, έ­φθα­σαν στο πα­λαιό Τριε­θνές (ύ­ψω­μα 1494), ε­πί του ό­ρους Μπέ­λες και δύ­ο ημέρες αρ­γό­τε­ρα α­ντι­μετώ­πι­σαν τους υ­πο­χω­ρού­ντες Βουλ­γά­ρους και τους διέ­λυσαν, κυ­ριεύ­ο­ντας, με­τα­ξύ άλ­λων, 6 πο­λυ­βό­λα. Την 27η Ιου­νί­ου, η IV Με­ραρ­χί­α ε­στρά­φη ε­να­ντί­ον μί­ας άλλης ε­χθρι­κής φά­λαγ­γας, η ο­ποί­α κι­νεί­το ε­πί της ο­δού Στρω­μνί­τσης-Πε­τρι­τσί­ου. Η μά­χη ή­ταν αμ­φίρ­ρο­πη, κα­θώς οι Βούλ­γα­ροι διέ­θε­ταν αρ­κε­τά ο­χή­μα­τα και πυ­ρο­βο­λι­κό. Μο­λα­ταύ­τα, οι Έλ­λη­νες κα­τέ­βα­λαν την ε­χθρι­κή α­ντί­στα­ση, διασκορ­πί­ζο­ντας τον ε­χθρό. Ση­μειω­τέ­ον ό­τι στα χέ­ρια των Ελ­λή­νων πε­ρι­ήλ­θαν πολ­λά λά­φυ­ρα (ό­πως 18 πυ­ρο­βό­λα και 200 ο­χή­μα­τα), ε­νώ συ­νε­λή­φθη­σαν και 100 πε­ρί­που αιχ­μά­λω­τοι.

Κα­τό­πιν, η IV Με­ραρ­χί­α συμ­με­τεί­χε στη μά­χη της Κρέ­σνας (την 5η Ιου­λί­ου). Το βουλ­γα­ρι­κό ε­πι­τε­λείο εί­χε προ­λά­βει να α­να­συ­γκρο­τή­σει τις δυ­νά­μεις του και διέ­τα­ξε την υ­πε­ράσπι­ση «πα­ντί τρό­πω» της συ­γκε­κρι­μέ­νης το­πο­θε­σί­ας, η ο­ποί­α εί­ναι με­γά­λης γε­ω­στρα­τη­γι­κής ση­μα­σί­ας. ( Η Κρέ­σνα εί­ναι έ­να χω­ριό, που ευ­ρί­σκε­ται στην α­να­το­λι­κή ό­χθη του Στρυ­μό­να, πλη­σί­ον των ο­μώ­νυ­μων στε­νών. Αυ­τά έ­φε­ραν τη χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή ο­νο­μα­σί­α «σι­δη­ρές πύ­λες» ) . Ε­ντού­τοις, οι Έλ­λη­νες κα­τή­γα­γαν μί­α α­κό­μη νί­κη, ύ­στε­ρα α­πό πεν­θή­με­ρη μά­χη και κα­τά­φε­ραν να α­πω­θή­σουν τον ε­χθρό. Λί­γες η­μέ­ρες με­τά, ξε­κί­νη­σε η μά­χη της Τζου­μα­γιάς, η ο­ποί­α κα­τε­λή­φθη την 17η / 30η Ιου­λί­ου 1913. Την η­μέ­ρα ε­κεί­νη, α­πε­φα­σί­σθη η σύ­να­ψη α­να­κω­χής, κατό­πιν πα­ρεμ­βά­σε­ως του Τσά­ρου Νι­κο­λά­ου Β΄. Οι Βούλ­γα­ροι α­πει­λού­ντο με α­φανι­σμό, κα­θώς εί­χαν να α­ντι­με­τω­πί­σουν και τις ε­πι­θέ­σεις των Ρου­μά­νων και των Τούρ­κων, οι ο­ποί­οι ε­πε­χεί­ρη­σαν να εκ­με­ταλ­λευ­τούν τις πε­ρι­στά­σεις. ( Την 27η Ιου­νί­ου, η Ρου­μα­νί­α ε­κή­ρυ­ξε τον πό­λε­μο στη Βουλ­γα­ρί­α, ε­νώ την ε­πο­μέ­νη στον πόλε­μο ει­σήλθε και η Ο­θω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρί­α. Ο ρου­μα­νι­κός στρα­τός ε­κυ­ρί­ευσε τη Δο­βρου­τσά και τη Βάρ­να, ε­νώ ο α­ντί­στοι­χος τουρ­κι­κός α­να­κα­τέ­λα­βε την Α­δρια­νού­πο­λη και τις Σα­ρά­ντα Εκ­κλη­σιές, την 7η Ιου­λί­ου ). Κα­τόπιν, ξε­κί­νη­σαν δια­πραγ­μα­τεύ­σεις, κα­τά τις ο­ποί­ες οι Βούλ­γα­ροι προ­σπά­θη­σαν να δια­σπά­σουν τη συμ­μα­χι­κή ε­νό­τη­τα, ι­κα­νο­ποιώ­ντας ό­λα σχε­δόν τα αι­τή­μα­τα των Ρου­μά­νων και των Σέρ­βων και προ­βάλ­λο­ντας σθε­να­ρή στά­ση έ­να­ντι των Ελ­λή­νων. Τε­λι­κώς, η υ­πο­στή­ρι­ξη των Ρώσ­σων (πρωτί­στως) και των Αυ­στρια­κών (δευ­τε­ρευό­ντως) τους ε­πέ­τρε­ψε να δια­τη­ρή­σουν τη δυ­τι­κή Θρά­κη, αν και η Α­λεξαν­δρού­πο­λη εί­χε α­πε­λευ­θε­ρω­θεί α­πό α­πο­βα­τι­κό ά­γη­μα του Ελ­λη­νι­κού Στό­λου.

Την 28η Ιου­λί­ου / 10η Αυ­γού­στου 1913, υ­πε­γρά­φη η Συν­θή­κη του Βου­κου­ρε­στίου. Δυ­στυ­χώς, κα­τά τις δια­πραγ­μα­τεύ­σεις για την υπο­γρα­φή της συν­θή­κης αυ­τής, η Ελ­λά­δα δεν κα­τά­φε­ρε να δια­σφα­λί­σει τη διατή­ρη­ση των ή­δη α­πε­λευ­θε­ρω­θει­σών πε­ριο­χών της βο­ρεί­ου Η­πεί­ρου και της δυτι­κής Θρά­κης. Ε­πι­πλέ­ον, δεν υ­πήρ­χε ού­τε μί­α α­να­φο­ρά στη συν­θή­κη, που να διασφα­λί­ζει τον σε­βα­σμό των δικαιω­μά­των των Ελ­λή­νων της δυ­τι­κής Θρά­κης. Λί­γο με­τά η με­ραρ­χί­α με­τα­κι­νή­θη­κε στη Θεσ­σα­λο­νί­κη. Εί­χε υπα­χθεί πλέ­ον υ­πό τις δια­τα­γές του διοι­κη­τού του Δ΄ Σώ­μα­τος Στρα­τού. Ε­κεί, πα­ρέ­μει­νε ε­πί αρ­κε­τές ε­βδο­μά­δες, έ­ως ό­του διε­τά­χθη η ε­πι­στρο­φή της στην Πελο­πόν­νη­σο. Έ­κτο­τε, υ­πή­χθη στο Β΄ Σώ­μα Στρα­τού.

Η λή­ξη των Βαλ­κα­νι­κών Πο­λέ­μων βρή­κε την Ελ­λά­δα ι­σχυ­ρο­ποι­η­μέ­νη, δί­χως, όμως, να έ­χει εκ­πλη­ρώ­σει το σύ­νο­λο των ε­θνι­κών της πό­θων. Ε­πη­κο­λού­θη­σε μί­α πε­ρί­ο­δος α­να­συ­γκρο­τή­σε­ως, η ο­ποί­α διε­κό­πη α­πό τα γε­γο­νό­τα στη γη­ραιά ή­πειρο.

Το θέ­ρος του 1914, ε­ξέ­σπα­σε ο Α΄ Πα­γκό­σμιος Πό­λε­μος, επ’ α­φορ­μή της δο­λοφο­νίας του δια­δό­χου του θρό­νου της Αυ­στρο­ουγ­γα­ρί­ας Φρα­γκί­σκου-Φερ­δι­νάνδου και της συ­ζύ­γου του Σο­φί­ας α­πό Σέρ­βους πα­ρα­κρα­τι­κούς στο Σε­ρά­γε­βο. Προ ε­τών, εί­χαν ή­δη σχη­μα­τι­στεί οι δύ­ο α­ντι­μα­χό­με­νοι συ­να­σπι­σμοί των Με­γάλων Δυ­νά­μεων, α. η Τρι­πλή Συμ­μα­χί­α ή Συμ­μα­χί­α των Κε­ντρι­κών Αυ­το­κρα­το­ριών (η σύ­να­ψη της ο­ποί­ας χρο­νο­λο­γεί­το α­πό τον 19ο αιώνα και πε­ριε­λάμ­βα­νε την Αυ­στρο­ουγ­γαρί­α, τη Γερ­μα­νί­α και την Ι­τα­λί­α) και β. η Τρι­πλή ή Ε­γκάρ­δια Συ­νεν­νό­η­ση (η ο­ποί­α α­πο­τε­λεί­το α­πό τη Γαλ­λί­α, τη Μεγ. Βρε­ταν­νί­α και τη Ρωσί­α). Η μό­νη χώ­ρα α­πό αυ­τές, η ο­ποί­α αρνή­θη­κε να εκ­πλη­ρώ­σει τις συμ­βα­τι­κές της υ­πο­χρε­ώ­σεις ή­ταν η Ι­τα­λί­α. Η κυβέρ­νη­σή της ε­δή­λω­σε ό­τι θα πα­ρέ­με­νε ου­δέ­τε­ρη. Τα πε­ρισ­σό­τε­ρα κρά­τη της Ευ­ρώ­πης προ­σε­χώ­ρη­σαν σε έ­ναν εκ των δύ­ο α­ντι­πά­λων συ­να­σπι­σμών. Αρ­χι­κώς, η Ελ­λά­δα πα­ρέ­μει­νε ου­δέ­τε­ρη κα­τό­πιν ο­μο­φώ­νου α­πο­φά­σε­ως της πολι­τι κο­στρα­τιω­τι­κής η­γε­σί­ας της χώ­ρας. Αρ­γό­τε­ρα, ό­μως, α­νέ­κυ­ψε ο­ξύ­τα­τη δια­φω­νί­α με­τα­ξύ του Βα­σι­λέ­ως Κων­στα­ντί­νου (συ­νε­πι­κου­ρού­με­νου α­πό τους στρα­τιω­τι­κούς ε­πι­τε­λείς) και του Βε­νι­ζέ­λου σχε­τι­κά με τη συμ­με­το­χή ή μη της χώ­ρας στον πό­λε­μο και τις γρα­πτές εγ­γυ­ή­σεις του­λά­χι­στον πε­ρί της ε­δα­φικής της α­κε­ραιό­τη­τος, που ό­φει­λε να ε­ξα­σφα­λί­σει α­πό τους μελ­λο­ντι­κούς συμμά­χους της. Τα γε­γο­νό­τα αυ­τά ο­δή­γη­σαν στον πε­ριώ­νυ­μο «ε­θνι­κό δι­χα­σμό». Τον Αύ­γου­στο του 1916, ξέ­σπα­σε το φι­λο­βε­νι­ζε­λι­κό κί­νη­μα της «Ε­θνι­κής Α­μύ­νης» στη Θεσ­σα­λο­νί­κη, ό­που και σχημα­τί­στη­κε έ­νας νέ­ος πό­λος ε­ξου­σί­ας. Τε­λικώς, ε­πε­κρά­τη­σε ο Βε­νι­ζέ­λος και ο Βα­σιλεύς Κων­στα­ντί­νος α­πε­χώ­ρη­σε του θρόνου. Στην πρω­τεύ­ου­σα, ε­γκα­τα­στά­θη­κε το κα­θε­στώς της Θεσ­σα­λο­νί­κης. Τον Ιού­νιο του 1917, η χώ­ρα ει­σήλ­θε στον πό­λε­μο στο πλευ­ρό των δυ­νά­με­ων της Συ­νεν­νοή­σε­ως-Α­ντά­ντ (Triple Entente ή Entente Cordiale), αλ­λά πολ­λοί Έλ­λη­νες ου­δε­μί­α προ­θυ­μί­α κα­τα­τά­ξε­ως στις έ­νο­πλες δυ­νάμεις έ­δει­χναν. Τε­λι­κώς, με πο­λύ κό­πο και με τη χρή­ση πολ­λών και δια­φόρων με­θόδων, ε­πε­τεύ­χθη η συ­γκρό­τη­ση ο­ρι­σμέ­νων μο­νά­δων. Η ε­πι­στρά­τευ­ση στην έ­δρα της IV Με­ραρ­χί­ας, στην Πε­λο­πόν­νη­σο απέ­φε­ρε αρ­χι­κώς πε­νι­χρά α­πο­τε­λέ­σμα­τα και μό­νον με­τά την πά­ρο­δο αρ­κε­τών μη­νών μπό­ρε­σε να δη­μιουρ­γη­θεί μί­α μά­χι­μη μο­νά­δα (τον Μά­ϊ­ο του 1918). Οι άν­δρες αυ­τής με­τα­φέρ­θη­καν στο στρα­τό­πε­δο Νά­ρες της Θεσ­σα­λο­νί­κης, ό­που έ­λα­βε χώρα η τα­χεί­α εκ­παί­δευ­σή τους.

Εικόνα

Τον Αύ­γου­στο του ι­δί­ου έ­τους, η IV Με­ραρ­χί­α εγκα­τα­στά­θη­κε στην Α­ξιού­πο­λη, κα­λύ­πτου­σα το δυ­τι­κό μέ­τω­πο του Α­ξιού πο­ταμού. Υ­πή­χθη υ­πό τις δια­τα­γές του με­ράρ­χου του 8ου Συ­ντάγ­μα­τος Πε­ζι­κού (το­μέ­ας Σκρα), του 11ου Συ­ντάγ­ματος Πεζι­κού (το­μέ­ας Λει­βα­διού) και του 35ου Συ­ντάγ­μα­τος Πε­ζι­κού (το­μέ­ας Κα­πί­νια­νης). Κα­τά τις προ­σε­χείς ε­βδο­μά­δες, οι άν­δρες της μο­νά­δος εκ­παι­δεύ­τη­καν ε­ντα­τι­κά για να συμ­με­τά­σχουν στη με­γά­λη ε­πίθε­ση, την ο­ποί­α θα ε­ξα­πέ­λυε η 1η Ο­μά­δα Μεραρ­χιών προς την κα­τεύ­θυν­ση της Χού­μα. Η ε­πί­θε­ση αυ­τή ε­ξε­δη­λώ­θη στις αρ­χές Σε­πτεμ­βρί­ου (π. ημ.) και η IV Με­ραρ­χί­α (ε­ξαι­ρου­μέ­νων των αν­δρών του 11ου Συ­ντάγμα­τος, που πα­ρέ­μει­νε στην εφε­δρεί­α) κα­τέ­λα­βε τους α­ντι­κει­με­νι­κούς της σκο­πούς, εκ­μη­δε­νί­ζο­ντας την εχθρι­κή α­ντί­στα­ση. Α­κο­λού­θως, προ­ή­λα­σε στα με­τό­πι­σθεν της ε­χθρι­κής δια­τάξε­ως, κα­τα­λαμ­βά­νο­ντας τις ο­χυ­ρές το­πο­θε­σί­ες Σα­ρέ­να-Τζέ­να και Κε­τσί-Κα­γιά. Ο ε­χθρός υ­πε­χώ­ρη­σε α­τά­κτως, κα­τα­διω­κό­με­νος α­πό τις η­μέ­τε­ρες δυ­νά­μεις ε­πί του ά­ξο­νος Κο­ϊν­σκό-Σερ­μεν­λή-Μι­ρό­φτσα-Δα­βί­δο­βο. Πε­ρί τα τέ­λη του μη­νός, οι ε­ξα­ντλη­μέ­νοι άν­δρες της μο­νά­δος έ­φθα­σαν στη γραμ­μή Δε­μίρ Κα­πού - Κλει­σού­ρα-Γκρά­ντες, την ο­ποί­α και κα­τέ­λα­βαν. Την 16η / 29η Σε­πτεμ­βρί­ου 1918, η Βουλ­γα­ρί­α συν­θη­κο­λό­γη­σε και στη IV Με­ραρ­χί­α α­νε­τέ­θη προ­σω­ρι­νώς η φύ­λα­ξη της ελ­λη­νο­βουλ­γα­ρι­κής με­θο­ρί­ου. Αρ­γό­τε­ρα, α­ντι­κα­τα­στά­θη­κε α­πό τη Με­ραρ­χί­α Αρ­χι­πε­λά­γους και με­τα­φέρ­θη­κε στα Βε­λεσ­σά, ό­που και α­να­διορ­γα­νώ­θη­κε. Στα τέλη Νο­εμ­βρί­ου, η συ­γκε­κρι­μέ­νη με­ραρ­χί­α τέ­θη­κε σε ε­πι­χει­ρη­σια­κή ε­τοιμό­τη­τα και με­τε­στάθ­μευ­σε στην Α­ξιού­πο­λη. Συ­νο­λι­κά, οι α­πώ­λειές της κα­τά τον Α΄ Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο α­νήλ­θαν σε 108 νε­κρούς (εκ των οποίων 9 ή­ταν α­ξιω­μα­τι­κοί), 354 τραυ­ματί­ες (5 α­ξιω­μα­τι­κοί και 349 ο­πλί­τες) και 2 α­ξιω­μα­τι­κούς α­γνο­ού­με­νους.

( συνεχίζεται )

Re: Πελοποννήσιοι.

Δημοσιεύτηκε: 21 Αύγ 2020, 18:15
από Ζαποτέκος
Α­ξί­ζει να ση­μειω­θεί ό­τι η συμ­με­το­χή της μο­νά­δος στις ε­πι­χει­ρή­σεις του πο­λέμου αυ­τού α­πέ­σπα­σε την εύ­φη­μο μνεί­α του ε­πι­κε­φα­λής της 1ης Ο­μά­δος Με­ραρ­χιών Γάλ­λου Στρα­τη­γού Φι­λίπ Ντ’ Αν­σέλ­μ (Philippe d’ Anselme).

Εικόνα

Η λή­ξη του Α΄ Πα­γκο­σμί­ου Πο­λέ­μου βρή­κε την Ελ­λά­δα με­τα­ξύ των νι­κη­τών αλ­λά σε κα­κή οι­κο­νο­μι­κή κα­τά­στα­ση. Οι ε­πι­στρα­τεύ­σεις του 1915 και του 1918, η ορ­γά­νωση του στρα­τού της «Ε­θνι­κής Α­μύ­νης» και οι πο­λε­μι­κές υ­πο­χρε­ώ­σεις εί­χαν κα­τα­βα­ρα­θρώ­σει την ού­τως ή άλ­λως α­σθε­νι­κή ελ­λη­νι­κή οι­κο­νο­μί­α. Οι συμ­μα­χικές πο­λε­μι­κές πι­στώ­σεις ε­κά­λυ­πταν έ­να πο­λύ μι­κρό τμή­μα των α­να­γκών της χώ­ρας και η διαιώ­νι­ση των πο­λι­τι­κών πα­θών δεν δη­μιουρ­γού­σε τις προ­ϋ­πο­θέσεις για την ε­πίτευ­ξη της τό­σο α­να­γκαί­ας σύ­μπνοιας με­τα­ξύ της κυ­βερ­νή­σε­ως και της α­ντι­πο­λι­τεύσε­ως. Ε­πι­πλέ­ον, ο Βε­νι­ζέ­λος εί­χε να α­ντι­με­τω­πί­σει και τις πα­λιν­δρο­μί­ες των ξέ­νων, οι ο­ποί­οι έ­δει­χναν να μην εν­δια­φέ­ρο­νται για τις ελ­λη­νι­κές διεκ­δι­κή­σεις. Άλ­λω­στε, η α­να­κω­χή του Μού­δρου εί­χε υ­πο­γρα­φεί ε­ρή­μην της Ελ­λά­δος. Ως εκ τού­του, α­πεφά­σι­σε να α­πο­στεί­λει στρα­τεύ­ματα στη με­σημ­βρι­νή Ρωσί­α ε­να­ντί­ον των Μπολ­σε­βίκων, προ­κει­μέ­νου να εγ­γράψει υ­πο­θή­κες για το μέλ­λον και δη για τις πε­ριο­χές της Μ. Α­σί­ας. Άλ­λω­στε, ο Γάλ­λος πρω­θυ­πουρ­γός Ζώρ­ζ Κλε­μαν­σώ (Georges Clemenceau) εί­χε κά­νει σα­φείς νύ­ξεις στον Έλ­λη­να πρε­σβευ­τή στο Πα­ρί­σι πε­ρί της α­νά­γκης α­πο­στο­λής ελ­λη­νι­κών στρα­τευ­μά­των στην Ου­κρανί­α. Σε α­ντάλ­λαγ­μα, η Γαλ­λία θα συ­νη­γο­ρού­σε υ­πέρ των ελ­λη­νι­κών διεκ­δι­κή­σε­ων στην α­να­το­λι­κή Θρά­κη και τη Σμύρ­νη. Οι Αγ­γλο­γάλ­λοι α­πε­δέ­χθη­σαν την ελ­ληνι­κή «προ­σφο­ρά» και τα πρώ­τα ελ­λη­νι­κά στρα­τεύ­μα­τα α­νε­χώ­ρη­σαν α­πό τον Πει­ραιά, την Πρω­το­χρο­νιά του 1919. Δυ­στυ­χώς, τα α­ντε­πα­να­στα­τι­κά στρα­τεύ­μα­τα ηττή­θη­καν και α­πο­συ­ντέ­θη­καν, οι Γάλ­λοι πε­ζι­κά­ριοι υ­πε­χώ­ρη­σαν, ε­νώ τα πληρώ­μα­τα πολ­λών πλοί­ων τους ε­στα­σί­ασαν. :o Ως εκ τού­του, οι Έλ­λη­νες έ­μει­ναν μόνοι να πο­λε­μούν συ­ντε­ταγ­μέ­να για έ­ναν σκο­πό, που δεν τους α­φο­ρού­σε. Τε­λι­κώς, ύ­στε­ρα α­πό τε­τρά­μη­νο α­γώ­να, το ελ­λη­νι­κό εκ­στρα­τευ­τι­κό σώ­μα α­πε­χώ­ρη­σε α­πό τα α­φι­λό­ξε­να ε­κεί­να ε­δά­φη.

Η προ­σο­χή σύσ­σω­μου του ελ­λη­νι­σμού, ό­μως, εί­χε στρα­φεί στα πα­ρά­λια της Μ. Ασί­ας. Ή­δη, τον Δε­κέμ­βριο του 1918, στον λι­μέ­να της Σμύρ­νης, κα­τέ­πλευσε το α­ντιτορ­πιλ­λι­κό «Λέ­ων». Λί­γες η­μέ­ρες με­τά, στην πό­λη α­φί­χθη κλι­μά­κιο του Ελ­λη­νι­κού Ε­ρυ­θρού Σταυ­ρού και οι Έλ­λη­νες της Ιω­νί­ας πί­στεψαν ό­τι πλη­σί­α­ζε η η­μέ­ρα της α­πε­λευ­θε­ρώ­σε­ώς τους. Πράγ­μα­τι, ο Βε­νι­ζέ­λος α­ξί­ω­σε από το Α­νώ­τα­το Δια­συμ­μα­χι­κό Συμ­βού­λιο την εκ­χώ­ρη­ση της πε­ριο­χής της Σμύρ­νης, τον Φε­βρουά­ριο του 1919. Οι Α­με­ρι­κα­νοί α­ντι­τά­χθη­καν α­πό την αρ­χή αλ­λά οι Ιτα­λοί προ­χώ­ρη­σαν έ­τι πε­ραι­τέ­ρω, α­πο­βι­βά­ζο­ντας στρα­τεύ­μα­τα στην Ατ­τά­λεια, τον ε­πό­με­νο μή­να. Το γε­γο­νός αυ­τό προ­κά­λε­σε μί­α προ­σω­ρι­νή σύ­γκλη­ση των α­πό­ψε­ων των κυ­βερ­νή­σε­ων της Γαλ­λί­ας και της Μεγ. Βρε­ταν­νί­ας, οι ο­ποί­ες έκαμ­ψαν την α­ντί­θε­ση των Α­με­ρι­κα­νών. Την 23η Α­πρι­λίου 1919, ο Βρε­ταν­νός πρω­θυ­πουρ­γός David Lloyd George α­νε­κοί­νω­σε στον Έλ­λη­να ο­μό­λο­γό του την α­πό­φα­ση των τριών Με­γάλων Συμ­μα­χι­κών Δυ­νά­με­ων πε­ρί προ­σω­ρι­νής α­πο­στο­λής ελ­λη­νικών στρα­τευ­μά­των στο βι­λα­έ­τι της Σμύρ­νης για τη δια­τή­ρη­ση της τά­ξε­ως. Οι Ι­τα­λοί α­ντι­πρό­σω­ποι εί­χαν δια­φω­νή­σει σε υ­ψη­λούς τό­νους με τον Α­με­ρι­κα­νό Πρό­ε­δρο Woodrow Wilson για το θέ­μα του Φιού­με και εί­χαν α­πο­χω­ρή­σει α­πό τις συ­νε­δριά­σεις του Α­νω­τάτου Συμ­μα­χι­κού Συμ­βου­λί­ου.Στις 7.50 π.μ. της 2ας / 15ης Μα­ΐ­ου, άρ­χι­σε η α­πο­βί­βα­ση των ελλη­νι­κών δυ­νά­με­ων στην πό­λη της Σμύρ­νης κά­τω α­πό τις ε­πευ­φη­μί­ες του πλή­θους. Με­τά την ο­λο­κλή­ρω­ση της κα­τα­λή­ψε­ως της πρω­τεύ­ου­σας της Ιω­νί­ας και των γύ­ρω υ­ψω­μά­των, τμή­μα­τα του Ελ­λη­νι­κού Στρα­τού ε­πε­ξέ­τει­ναν την ελ­λη­νι­κή κυ­ριαρ­χί­α και στα πε­ρί­χω­ρα, έ­ως τα τέ­λη Μα­ΐ­ου. Τον ε­πό­με­νο μή­να, έ­φθα­σαν στην πε­ριο­χή και οι υ­πό­λοι­πες με­ραρ­χί­ες του Α΄ Σώ­μα­τος Στρα­τού α­πό τη με­σημβρι­νή Ρωσ­ί­α.

Αρ­χι­κώς, η IV Με­ραρ­χί­α ε­γκα­τα­στά­θη­κε στην πε­ριο­χή της Μπάλ­τζο­βας, ε­νώ αργότε­ρα, με­τα­φέρ­θη­κε στην πε­ριο­χή του Κα­λι­κούρ­τ. Η μο­νά­δα σε ου­δε­μί­α εκ των επι­θε­τι­κών ε­νερ­γειών του Ελ­λη­νι­κού Στρα­τού συμ­με­τεί­χε, κα­τά τη διάρ­κεια των δύ­ο πρώ­των ε­τών της Μι­κρα­σια­τι­κής εκ­στρα­τεί­ας. Την 23η Ιου­νί­ου 1921, η συ­γκε­κρι­μέ­νη με­ραρ­χί­α διε­τά­χθη να με­τα­κι­νη­θεί πεζή στο Γκου­νούκ, το ο­ποί­ο θα α­πο­τε­λού­σε τη βά­ση ε­ξορ­μή­σε­ως για την ε­πι­κείμε­νη ε­πί­θε­ση. Η πο­ρεί­α ή­ταν ι­διαι­τέ­ρως κο­πιώ­δης και οι άν­δρες της μο­νά­δος κα­τά­φε­ραν να φθά­σουν κα­τά­κο­ποι στον προ­ο­ρι­σμό τους, με­τά α­πό πέ­ντε η­μέρες. Την ε­πο­μέ­νη, ε­ξόρ­μη­σαν και κα­τέ­λα­βαν τα υ­ψώ­μα­τα Τε­κέ Για­ϊ­λά και κα­τόπιν κα­τευ­θύν­θη­καν προς το Α­φιόν Κα­ρα­χι­σάρ, ό­που έ­φθα­σαν την 30η Ιου­νί­ου. Την ε­πό­με­νη η­μέ­ρα, ε­ξε­δη­λώ­θη σφο­δρή τουρκι­κή ε­πί­θε­ση στον το­μέ­α της IV Με­ραρ­χί­ας. Ο ε­χθρός ε­πε­τέ­θη αιφ­νι­δια­στι­κά και με ι­σχυ­ρές δυ­νά­μεις, με α­πο­τέ­λε­σμα τον κλο­νι­σμό των η­με­τέ­ρων τμη­μά­των. Σύ­ντο­μα, ό­μως, η μο­νά­δα α­να­διορ­γα­νώ­θη­κε και πέ­ρα­σε στην α­ντε­πί­θε­ση. Ο ε­χθρός α­νε­τρά­πη και υ­πε­χώ­ρη­σε σε βά­θος πολλών χι­λιο­μέ­τρων, ε­γκα­τα­λεί­πο­ντας στο πε­δί­ο της μά­χης 300 πε­ρί­που νε­κρούς. Επί­σης, συ­νε­λή­φθη­σαν και 163 αιχ­μά­λω­τοι. Η IV Μεραρ­χί­α α­πώ­λε­σε 22 νε­κρούς και 90 τραυ­μα­τί­ες.

Τον Ιού­λιο, ε­λή­φθη η α­πό­φα­ση δια­λύ­σε­ως του Νο­τί­ου Συ­γκρο­τή­μα­τος Με­ραρχιών, στο ο­ποί­ο υ­πή­γε­το η συ­γκε­κρι­μέ­νη μο­νά­δα. Έ­κτο­τε, η IV Με­ραρ­χί­α ε­τέ­θη α­πευ­θεί­ας υ­πό τις δια­τα­γές της Στρα­τιάς και ε­γκα­τα­στά­θη­κε στο Α­φιόν Κα­ρα­χι­σάρ, προ­κει­μέ­νου να ε­μπο­δί­σει τη σύ­μπτυ­ξη των ε­χθρι­κών δυ­νά­με­ων προς το Ι­κό­νιο. Η μο­νά­δα αυ­τή διε­σφά­λι­ζε το δε­ξιό της Στρα­τιάς, η ο­ποί­α με­τα­κι­νή­θη­κε δια­δο­χικώς στην περιο­χή του Ι­σι­κλάρ (την 1η Αυ­γού­στου 1921) και στην α­ντίστοι­χη του Μπου­λα­βα­ντίν (την 7η Αυ­γού­στου 1921). Η μη συντρι­βή των Κε­μα­λι­κών κα­τά τις ε­πι­χει­ρή­σεις του θέ­ρους του 1921 και κυ­ρί­ως κατά τη θρυ­λι­κή πο­ρεί­α προς την Ά­γκυ­ρα, έ­πει­σε το Γε­νι­κό Στρα­τη­γεί­ο πε­ρί της α­νά­γκης ε­πι­στρο­φής των στρα­τευ­μάτων στις βά­σεις ε­ξορ­μή­σε­ώς τους. Λί­γες ε­βδο­μά­δες με­τά την έ­ναρ­ξη της ε­πο­ποι­ΐ­ας του Σαγ­γα­ρί­ου και της Αλ­μυ­ράς Ε­ρή­μου, οι ελ­λη­νι­κές δυ­νά­μεις ε­γκα­τα­στά­θη­καν α­μυ­ντι­κά ε­πί της νο­η­τής γραμ­μής Κιου-Ε­σκή Σε­χίρ-Α­φιόν Κα­ρα­χι­σάρ. Κα­τά το προ­σε­χές διά­στη­μα, οι ελ­ληνι­κές κυ­βερ­νή­σεις κα­τέ­βα­λαν α­γω­νιώ­δεις προ­σπά­θειες για τη δι­πλω­μα­τι­κή ε­πί­λυ­ση του ζη­τή­μα­τος με την πα­ράλ­λη­λη δια­σφά­λι­ση των δι­καιω­μά­των των Μι­κρασια­τών. Δυ­στυ­χώς, ο Κεμάλ, ε­νι­σχυό­με­νος ποι­κι­λοτρό­πως α­πό τους Γάλ­λους, τους Ι­τα­λούς και τους Σοβιε­τι­κούς, προ­έ­βα­λε μα­ξιμα­λι­στι­κούς ό­ρους, τους ο­ποί­ους ου­δε­μί­α ελ­λη­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση μπο­ρού­σε να α­πο­δε­χθεί. Ως εκ τούτου, η τύ­χη της Μ. Α­σί­ας έ­μελλε να κρι­θεί ε­πί του πε­δί­ου της μά­χης.

Την 13η / 26η Αυ­γού­στου 1922, ε­ξεδη­λώ­θη η με­γά­λη τουρ­κι­κή ε­πί­θε­ση με ε­πί­κε­ντρο την ε­ξέ­χου­σα του Α­φιόν, που ή­ταν το α­δύ­να­το ση­μεί­ο της ελ­λη­νι­κής πα­ρα­τά­ξε­ως. Η IV Με­ραρ­χί­α υ­πα­γό­ταν στο Α΄ Σώ­μα Στρα­τού και τε­λού­σε υ­πό τις διατα­γές του Υ­πο­στρα­τή­γου Δη­μη­τρί­ου Δη­μα­ρά. Η μο­νά­δα κα­τεί­χε τον ι­διαι­τέ­ρως ε­κτε­τα­μέ­νο το­μέ­α Κα­πε­λάρ, ο ο­ποί­ος ε­κτει­νό­ταν σε μή­κος 20 χι­λιο­μέ­τρων! Η αμυ­ντι­κή διά­τα­ξη ή­ταν ι­διαι­τέ­ρως α­δύ­να­τη, κα­θώς στην ε­ξέ­χου­σα του Α­φιόν 33 φί­λια τάγ­μα­τα εί­χαν να α­ντιμε­τω­πί­σουν την ε­πί­θε­ση 90 τουρ­κι­κών, τα ο­ποί­α ήταν πλή­ρως ε­ξο­πλι­σμέ­να και κα­λώς εκ­παι­δευ­μέ­να. Η ε­πί­θε­ση ξε­κί­νη­σε με σφοδρό βομ­βαρ­δι­σμό των ελ­λη­νι­κών θέ­σε­ων, ο ο­ποί­ος προ­κά­λε­σε με­γά­λες α­πώ­λειες στο έμ­ψυ­χο δυ­να­μι­κό της μο­νά­δος. Α­να­φέ­ρε­ται χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά ό­τι έ­να τάγμα α­πώ­λε­σε 17 α­ξιω­μα­τι­κούς και 346 ο­πλί­τες ε­ντός ο­λί­γων μό­νον ω­ρών! Ε­ντού­τοις, προ­ε­βλή­θη σθε­να­ρή ά­μυ­να προ του α­ριθ­μη­τι­κώς υ­πέρ­τε­ρου ε­χθρού. Δυ­στυ­χώς, οι Τούρ­κοι κα­τά­φε­ραν να κα­τα­λά­βουν το δε­ξιό της α­μυ­ντι­κής το­ποθε­σί­ας, ε­πι­κε­ντρώ­νο­ντας τις προ­σπά­θειές τους στην εκ­με­τάλ­λευ­ση του υ­φι­στά­με­νου κε­νού με­τα­ξύ της Ι και της ΙV Με­ραρ­χί­ας. Το ρήγ­μα δεν κα­τέ­στη δυ­να­τόν να φρα­γεί λό­γω της α­ριθ­μη­τι­κής υ­πε­ρο­χής του εχθρού αλ­λά και της δρά­σε­ως του τουρ­κι­κού ιπ­πι­κού. Την ε­πο­μέ­νη, α­νε­τρά­πη και το κέ­ντρο της α­μυ­ντι­κής δια­τά­ξε­ως, γε­γο­νός που κοι­νο­ποί­η­σε στην η­γε­σί­α του Α΄ Σώ­μα­τος Στρα­τού η διοί­κη­ση της μο­νά­δος. Τό­τε, α­πεφα­σί­σθη η σύ­μπτυξη της ΙV Με­ραρ­χί­ας προς τα υ­ψώ­μα­τα Κιο­προυλού-Ι­νάς. Η δια­τα­γή συ­μπτύ­ξε­ως δεν κα­τέ­στη δυ­να­τόν να δια­βι­βα­στεί σε ό­λα τα μα­χό­με­να τμή­μα­τα, κα­θώς το ή­δη προ­βλη­μα­τι­κό δί­κτυο δια­βι­βά­σε­ων κα­τέ­στη α­πο­λύ­τως α­νε­παρ­κές, λό­γω της δρά­σε­ως του ε­χθρού και της α­σύ­ντα­κτης υ­ποχω­ρή­σε­ως των η­με­τέ­ρων δυ­νά­με­ων. Η κα­τά­στα­ση αυ­τή εί­χε ως α­πο­τέ­λε­σμα η διοί­κη­ση της Στρα­τιάς να μην έ­χει σα­φή ει­κό­να της α­κρι­βούς θέ­σε­ως των η­με­τέρων τμη­μά­των.

Το βρά­δυ της δευ­τέ­ρας η­μέ­ρας της ε­πι­θέ­σε­ως, οι ε­να­πο­μεί­να­σες συ­ντε­ταγ­μέ­νες δυ­νά­μεις της με­ραρ­χί­ας συ­γκε­ντρώ­θη­καν γύ­ρω α­πό το Α­ρα­πλή Τσο­φλίκ, κα­λυ­πτό­με­νες α­πό το 26ο Σύ­νταγ­μα Πε­ζι­κού. Έ­να α­πό­σπα­σμα της ΧΙ­Ι Με­ραρ­χί­ας υ­πό τον Συ­νταγ­ματάρ­χη Νι­κό­λα­ο Πλα­στή­ρα έ­φθα­σε στα νο­τιο­δυ­τι­κά του Κιο­πρου­λού προ­κει­μέ­νου να κα­λύ­ψει το δε­ξιό της ΙV Με­ραρ­χί­ας. Α­κο­λού­θως, κα­τευ­θύν­θη­κε βό­ρεια προς το Μπαλ Μαχ­μούτ για να συν­δρά­μει τις ε­κεί μα­χό­με­νες δυ­νά­μεις. Λό­γω της υ­φι­στα­μέ­νης συγ­χύσε­ως, το 26ο Σύ­νταγ­μα α­πε­σύρ­θη εκ των θέ­σε­ών του, διό­τι ο διοι­κη­τής του ε­θε­ώ­ρη­σε ό­τι ο Πλα­στή­ρας :smt129 εί­χε κατα­λά­βει την προ­βλε­πο­μέ­νη α­πό τις δια­τα­γές της ΙV Με­ραρ­χί­ας θέ­ση. Το α­πο­τέ­λε­σμα ή­ταν να βρε­θεί ε­κτε­θει­μέ­νο το δεξιό της με­ραρ­χί­ας. Ση­μειω­τέ­ον ό­τι οι Τούρ­κοι, α­ντι­λη­φθέ­ντες το «θε­ό­σταλ­το δώ­ρο», ε­πε­τέ­θη­σαν α­κρι­βώς στο ση­μεί­ο ό­που υ­πήρ­χε το κε­νό, κα­τά το ε­πό­μενο πρω­ι­νό! Η ε­πί­θε­ση αυ­τή κα­τέ­λα­βε τους α­ξιω­ματι­κούς και τους ο­πλί­τες της μο­νά­δος εξ’ α­πή­νης, με α­πο­τέ­λε­σμα αυ­τοί να υ­πο­χρε­ω­θούν σε α­σύ­ντα­κτη υ­πο­χώρη­ση. Έ­κτο­τε, αυ­τή ε­τρά­πη σε φυ­γή προς τα πα­ρά­λια. Τε­λι­κώς, τα υ­πο­λείμ­μα­τα της με­ραρ­χί­ας (δη­λα­δή, 200 α­ξιω­μα­τι­κοί, 3.300 ο­πλί­τες και 450 κτή­νη) κα­τά­φε­ραν να φθά­σουν στον Τσε­σμέ και α­πό κει στη Χί­ο, την 1η Σε­πτεμβρί­ου.

Με­τά τη Μι­κρα­σια­τι­κή κα­τα­στροφή και την ε­πα­κό­λου­θη α­να­διορ­γά­νω­ση των ε­νόπλων δυ­νά­με­ων, η ΙV Με­ραρ­χί­α υ­πή­χθη υ­πό τις δια­τα­γές του διοικη­τού του Β΄ Σώ­μα­τος Στρα­τού. Η ε­πάν­δρω­ση του στρα­τη­γεί­ου θα γι­νό­ταν μόνον α­πό πυ­ρή­νες και η μο­νά­δα θα α­παρ­τι­ζό­ταν α­πό τρί­α συ­ντάγ­μα­τα πε­ζι­κού. Αυ­τά ή­ταν το 8ο Σ.Π., το 11ο Σ.Π. και το 35ο Σ.Π.. Η έ­δρα της μο­νά­δος με­τα­φέρ­θη­κε στη Θεσσα­λο­νί­κη. Κα­τά τα προ­σε­χή έ­τη, η χώ­ρα ει­σήλ­θε σε μί­α πε­ρί­ο­δο έ­ντο­νης α­να­ταρα­χής, κύ­ρια χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της ο­ποί­ας υ­πήρ­ξαν η πο­λι­τι­κή α­στά­θεια, η οικο­νο­μι­κή δυ­σπρα­γί­α και η κοι­νω­νι­κή α­να­στά­τω­ση. Πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρό­λο στο πο­λι­τι­κό γί­γνε­σθαι έ­παι­ζε πλέ­ον ο στρα­τός, ο ο­ποί­ος ε­πέ­βα­λε και το πο­λίτευ­μα της α­βα­σί­λευ­της δη­μο­κρα­τί­ας. Κα­τά τη διάρ­κεια της πε­ριό­δου αυ­τής (1924-1936), ξέ­σπα­σαν πλέ­ον των 5 μεί­ζο­νων στα­σια­στι­κών κι­νη­μά­των. Την 4η Αυ­γού­στου 1936, ε­ξε­δη­λώ­θη το τε­λευ­ταί­ο (α­ναί­μα­κτο) υ­πό τον Ιω­άν­νη Με­τα­ξά. Έ­κτο­τε, η Ελ­λάς ει­σήλ­θε σε μί­α νέ­α πε­ρί­ο­δο προ­πα­ρα­σκευ­ής κατ’ ου­σί­αν για τον ε­πι­κεί­με­νο Β΄ Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο.

Την 3η Σε­πτεμ­βρί­ου 1939, η Γαλ­λί­α και η Μεγ. Βρε­ταν­νί­α εκή­ρυ­ξαν τον πό­λε­μο στην ε­θνι­κο­σο­σια­λι­στι­κή Γερ­μα­νί­α, υ­πό το πρό­σχη­μα της ε­πι­θέ­σε­ως τής τε­λευ­ταί­ας ε­να­ντί­ον της Πο­λω­νί­ας. Μο­λα­ταύ­τα, οι Αγ­γλο­γάλλοι ου­δε­μί­α βο­ή­θεια προ­σέ­φε­ραν στους Πο­λω­νούς, ο στρα­τός των ο­ποί­ων κατέρρευ­σε ε­ντός ε­λα­χί­στων ε­βδο­μά­δων. Βεβαί­ως, στην ε­ξέ­λι­ξη αυ­τή συ­νει­σέ­φερε και η εκ των νώ­των ε­πί­θε­ση των Σο­βιε­τι­κών, κατ’ ε­φαρ­μο­γήν του συμ­φώ­νου von Ribbentrop-Molotov (α­πό τα ο­νό­μα­τα των υ­πουρ­γών Ε­ξω­τε­ρι­κών της Γερ­μα­νί­ας και της Σο­βιε­τι­κής Ε­νώ­σε­ως α­ντι­στοί­χως), της 23ης Αυ­γούστου 1939. Την 27η Σε­πτεμ­βρί­ου, πα­ρεδό­θη η Βαρ­σο­βί­α και ο πό­λε­μος στην Α­να­το­λή ε­τερ­μα­τί­σθη. Ε­πη­κο­λού­θη­σε μί­α ε­ξά­μη­νη πε­ρί­ο­δος (Ο­κτώ­βριος 1940 - Α­πρί­λιος 1941), η ο­ποί­α α­πε­κλή­θη «ψευ­το­πό­λεμος» α­πό τους Αγ­γλο­σά­ξο­νες ή «γε­λοί­ος πό­λε­μος» α­πό τον γαλ­λι­κό Τύ­πο. Αρ­γό­τε­ρα, η σύρ­ρα­ξη ε­ξέ­λα­βε με­γά­λες δια­στά­σεις και ει­σήλ­θαν σε αυ­τήν τα περισ­σό­τε­ρα κρά­τη της υ­φη­λί­ου. Τον Ιού­νιο του 1940, οι Γερ­μα­νοί ή­ταν κύριοι ό­λης της Ευ­ρώ­πης πλην των Βαλ­κα­νί­ων, της Ελ­βε­τί­ας, της Ι­βη­ρι­κής χερ­σο­νή­σου και της Ρωσ­ί­ας.

Οι σύμ­μα­χοί τους Ι­τα­λοί ει­σήλ­θαν στον πό­λε­μο την 10η Ιου­νί­ου. Αρ­χι­κώς, τα στρα­τεύ­μα­τα της Ρώ­μης έ­πλη­ξαν εκ των νώ­των την κα­ταρ­ρέ­ου­σα Γαλ­λί­α. Α­κολού­θως, η Ρώ­μη έ­στρε­ψε την προ­σο­χή της στα Βαλκά­νια, ό­που κα­τεί­χε ή­δη την Αλ­βα­νί­α (α­πό την 7η Α­πρι­λί­ου του 1939) και τα Δω­δε­κά­νη­σα (α­πό την ά­νοι­ξη του 1912). Κα­τά τους προ­σε­χείς μήνες, οι Ι­τα­λοί κλι­μά­κω­σαν τις προ­κλή­σεις τους κα­τά της Ελ­λά­δας, με α­πο­κορύ­φω­μα τον ά­ναν­δρο τορ­πιλ­λι­σμό του εύ­δρο­μου «Έλ­λη» στο λι­μά­νι της Τή­νου, α­νή­με­ρα της ε­ορ­τής της Πα­να­γί­ας, τον Δε­κα­πε­νταύ­γου­στο του 1940. Η ελ­λη­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση εί­χε ε­πι­λέ­ξει να πα­ρα­μεί­νει ου­δέ­τε­ρη. Ε­ντού­τοις, ο Με­τα­ξάς έ­λαβε διά­φο­ρα μέ­τρα για την ε­πι­τά­χυν­ση του ε­ξο­πλι­στι­κού προ­γράμμα­τος και τη στρα­τιω­τι­κή θω­ρά­κι­ση της χώ­ρας. Η Α­θή­να α­πή­ντη­σε στις συ­νε­χείς προ­κλή­σεις της Ρώ­μης δια της δι­πλω­μα­τι­κής ο­δού, α­πο­φεύ­γο­ντας να δώ­σει το πα­ρα­μικρό πρό­σχη­μα στους Ι­τα­λούς. Τε­λι­κώς, νω­ρίς το πρω­ΐ της 28ης Ο­κτω­βρί­ου 1940, ο Ι­τα­λός πρέ­σβης στην Α­θή­να Εμ­μα­νουέ­λε Γκρά­τσι (Emmanuele Grazzi) ε­πέ­δωσε μί­α τε­λε­σι­γρα­φι­κή δια­κοί­νω­ση στον Με­τα­ξά. Ο τε­λευ­ταί­ος αρ­νή­θη­κε να συναι­νέ­σει στις θρα­σεί­ες α­παι­τή­σεις των Ι­τα­λών, α­πα­ντώ­ντας με τη φρά­ση: «Λοι­πόν, βρι­σκό­μα­στε σε πό­λε­μο». Οι Ι­τα­λοί δεν α­νέ­με­ναν καν τη λή­ξη της προ­θεσμί­ας του δι­κού τους τε­λε­σι­γρά­φου και ε­πε­τέ­θη­σαν 30 λε­πτά προ της λή­ξε­ώς του. :011:

Το ελ­λη­νι­κό σχέ­διο προ­έ­βλε­πε την α­ντί­τα­ξη α­μύ­νης ε­πί της γραμ­μής Λαι­μός (α­να­το­λι­κώς της Μι­κρής Πρέ­σπας)-Μι­κρή Πρέ­σπα-ο­ρει­νός ό­γκος Βάρ­μπας-ο­ρει­νό συ­γκρότη­μα Σα­μο­βί­τσα-Μά­λι Μά­δι-Φλα­τσά­τα-Αμ­μού­δα-Α­λε­βί­τσα-Γράμ­μος-Σμό­λικας-Γκα­μή­λα-Ε­λαί­α-πο­τα­μός Κα­λα­μάς. Η γραμ­μή αυ­τή προ­ε­κρί­θη, διό­τι οι ι­τα­λι­κές δυ­νά­μεις ή­ταν ε­τοι­μο­πό­λε­μες και συ­γκε­ντρω­μέ­νες ε­πί της ελ­λη­νο­αλ­βα­νι­κής με­θορί­ου, γε­γο­νός που διευ­κό­λυ­νε την α­πό μέ­ρους τους διε­ξα­γω­γή μί­ας αιφ­νι­δια­στι­κής ε­πι­θέ­σε­ως. Α­ντι­θέ­τως, ο Ελ­λη­νι­κός Στρα­τός θα συ­νε­κρο­τεί­το α­να­γκα­στι­κά με προ­ε­πι­στρά­τευ­ση, προ­κει­μέ­νου να μη δο­θεί η πα­ρα­μι­κρή α­φορ­μή στους Ι­ταλούς. Οι ελ­λη­νι­κές δυ­νά­μεις ε­πι­στρα­τεύ­θη­καν γρή­γο­ρα και με α­πό­λυ­τη ε­πι­τυ­χί­α. Η ΙV Με­ραρχί­α α­πο­τε­λεί­το α­πό το 8ο Σ.Π., το 9ο Σ.Π. (με έ­δρα την Κα­λα­μά­τα), το 11ο Σ.Π. (με έ­δρα την Τρί­πο­λη), το IV Σύ­νταγ­μα Ο­ρει­νού Πυ­ρο­βολι­κού και την IV Ο­μά­δα Α­να­γνω­ρί­σε­ως. Διοι­κητής της μο­νά­δος ή­ταν ο Υ­πο­στρά­τη­γος Λε­ω­νί­δας Στερ­γιό­που­λος. Την 3η Νο­εμ­βρί­ου, οι άν­δρες της ΙV Με­ραρ­χί­ας ξε­κί­νη­σαν α­πό την Πε­λο­πόν­νη­σο κα­τευ­θυ­νό­με­νοι προς την Κα­λα­μπά­κα. Πε­ρί τα τέ­λη του μηνός, η μο­νά­δα ε­γκα­τέ­λει­ψε την πό­λη αυ­τή και, κι­νού­με­νη κυ­ρί­ως τη νύ­κτα προς α­πο­φυ­γήν της ε­χθρι­κής α­ε­ρο­πο­ρί­ας, έφθα­σε στα δυ­τι­κά των Ιω­αν­νί­νων (την 2α Δε­κεμ­βρί­ου). Εκεί, το­πο­θε­τή­θη­κε στην ε­φε­δρεί­α του Α΄ Σώ­μα­τος Στρα­τού. Λί­γο με­τά, ε­γκα­ταστά­θη­κε στην πρώ­τη γραμ­μή του με­τώ­που, α­ντι­κα­θι­στώ­ντας την Ι­Ι­Ι Με­ραρ­χί­α, η ο­ποί­α με­τα­κι­νή­θη­κε προς Δυ­σμάς. Οι άν­δρες τής μο­νά­δος ευ­ρί­σκοντο ε­πί της κα­τευ­θύν­σε­ως Κα­κα­βιά-Αρ­γυ­ρό­κα­στρο.

Την 8η Δε­κεμ­βρί­ου, η συ­γκε­κρι­μέ­νη με­ραρ­χί­α άρ­χι­σε την προ­έ­λα­σή της προ­κειμέ­νου να κα­τα­λά­βει τα υ­ψώ­μα­τα Κουρ­βε­λέ­σι και να υπερ­κε­ρά­σει το Τε­πε­λέ­νι α­πό τα δυ­τι­κά. Α­πό τον προ­η­γού­με­νο μή­να, οι Ι­τα­λοί εί­χαν ε­γκα­τα­λεί­ψει το ελ­λη­νι­κό έ­δα­φος και εί­χαν ε­γκα­τα­στα­θεί ε­πί της γραμ­μής Κουρ­βε­λέ­σι-Μά­λι Σπατ-Σκε­κοβίκ. Δυ­στυ­χώς, οι δυ­σμε­νείς και­ρι­κές συνθή­κες κα­θι­στού­σαν πο­λύ δύ­σκο­λες τις ε­πι­θε­τι­κές ε­νέρ­γειες των Ελ­λή­νων. Επι­πλέ­ον, α­πό τις αρ­χές Δε­κεμ­βρί­ου, ο ε­χθρός ε­νι­σχύ­θη­κε ση­μα­ντι­κά με την άφι­ξη της 5ης Με­ραρ­χί­ας Pusteria, :smt005: της 11ης Brennero, της 33ης Aqui *, της 37ης Με­ραρ­χί­ας Modena, της 48ης Taro και τμή­μα­τα Με­λα­νοχι­τώ­νων. Εντού­τοις, με α­πα­ρά­μιλ­λο θάρ­ρος οι άν­δρες της μο­νά­δος κα­τά­φε­ραν ό­χι μό­νον να υ­πο­χρε­ώ­σουν τον ε­χθρό σε υ­πο­χώ­ρη­ση αλ­λά και να κα­τα­λά­βουν το Μά­λι Σπατ, συλ­λαμ­βά­νο­ντας πολλούς αιχ­μα­λώ­τους (8ο Σ.Π.). Ε­πίσης, οι άν­δρες του 9ου Σ.Π. κα­τέ­λα­βαν το Σκε­κοβίκ. Μολα­ταύ­τα, η ε­πι­τυχί­α ε­πι­σκιά­στη­κε α­πό τις ε­κτε­τα­μέ­νες α­πώλειες που προ­κάλεσε στη με­ραρ­χί­α το δρι­μύ ψύ­χος. Κα­τά τις προ­σε­χείς η­μέ­ρες, οι ά­σχη­μες καιρι­κές συν­θή­κες κα­τέστη­σαν α­δύ­να­τη την εκ­δή­λω­ση μί­ας νέ­ας ε­πι­θέ­σε­ως και το μέ­τω­πο στα­θε­ρο­ποι­ή­θη­κε.


*
Spoiler
Για την τύχη της βλ. εδώ : viewtopic.php?f=11&t=21364&p=1422037&hi ... 1#p1422037
Εικόνα

Την 22α Δε­κεμ­βρί­ου, ο Συ­νταγ­μα­τάρ­χης Κλε­άν­θης Μπου­λά­λας α­νέ­λα­βε τη διοί­κη­ση της μο­νά­δος. Την 26η Δε­κεμβρίου, συ­νέ­τα­ξε μί­α α­να­φο­ρά, σύμ­φω­να με την ο­ποί­α η με­ραρ­χί­α εί­χε α­πω­λέ­σει από τα ε­χθρι­κά πυ­ρά 53 α­ξιω­μα­τι­κούς και 1.076 ο­πλί­τες (νε­κρούς-τραυμα­τί­ες), ε­νώ ο αριθ­μός των πα­γο­πλή­κτων α­νήρ­χε­το σε 60 α­ξιω­μα­τι­κούς και 2.600 ο­πλί­τες! :o Οι α­πώ­λειες αυ­τές ή­ταν δύ­σκο­λο να α­να­πλη­ρω­θούν ά­με­σα και κα­τέ­στησαν α­δύ­να­τη την ο­ρι­στι­κή συ­ντρι­βή του ε­χθρού. Οι Ι­τα­λοί έ­σπευ­σαν να εκ­με­ταλλευ­θούν την προ­σω­ρι­νή βελ­τί­ω­ση των και­ρι­κών συν­θη­κών και βομ­βάρ­δι­σαν τις ελ­λη­νι­κές θέ­σεις και την ο­δό α­νε­φο­δια­σμού, την 30η Δε­κεμ­βρί­ου. Μά­λι­στα, στο χω­ριό Κο­ρώ­νι α­νε­τι­νά­χθη ο Σταθ­μός Διοι­κή­σε­ως με α­πο­τέ­λεσμα να σκο­τω­θούν 5 και να τραυ­μα­τι­στούν 4 άν­δρες. Ο βομ­βαρ­δι­σμός αυ­τός δεν εκλό­νι­σε το η­θι­κό των Ελ­λή­νων, οι ο­ποί­οι προ­ω­θή­θη­καν μέ­χρι το Λα­κτού­σι. Τα η­μέ­τε­ρα τμή­μα­τα κα­τέ­λα­βαν το χω­ριό Νε­βί­τσα, ό­που αιχ­μα­λώ­τι­σαν έ­να ο­λό­κλη­ρο ε­χθρι­κό τάγ­μα, δυ­νά­με­ως 487 αν­δρών! Το γε­γο­νός αυ­τό προ­κά­λε­σε τον θαυ­μασμό ό­λων των στρα­τιω­τι­κών πα­ρα­τη­ρη­τών.

Την 7η Ιανουα­ρί­ου 1941, α­πε­φα­σί­σθη η α­πό­συρ­ση της μο­νά­δος α­πό την πρώ­τη γραμ­μή προς ανά­παυ­ση και α­να­συ­γκρό­τη­ση των αν­δρών της. Έ­ως τό­τε, η συ­νεισφο­ρά της στην α­πό­κρου­ση του Ι­τα­λού ει­σβο­λέ­ως ή­ταν ου­σια­στι­κή. Ση­μειώ­νε­ται εν­δει­κτικά ό­τι οι άν­δρες της IV Με­ραρ­χί­ας συ­νέ­λα­βαν πλέ­ον των 1.300 αιχ­μα­λώτων και κυ­ρί­ε­ψαν ά­φθο­νο πο­λε­μι­κό υ­λι­κό (με­τα­ξύ άλ­λων, 23 πυ­ρο­βό­λα, πολ­λούς όλ­μους δια­φό­ρων δια­με­τρη­μά­των, αρ­κε­τά πο­λυ­βό­λα και υ­λικό δύ­ο ο­ρει­νών χειρουρ­γεί­ων). Την 9η Μαρ­τί­ου, οι Ι­ταλοί ε­ξα­πέ­λυ­σαν την πο­λυ­δια­φη­μι­σμέ­νη «ε­α­ρι­νή ε­πί­θε­σή» τους, πα­ρου­σί­α του ι­δί­ου του Μπε­νί­το Μυσ­σο­λί­νι (Benito Mussolini). Ε­πρό­κει­το για την τε­λευ­ταί­α τους α­πό­πει­ρα ό­πως αλ­λά­ξουν τον ρου της βαλ­κα­νικής τους εκ­στρα­τεί­ας προ της ε­μπλοκής των Γερ­μα­νών σε αυ­τήν. Δυ­στυ­χώς για τους Ι­τα­λούς ι­θύ­νο­ντες, και αυ­τή η προ­σπά­θεια κα­τέ­λη­ξε σε οι­κτρή α­πο­τυ­χί­α. Η ΙV Με­ραρ­χί­α δεν συμ­με­τεί­χε στην α­πό­κρου­σή της κα­θώς ε­πα­να­προ­ω­θή­θη­κε στο μέ­τω­πο, ό­ταν η ε­πι­θε­τι­κή ορ­μή των Ι­τα­λών εί­χε πλέ­ον κο­πά­σει. Πιο συ­γκε­κριμέ­να, την 16η Μαρ­τί­ου, η συ­γκε­κρι­μέ­νη με­ραρ­χί­α υ­πή­χθη υ­πό τις δια­τα­γές του διοι­κη­τού του Β΄ Σώ­μα­τος Στρα­τού Υ­πο­στρα­τή­γου Γε­ωργί­ου Μπά­κου. Δύ­ο η­μέ­ρες αρ­γό­τε­ρα, η μο­νά­δα ε­γκα­τα­στά­θη­κε στον το­μέ­α Κλει­σού­ρας, βο­ρεί­ως του πο­τα­μού Α­ώ­ου. Α­κρι­βώς, ε­κεί­νη η πε­ριο­χή α­πε­τέ­λε­σε τον στό­χο της νέ­ας ε­πι­θε­τι­κής ε­νέρ­γειας του ε­χθρού, ο ο­ποί­ος ε­πε­δί­ω­κε να απο­διορ­γα­νώ­σει τις συ­γκοι­νω­νί­ες του Β΄ Σώ­μα­τος Στρα­τού. Την 22α Μαρ­τί­ου, ε­πε­τέ­θη­σαν με σφο­δρό­τη­τα, ελ­πί­ζο­ντας να κα­τα­λάβουν εξ’ α­πή­νης την προ­σφά­τως ε­γκα­τα­στα­θεί­σα στην πε­ριο­χή ΙV Με­ραρ­χί­α. Ση­μειω­τέ­ον ό­τι ό­λες οι προ­πα­ρασκευα­στι­κές ε­νέρ­γειες του ε­χθρού εί­χαν γί­νει με ά­κρα μυ­στι­κό­τη­τα. Μά­λι­στα, οι Ι­τα­λοί εί­χαν με­τα­φέ­ρει στην πε­ριο­χή δύ­ο νέ­ες με­ραρ­χί­ες και 23 πυ­ρο­βολαρ­χί­ες! Οι α­ξιω­μα­τι­κοί και οι ο­πλί­τες της ΙV Με­ραρ­χί­ας κα­τά­φε­ραν να α­πο­κρού­σουν ό­λες τις ε­χθρι­κές ε­πι­θέσεις, οι ο­ποί­ες συ­νε­χί­στη­καν έ­ως την 5η Α­πρι­λί­ου.

Εικόνα
Ο Υποστράτηγος Γεώργιος Μπάκος (1892-1945)

Την ε­πο­μέ­νη, οι Γερ­μα­νοί προ­σέ­τρε­ξαν σε βο­ή­θεια των δια­συρ­θέ­ντων συμμάχων τους. Η προ­α­να­φερ­θεί­σα με­ραρ­χί­α διε­τή­ρη­σε τις θέ­σεις της έ­ως την 13η Α­πρι­λί­ου. Τό­τε, ε­ξε­δό­θη γε­νι­κή δια­τα­γή συ­μπτύ­ξεως προς α­πο­φυ­γή πε­ρι­κυ­κλώ­σεως, λό­γω της ρα­γδαί­ας προ­ε­λά­σε­ως των γερ­μα­νικών στρα­τευ­μά­των στη βό­ρεια Ελ­λά­δα. Η IV Μεραρ­χί­α με­τε­γκα­τε­στά­θη αρ­χι­κώς στην Τρε­μπε­σί­να και α­κο­λού­θως στα βο­ρειοα­να­το­λι­κά της Κλει­σού­ρας. Την 16η Α­πρι­λί­ου, ε­ξε­δηλώ­θη νέ­α σφο­δρή ι­τα­λι­κή ε­πί­θε­ση, η ο­ποί­α α­πε­κρού­σθη ε­πι­τυ­χώς. Το η­θι­κό των αν­δρών της με­ραρχί­ας πα­ρέ­με­νε υ­ψη­λό και δεν εί­χαν ση­μειω­θεί λι­πο­τα­ξί­ες. Δια­τη­ρώ­ντας τη συ­νο­χή της, κα­τέ­στρε­ψε το ο­δι­κό δί­κτυο και το ί­διο βρά­δυ ξε­κί­νη­σε έ­ναν νέ­ο υ­πο­χω­ρη­τι­κό ε­λιγ­μό. Οι άν­δρες της α­νήλ­θαν το χιο­νο­σκε­πές ό­ρος Νε­μέρ­σκα, κα­τευ­θυ­νό­με­νοι προς το χω­ριό Δρυ­μά­δες. Έ­κτο­τε, η μο­νά­δα υπή­χθη υ­πό τις δια­τα­γές του διοι­κη­τού του Α΄ Σώ­μα­τος Στρα­τού Α­ντι­στρατήγου Πα­να­γιώ­τη Δε­μέ­στι­χα. Οι ά­θλιες και­ρι­κές συν­θή­κες και η συ­νε­χής πί­ε­ση του ε­χθρού προ­κά­λε­σαν τις πρώ­τες διαρ­ρο­ές με­τα­ξύ των αν­δρών της μεραρ­χίας. :o Ε­ντού­τοις, οι πε­ρισ­σό­τε­ροι εξ’ αυ­τών συ­νέ­χι­σαν συ­ντε­ταγ­μέ­νοι, φθά­νο­ντας στην ελ­λη­νο­αλ­βα­νι­κή μεθό­ριο την 19η Α­πρι­λί­ου 1941. Το με­σημέ­ρι της ε­πο­μέ­νης, οι κα­τα­πο­νη­μέ­νοι άν­δρες της μο­νά­δος ε­δέ­χθη­σαν τη συν­δυα­σμέ­νη ε­πί­θε­ση του ι­τα­λι­κού πυ­ρο­βο­λι­κού και της γερ­μα­νι­κής α­ερο­πο­ρίας. Η με­ραρ­χί­α κα­τά­φε­ρε να δια­τη­ρή­σει τη συ­νο­χή της, αν και υ­πέ­στη μεγά­λες α­πώ­λειες. Οι ε­πι­θέ­σεις των Ι­τα­λών συ­νε­χί­στη­καν και με­τά την υ­πο­γραφή των πρωτο­κόλ­λων πα­ρα­δό­σε­ως του Ελ­λη­νι­κού Στρα­τού στους Γερ­μα­νούς. Η ΙV Με­ραρ­χί­α α­πέ­κρου­σε με ε­πι­τυ­χί­α τον ε­χθρό για μί­α α­κό­μη φο­ρά. Μά­λι­στα, η τα­πεί­νω­ση των Ι­τα­λών ή­ταν τέ­τοια ώ­στε ζή­τησαν οι ί­διοι την κα­τά­παυ­ση του πυ­ρός προ­κει­μέ­νου να πε­ρι­συλ­λέ­ξουν τους νεκρούς και τους τραυ­μα­τί­ες τους (ο α­ριθ­μός των ο­ποί­ων ξε­περ­νού­σε τους 500)! Την 23η Α­πρι­λί­ου, η μο­νά­δα συ­νε­πτύ­χθη προς τα Ιω­άν­νινα και το ί­διο βρά­δυ διέ­βη τη γραμ­μή Μπισ­δούκ-Κα­λα­μά. Κα­τά τις προ­σε­χείς 20 πε­ρίπου η­μέ­ρες, η με­ραρ­χί­α πο­ρεύ­τη­κε συ­ντε­ταγ­μέ­να και μό­νον ό­ταν οι άν­δρες της έ­φθα­σαν στον Ψα­θό­πυρ­γο Α­χα­ΐ­ας, η ΙV Μεραρ­χί­α δια­λύ­θη­κε.

Ο Β΄ Πα­γκό­σμιος Πό­λε­μος έ­λη­ξε τον Μάιο του 1945. Βε­βαί­ως, το με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος της Ελ­λά­δος εί­χε ή­δη α­πε­λευ­θε­ρω­θεί α­πό το φθι­νό­πω­ρο του 1944. Σταδια­κά, ό­μως, η χώ­ρα πε­ριέ­πε­σε στη δί­νη των ε­σω­τε­ρι­κών συ­γκρού­σε­ων για την κα­τά­κτη­ση της ε­ξου­σί­ας, στις ο­ποί­ες η ΙV Με­ραρ­χί­α δεν συμ­με­τεί­χε. Η μο­νά­δα ε­πα­να­συ­γκρο­τή­θη­κε ως Στρα­τιω­τι­κή Διοί­κη­σις Πε­λο­ποννή­σου (ΣΔΠ) δια της Φ. 4118/15/132708/15-5-53/ΓΕΣ/Α΄ ΚΛΑ­ΔΟΣ. Η έ­δρα της το­πο­θε­τή­θη­κε στην Τρί­πο­λη και πρώ­τος διοι­κη­τής α­νέ­λα­βε ο Υ­πο­στρά­τη­γος Γε­ώρ­γιος Σα­νώ­τας. Η ΣΔΠ ή­ταν με­γά­λη μο­νά­δα, ι­σό­τι­μη με με­ραρ­χί­α και υ­πα­γό­ταν στην ΑΣ­ΔΑΝ. Α­πε­φασί­σθη να τε­θούν υπ’ αυ­τήν ό­λα τα Κέ­ντρα Εκ­παι­δεύ­σε­ως και τα ΤΕ Πε­λο­πον­νήσου. Την 1η Αυ­γού­στου 1954, η μο­νά­δα με­το­νο­μά­στη­κε σε ΙV Με­ραρ­χί­α. Η έ­δρα της πα­ρέμει­νε στην Τρί­πολη και ως το­μέ­ας ευ­θύ­νης της ο­ρί­στη­κε ό­λη η Πε­λο­πόν­νη­σος, ε­ξαι­ρου­μέ­νων των νο­μών Α­χα­ΐ­ας και Η­λεί­ας. Ε­πη­κο­λού­θη­σε μί­α α­κό­μα (α­τυ­χής) με­το­νο­μα­σί­α της σε ΣΔΙ, τον Μά­ι­ο του 1961. Ευ­τυ­χώς, η με­το­νο­μα­σί­α αυ­τή α­πεδεί­χθη προ­σω­ρι­νή, κα­θώς τρο­πο­ποι­ή­θη­κε δια της Φ. 000/16/834616/Σ.18/31-180/ΥΕ­ΘΑ/ΓΕΣ/ΔΝΣΙΣ ΟΡ­Γ, ε­πί υ­πουρ­γί­ας του Ευάγ­γε­λου Α­βέ­ρωφ. Τό­τε, η μο­νά­δα έ­λα­βε εκ νέ­ου την πα­λαιά και ι­στο­ρι­κή ονο­μα­σί­α της.

Re: Πελοποννήσιοι.

Δημοσιεύτηκε: 25 Αύγ 2020, 19:00
από Ζαποτέκος
Συνέχεια απ' τα ωραία του Κωλέττη viewtopic.php?f=24&t=19005&p=1099829&hi ... 7#p1099724

Κατά των προεστών Νοταράδων της Κορίνθου :
Εικόνα
Εικόνα

Για τους ηττημένους του Εμφυλίου :
Εικόνα

H διαμαρτυρία του Γκούρα :

Εικόνα
Εικόνα

Re: Πελοποννήσιοι.

Δημοσιεύτηκε: 10 Μαρ 2021, 17:27
από Ζαποτέκος
Απαντητική επιστολή του Εθυμίου Ξύδη προς τον Κώστα Μπότσαρη ( Ιστορικόν Αρχείον Ύδρας: Αρχεία Λ. και Γ. Κουντουριώτη ) :

<< Αδελφέ, οι άρχοντες οι Μωραΐταις θέλουν, οπόταν θέλουν να κάμουν Διοίκησιν, και οπόταν θέλουν να την χαλάνε, και η Διοίκησις να υπόκειται εις τα θελήματα αυτών· ημάς δε τους Ρουμελιώτας θέλουν να μας αγοράζουν από είκοσι γρόσια να μας βάνουν ομπρός από τα άλογά τους και να τους λέμε, τί ορίζετε αφεντάδες· και όσοι δεν υποταχθώμεν εις αυτό, να μας κάμουν τα κεφάλια πύργο· και όσοι γλυτώσωμεν από τον πύργον, να μας στέλνουν εις τα πόστα της Ρούμελης να πολεμούμε και να σκοτωνώμεθα από τους Τούρκους δια να γαμούν αυτοί ξέγνοιαστα>>. :lol:

( Δημήτρης Τσιάμαλος , Οι Αρματολοί της Ρούμελης )

Re: Πελοποννήσιοι.

Δημοσιεύτηκε: 16 Οκτ 2022, 14:48
από Ζαποτέκος
Ο Ιμπραήμ θα αντικαθιστούσε τους Πελοποννήσιους με φελάχους :
[ φελ(λ)άχος = χωρικός της Αιγύπτου. Απ' το αραβικό fallah = χωρικός ]

Απόστολος Βακαλόπουλος :
Εικόνα
Εικόνα