Ένα μεγάλο απόσπασμα από το παρακάτω κείμενο:
Κώστας Μελάς
Οι αντιεμβολιαστικές απόψεις: μια ταξινόμηση
Ο λόγος είναι απλός: η πανδημία αποτελεί μια πραγματικότητα. Υπάρχει και ως εκ τούτου χρειάζεται να αντιμετωπισθεί. Όπως και στις υπόλοιπες ιογενείς πανδημίες, ο βασικός τρόπος αντιμετώπισής της είναι το κατάλληλο εμβόλιο. Αυτό αποτελεί ένα ιστορικό προηγούμενο και δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση. Παράλληλα, όπως πολλάκις έχει ειπωθεί, χρειάζεται η ολοκλήρωση της πράξης του εμβολιασμού με όλες τις υπόλοιπες ιατρικές –προληπτικές κα
ι φαρμακευτικές– ενέργειες προκειμένου το οπλοστάσιο να είναι ικανότερο και αποτελεσματικότερο. Μόνο η άρνηση της ύπαρξης της πανδημίας, οδηγεί στην άρνηση του εμβολίου, καταλογίζοντάς του ότι λειτουργεί μόνο ως μέσο εκμετάλλευσης, πλουτισμού των φαρμακευτικών εταιρειών και χειραγώγησης της κοινής γνώμης. Πιο απλά: όσο αρνούμαστε το καθολικά επιβεβλημένο και αναγκαίο, τόσο ταυτίζουμε το σύστημα με την πραγματικότητα.
Η φιλοσοφική προσέγγιση
Μια σημαντική παραλλαγή των ιδεολογικών αντιεμβολιαστικών αντιλήψεων είναι οι λεγόμενες φιλοσοφικές αντιλήψεις. Σε αυτές οι λέξεις κλειδιά είναι η βιοεξουσία –βιοπολιτική[6] και η κοινωνία του ελέγχου[7]. Ως κοινωνία του ελέγχου νοείται «η κοινωνία όπου οι μηχανισμοί του προστάγματος γίνονται ολοένα πιο “δημοκρατικοί”, ολοένα πιο εμμενείς στο κοινωνικό πεδίο, καθώς κατανέμονται στο νου και το σώμα όλων των πολιτών. Ως εκ τούτου, οι συμπεριφορές κοινωνικής ένταξης και αποκλεισμού, οι οποίες αποτελούν ίδιον της εξουσίας, ολοένα περισσότερο εσωτερικεύονται από τα ίδια τα υποκείμενα. Η εξουσία πλέον ασκείται μέσω μηχανισμών οι οποίοι οργανώνουν με άμεσο τρόπο τους νόες (σε επικοινωνιακά συστήματα, πληροφορικά δίκτυα κ.τ.λ.) και τα σώματα (σε συστήματα κρατικής πρόνοιας, επιτηρούμενες δραστηριότητες κ.τ.λ.), ωθώντας τα προς μια κατάσταση αυτόβουλης αλλοτρίωσης από την αίσθηση της ζωής και την επιθυμία για δημιουργικότητα… Η εξουσία μπορεί να επιτύχει την αποτελεσματική διοίκηση ολοκλήρου του φάσματος του βίου του πληθυσμού μόνον όταν καθίσταται μια αναπόσπαστη, ζωτική λειτουργία την οποία κάθε άτομο ενστερνίζεται και επανενεργοποιεί εκουσίως»[8].
Η ελευθερία μας υπόκειται σε θανάσιμο κίνδυνο[9]. Στο όνομα της υποστήριξης της δημόσιας υγείας και ασφάλειας, η βιοεξουσία εισβάλει στην ιδιωτική σφαίρα επιβάλλοντας νόμους πειθαρχίας, μετατρέποντας το καθεστώς της εξαίρεσης[10] σε καθημερινό κανόνα της σύγχρονης ζωής.
Ας σταματήσουμε για μια στιγμή σε αυτό το σημείο.
Είμαι ο τελευταίος που θα αρνηθώ την εξάπλωση και την ενσωμάτωση της βιοπολιτικής και της κατάστασης εξαίρεσης στα σημερινά συστήματα διακυβέρνησης στις χώρες της Δύσης αλλά και γενικότερα και στις υπόλοιπες χώρες του πλανήτη.
Παραθέτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από όσα έγραφα αρκετά χρόνια πριν[11] :
«Παραλλήλως αν σε όλα αυτά προσθέσουμε την υπαρκτή πλέον παρουσία του “Πανοπτικού” του Benttham, όχι βέβαια με τη μορφή του δακτυλοειδούς αρχιτεκτονήματος με τον πύργο-παρατηρητήριο στη μέση, αλλά με τη μορφή των σύγχρονων ηλεκτρονικών μέσων παρακολούθησης που συνεχώς πληθαίνουν, διαλύοντας την ιδιωτική ζωή των ανθρώπων, καθιστώντας τα προσωπικά δεδομένα παιχνίδι στα χέρια του οποιουδήποτε ασφαλίτη. Την ελευθερία της ιδιωτικής ζωής επικαλέστηκαν οι κρατούντες ως επιχείρημα για να ξεθεμελιώσουν τον δημόσιο χώρο. Η απώλεια του ιδιωτικού βίου είναι το αποτέλεσμα της διάλυσης του δημοσίου βίου.
Η “κατάσταση εξαίρεσης” ή “έκτακτης ανάγκης” είναι μια έννοια που συνδέεται με τον C.Schmitt[12]. Συνδεδεμένη με την έννοια αυτή είναι η έννοια της κυριαρχίας. Σύμφωνα με την ανάλυση του C. Schmitt, “κυρίαρχος είναι όποιος αποφασίζει για την κατάσταση εξαίρεσης”. Τη θέση αυτή που στη σμιτιανή ανάγνωση αφορά κατά βάση στην πολιτική διαδικασία, ο Αγκάμπεν[13], αφού κατ’ αρχάς την αποδέχεται, την επεκτείνει σύμφωνα με τη δικιά του προβληματική περί βιοπολιτικής και γυμνής ζωής. Το ερώτημα που για μας έχει ενδιαφέρον είναι το ακόλουθο: Τι σημαίνει η συγκεκριμένη θέση για τη σημερινή παγκόσμια πολιτική συγκυρία;»
Κατά την άποψή μας σημαίνει ότι η κατάσταση εξαίρεσης ή έκτακτης ανάγκης έχει καταστεί ή τείνει να καταστεί (σε μια ελαφρότερη έκφραση) παράδειγμα διακυβέρνησης. Ενώ αρχικά κατανοούνταν σαν κάτι το ασυνήθιστο, μια εξαίρεση η οποία μπορούσε να ισχύσει μόνο για περιορισμένη χρονική περίοδο, σήμερα τείνει όλο και συχνότερα να εξελιχθεί σε φυσιολογική μορφή της διακυβέρνησης.
Όπως σημειώνει ο Αγκάμπεν, μέσω αυτής της έννοιας μπορεί να δειχθούν οι συνέπειες αυτής της αλλαγής σε σχέση με το κράτος και τις δημοκρατίες στις οποίες ζούμε. Κύριο χαρακτηριστικό των σύγχρονων «δημοκρατιών» αλλά και του πλέγματος των διεθνών σχέσεων, είναι η παράξενη σχέση μεταξύ της ύπαρξης και απουσίας νόμου, μεταξύ νόμου και ανομίας. Ο Αγκάμπεν θεωρεί ότι η κατάσταση εξαίρεσης εγκαθιδρύει μια κρυφή, αλλά θεμελιώδη σχέση μεταξύ της ύπαρξης και της απουσίας νόμου… Όλο και περισσότερο «πολιτικοποιείται» η ζωή, η «γυμνή ζωή», η «ιερή ζωή», οδηγώντας σε καταστάσεις που λίγο απέχουν από τον ολοκληρωτισμό. Το πρώτο βήμα σε αυτήν τη κατεύθυνση γίνεται με την απόφαση να δοθεί η πρωτοκαθεδρία στο ιδιωτικό επί του δημοσίου, ως αποτέλεσμα διεκδίκησης της απόλαυσης της γυμνής ζωής. «Αυτή είναι η δύναμη και συνάμα η βαθύτερη εσωτερική αντίφαση της νεωτερικής δημοκρατίας: δεν καταργεί την ιερή ζωή, αλλά τη συνθλίβει και τη διασπείρει σε κάθε ατομικό σώμα, μετατρέποντάς την σε διακύβευμα της πολιτικής σύγκρουσης»[14].
Το προφανές ερώτημα που αναδύεται είναι αν το εμβόλιο κατ’ αρχάς και ο υποχρεωτικός εμβολιασμός στη συνέχεια, εντάσσονται στα όπλα της βιοπολιτικής, συμβάλλοντας στην περαιτέρω μείωση των ελευθεριών του σύγχρονου ανθρώπου.
Στο σημείο αυτό οι φιλόσοφοι-διανοούμενοι της αριστεράς και της δεξιάς αντανακλώνται στον ίδιο καθρέφτη. Κάτι που δεν προκαλεί καμιά εντύπωση. Όταν η φιλοσοφία –αλλά και κάθε διανοητική συστηματική ιεράρχηση– ακολουθεί τις γενικές θέσεις της, ξεχνώντας την ανάλυση του συγκεκριμένου, τείνει πάντα να γεννήσει τέρατα.
Το να μη διακρίνει κανείς τη διαφορά μεταξύ π.χ. των μέτρων που με αφορμή την τρομοκρατία έχουν ληφθεί και των αντίστοιχων με αφορμή την πανδημία –κάτι που και ένα παιδί μπορεί να κάνει– δείχνει ότι η πίστη στις αξιωματικές γενικές θέσεις δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που θέτει η πραγματικότητα: ο εμβολιασμός δεν μπορεί να είναι μέρος των μέτρων της βιοπολιτικής, αλλά απάντηση σε μια φονική πανδημία που σκοτώνει ανθρώπους.
Στο βάθος αυτής της θέσης μπορούμε εύκολα να ανακαλύψουμε μια αντίληψη νεο- ελευθεριακή της ελευθερίας: αριστοκρατισμό, απόλυτο ατομικισμό, σύνδρομο ανωτερότητας. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι και η άκρα δεξιά έχει στοιχεία αναρχικά και μηδενιστικά.
Η απάντηση σε μια τέτοια κατάσταση συνίσταται απλά σε μια λέξη: επιβίωση. Η προτεραιότητα της επιβίωσης συνάγεται από την απλή διαπίστωση ότι αν δεν ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις της, δεν θα έχουμε, ως νεκροί,
την ευχέρεια να διερωτηθούμε καν για τα ζητήματα της βιοπολιτικής. Εδώ χρειάζεται να υπογραμμισθεί η απόλυτη ανθρωπολογική και οντολογική προτεραιότητα της επιβίωσης-αυτοσυντήρησης, έναντι οιασδήποτε άλλης δέσμης ενορμήσεων. Κάθε άνθρωπος ως ενεργή ύπαρξη μέσα στον κοινωνικό κόσμο είναι απόλυτα προσηλωμένος στην ίδια του την ύπαρξη. Από αυτή την άποψη δεν υπάρχει τίποτε πιο στοιχειώδες και πιο πρωτογενές από τη διατήρηση ή τη διακοπή των ζωτικών λειτουργιών, από τη ζωή ή τον θάνατο. «Και επειδή ο άνθρωπος –κάθε μεμονωμένος άνθρωπος– δεν έχει οπωσδήποτε ανάγκη να έλθει στον κόσμο, ενώ πρέπει αναπόδραστα να πεθάνει, η βαθύτερη και μοναδική αναγκαιότητα της ύπαρξής του βρίσκεται στη θνητότητά του […[ και το γεγονός ότι η ζωή είναι ανακλητή, ο θάνατος όμως αμετάκλητος προσδίδει στον θάνατο μια ανώτερη θέση μέσα στη ζωή, στον βαθμό που η ένταση και η εμβέλεια των κοινωνικών πράξεων πρέπει να κρίνονται από τη σκοπιά του αμετάκλητου χαρακτήρα τους, δηλαδή της εγγύτητάς τους προς τον θάνατο»[15].
Αλλά, αν η αντίληψη αυτή προκύπτει εύκολα εφόσον ο άνθρωπος ιδωθεί ως γυμνή ύπαρξη, δυσκολεύει αφάνταστα στην περίπτωση ενός όντος ατελούς με έντονα βιοψυχικά χαρακτηριστικά που μάχεται για την επιβίωσή του εντός της κοινωνίας και του πολιτισμού. «Στο ανθρώπινο επίπεδο συντελείται με τη μεσολάβηση του “πνεύματος” και των συμβολικών μηχανισμών του μια μεταμόρφωση του βιολογικού μεγέθους “αυτοσυντήρησης” σε ιδεατά μεγέθη, οπότε το ζήτημα της αυτοσυντήρησης και το υπό την ευρύτερη έννοια νοούμενο ζήτημα της ισχύος ή εξουσίας μεταμορφώνεται σε ένα πρόβλημα ταυτότητας, το οποίο μπορεί να λυθεί ακόμη και σε βάρος της βιολογικής αυτοσυντήρησης. Όποιος θυσιάζει τη ζωή του για ένα άλλο (ατομικό ή συλλογικό) υποκείμενο ή για μια “υπόθεση” θεωρεί την αυτοσυντήρηση υπό την έννοια της διαφύλαξης της ταυτότητάς του (όπως την ορίζει ο ίδιος), πιο σημαντική από την αυτοσυντήρηση υπό τη βιολογική έννοια»[16].
Συνεπώς το ζήτημα τίθεται ως ακολούθως: σε ποιο βαθμό οι θιασώτες των φιλοσοφικών αντιεμβολιαστικών απόψεων θα υπερασπισθούν την ταυτότητά τους έναντι του βιολογικού μεγέθους της αυτοσυντήρησής τους;
Οι περί υγείας προσεγγίσεις
Μία διαφορετική ανθρωπολογική κατηγορία είναι εκείνη που περιλαμβάνει αρνητές του εμβολίου για λόγους υγείας. Οι ενδοιασμοί τους κατά του εμβολιασμού δεν ανάγονται σε ιδεολογικοπολιτικά κριτήρια ούτε σε φιλοσοφικές αναφορές στη βιοπολιτική και βιοεξουσία, αλλά σε μια ειλικρινή ανησυχία σχετικά με τα αποτελέσματα, κυρίως τα μακροπρόθεσμα, των εμβολίων στο σώμα μας[17]. Υπάρχει διάχυτος φόβος, ο οποίος μπορεί να οριστεί γενικά ως «αποστροφή, σε συνδυασμό με την αναμονή μιας βλάβης που θα προκληθεί από το αντικείμενό της …(δηλαδή) για κάθε προσδοκία μελλοντικού κακού»[18]. Φόβος κλιμακούμενος από επίπεδα χαμηλής έντασης –καταστάσεις αγωνίας, άγχους– μέχρι επίπεδα υψηλής έντασης –καταστάσεις τρόμου, πανικού.
Έχω τη γνώμη ότι για αυτή την ομάδα των αντιεμβολιαστών μια συνεπής και απλή πληροφόρηση θα μπορούσε να λειτουργήσει, έστω και μερικώς, στην άρση των ενδοιασμών των μελών της. Όμως, δυστυχώς, οι πολιτικές αρχηγεσίες έχουν παντελώς αποτύχει σε αυτήν την αποστολή. Η τεράστια βιασύνη να εκμεταλλευθούν πολιτικά τα ευρήματα από τις ιατρικές και επιδημιολογικές έρευνες, οι οποίες, εξ αντικειμένου, αδυνατούσαν να δώσουν σαφείς απαντήσεις σε σειρά προβλημάτων που ανέκυπταν και ανακύπτουν συνεχώς με την εξέλιξη της πανδημίας, τις οδήγησε σε υπερακόντιση των θετικών αποτελεσμάτων του εμβολιασμού, αδιαφορώντας και υποβαθμίζοντας τα όσα αρνητικά αποτελέσματα γίνονταν εμφανή με την πάροδο του χρόνου. Αυτή η συμπεριφορά τελικά λειτούργησε ως μπούμερανγκ, παρέχοντας επιχειρήματα στους αντιεμβολιαστικούς κύκλους, τα οποία διαχύθηκαν μέσω του πολλαπλασιαστή των μέσων μαζικής δικτύωσης, κάνοντας την απολύτως μειοψηφική περιπτωσιολογία γενικό κανόνα.
Δεν είμαι ψυχίατρος ούτε ψυχολόγος για να προβώ σε ερμηνείες του φόβου που κατακλύζει την κατηγορία των ανθρώπων αυτών. Όμως μου επιτρέπω να κάνω ένα ερμηνευτικό σχόλιο: θα μπορούσαμε –σε γενικές γραμμές– να παραλληλίσουμε τον φόβο για το εμβόλιο με τον αντίστοιχο φόβο που προκαλούν τα αεροπορικά ταξίδια.
Η επαγρύπνηση, η εποπτεία του Εγώ, δεν δέχεται να απωλέσει τον έλεγχο, να τον αναθέσει σε άλλον γνωρίζοντα.
Και όμως αυτό συμβαίνει κάθε φορά που πρέπει να υποβληθούμε, λόγω μιας αρρώστιας, στην ιατρική και στον τρόπο που αυτή λειτουργεί. Στο βάθος υπάρχει μια παράξενη άμυνα να μην παραβιαστούν τα προσωπικά μας όρια, μια βαθιά αγωνία μόλυνσης. Πρόκειται για μια συλλογική επιμήκυνση του ατομικού υποχόνδριου ναρκισσισμού: να διατηρήσουμε απαραβίαστα τα όριά μας από τον ερχομό του ξένου. Αυτό συνιστά μια ιδιαίτερη απόκλιση της ψυχικής κυριαρχίας.
Λοιπές προσεγγίσεις
Υπάρχει ακόμη μια κατηγορία ανθρώπων που ομιλούν –άρα και σκέφτονται– μια γλώσσα που βρίσκεται στον αντίποδα με τη γλώσσα της επιστήμης, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί –με όλα τα προβλήματα και τις υπερβολές– στην εποχή της νεωτερικότητας.
Τα τελευταία περίπου 30 χρόνια έχει εμφανισθεί ένας έντονα αποδομητικός λόγος αμφισβήτησης των βεβαιοτήτων που προσφέρει η επιστήμη ως αντικειμενική διαδικασία (υπό προϋποθέσεις) και της εγγενούς ευεργετικότητας (;) των επιστημονικών ανακαλύψεων και των εφαρμογών τους. Δεν θα είμαστε μακριά από την αλήθεια αν υποστηρίξουμε ότι σε αυτήν την κατάσταση έχει συμβάλει και η εμφάνιση της τεχνοεπιστήμης και η άνευ προηγουμένου ανάπτυξή της, η οποία διεκδικεί από την πολιτική τον ρόλο του κατόχου των καθολικών λύσεων των προβλημάτων της ανθρωπότητας. Μια άποψη που έχει τις ρίζες της στις αρχές του 20ού αιώνα. Όμως οι κατηγορίες των ανθρώπων που σήμερα αντιτίθενται στα εμβόλια και στους τρόπους αντιμετώπισης της πανδημίας δεν αναφέρονται στην ασκηθείσα και ασκούμενη κριτική της τεχνοεπιστήμης.
Η αποδοκιμασία και η απόρριψη της γλώσσας της επιστήμης στηρίζεται πρωταρχικά σε αναφορές που έχουν ως βάση τον φανατισμό-παροξυσμό διαφόρων μορφών: θρησκοληψίας, συνωμοσιολογίας, αποκρυφισμού, χιλιαστικής μελλοντολογίας, παγανισμού, μυστικισμού, εσωτερισμού, μαγείας κ.τ.λ.[19].
Οι αντιλήψεις τέτοιου είδους δεν είναι νέες. Τις συναντάμε καθ’ όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. Αυτοί που προφανώς αισθάνονται έκπληξη είναι όσοι πίστεψαν φανατικά ότι η επιστήμη αποτελεί τη λύση σε όλα τα ανθρώπινα προβλήματα εκτοπίζοντας κάθε άλλη ανθρώπινη «γλώσσα». Η ιδιαιτερότητα της παρούσας συγκυρίας είναι η ύπαρξη των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης και του Διαδικτύου που δρα πολλαπλασιαστικά, μεγεθύνοντας σε υπέρμετρο βαθμό αυτές τις απόψεις. Η παραδοσιοκρατία (η πλέον διαστρεβλωτική μορφή της παράδοσης), η θρησκοληψία (υποστηριζόμενη κυρίως από παρεκκλησιαστικούς κύκλους), ο εθνικισμός (υποστηριζόμενος από ακροδεξιές οργανώσεις) ενυπάρχουν σε αυτό το συνονθύλευμα των απόψεων,
δημιουργώντας ένα εκρηκτικό μείγμα άρνησης, οργής και φανατισμού, που υιοθετείται ως εργαλείο αντίστασης ενάντια στην καθεστωτική διαδικασία πειθάρχησης. Οποιαδήποτε προσπάθεια συζήτησης με τους φορείς αυτών των απόψεων πέφτει στο κενό, δεδομένου του ακραίου και φανατικού θεμελιωτισμού τους.
https://mag.frear.gr/oi-antiemvoliastik ... axinomisi/
"Πως μπορεί να είμαστε 20 χρόνια πίσω από την Αμερική, χωρίς αυτή να είναι 20 χρόνια μπροστά από εμάς;"