https://www.theguardian.com/commentisfr ... h-language

Mistress
Ήταν ο αντίστοιχος θηλυκός όρος του master (αφέντης), δηλαδή ήταν η γυναίκα που είχε τον έλεγχο ή την εξουσία. Αναφερόταν συχνά στη γυναίκα που απασχολούσε υπηρέτες και ακόλουθους. Εισήλθε στο αγγλικό λεξιλόγιο με αυτή τη σημασία με τη νορμανδική κατάκτηση της Αγγλίας. Από τον 17ο αιώνα όμως η λέξη πήρε τη σημασία της ερωμένης, της γυναίκας με την οποία ένας άντρας διατηρεί εξωσυζυγική σχέση.
Hussy
Ήταν μια ουδέτερης χροιάς λέξη για την επικεφαλής του νοικοκυριού. Πρόκειται για συντομευμένη εκδοχή της λέξης husewif, ομόρριζο του σημερινού housewife. Πλέον η αποκλειστική της σημασία είναι «κακόφημη γυναίκα με ανάρμοστη συμπεριφορά».
Madam
Ήταν το αντίστοιχο του Sir. Αφορούσε μια γυναίκα υψηλού στάτους και ακόμα χρησιμοποιείται σε επίσημες περιστάσεις ως προσφώνηση. Από τον ύστερο 18ο αιώνα πήρε τη σημασία μιας «ξιπασμένης νεαρής κοπέλας»/«σουσουράδας» καθώς και της «πληρωμένης ερωμένης»/«πόρνης». Από τα τέλη του 19ου αιώνα χρησιμοποιείται για την «διευθύντρια του πορνείου».
Governess
Το θηλυκό του «Governor». Από τον 15ο αιώνα και μετά σήμαινε την γυναίκα που ασκεί εξουσία σε ένα μέρος, ίδρυμα ή σε ομάδα ανθρώπων. Συν τω χρόνω η σημασία περιορίστηκε σε κάτι υποδεέστερο, συγκεκριμένα τη γυναίκα που είναι υπεύθυνη για την φροντίδα, επίβλεψη και καθοδήγηση ενός προσώπου, συνήθως ενός παιδιού ή νεαρής κοπέλας. Η γνωστή μας γκουβερνάντα/παραμάνα.
Spinster
Κάποτε ήταν επαγγελματικός όρος που αφορούσε κάποιον, συνήθως γυναίκα αλλά και άντρα, που περιστρέφει το νήμα. Καθώς όμως μια γυναίκα χωρίς σύζυγο θα μπορούσε να εξαρτηθεί από το γνέσιμο ως πηγή εσόδων, η λέξη κατέληξε να συνδεθεί με την ανύπαντρη γυναίκα που έγινε και ο επίσημος, νομικός όρος. Στην καθομιλουμένη πήρε τη σημασία της «γυναίκας που είναι ακόμα ανύπαντρη» και ειδικότερα αυτής που έχει ξεπεράσει τη συνηθισμένη ηλικία του γάμου, της «γεροντοκόρης». Ξεκινούν από τον πρώιμο 18ο αιώνα αυτές οι σημασίες.

Courtesan
Ίσως η πιο δραματική αλλαγή σημασίας. Αρχικά ως θηλυκό του courtier (αυλικός, αυτός που παρευρίσκεται στην αυλή του μονάρχη), πήρε αποκλειστικά τη σημασία «πόρνη».
Wench
Λέξη του 13ου αιώνα που σήμαινε «θηλυκό βρέφος» ή «νεαρή ανύπαντρη γυναίκα». Γρήγορα η λέξη πήρε αρνητική σημασία. Από τον 14ο αιώνα, στους συγγραφείς Langland και Chaucer χρησιμοποιείται για να δηλώσει την «ακόλαστη γυναίκα»/«ερωμένη».
Tart
Σύμφωνα με το λεξικό Collins η συγκεκριμένη λέξη αποτελεί συντετμημένη εκδοχή του sweetheart, ενός κολακευτικού όρου για της γυναίκες. Όμως από το 1887 έχει πάρει την σημασία «θηλυκό ανήθικου χαρακτήρα»/«πόρνη».