
https://www.cinemagazine.gr/themata/art ... 130982693/
Η Τζίνα Ρόουλαντς, μητέρα, μεταξύ μας, κάθε σοβαρής νατουραλιστικής ηθοποιού από την άλλη μεριά του Ατλαντικού δεν τιμήθηκε ποτέ όπως της έπρεπε, δεν αναγνωρίστηκε, ακόμα και σήμερα, ως η αυθεντική ιέρεια της αμερικανικής υποκριτικής. Ίσως επειδή δεν έπαιξε ποτέ Μανδαρίνες με προφορά Αγγλίδας των Ινδιών, ίσως επειδή δεν υπέπεσε ποτέ σε κομματισμούς κι εκ του ασφαλούς πολιτικές εκδηλώσεις, δεν έπαιξε δηλαδή ποτέ το παίγνιο της πνευματικής ηγέτιδας που επεμβαίνει στην σοσιομιντιακή καθημερινότητα.

Ποιος θα περίμενε όμως, άραγε, τον ξανθό άγγελο (της Ντήτριχ ισχυρίζεται τον έχει δει 38 φορές!) που διακοσμούσε την αμερικανική τηλεόραση σε όλες της τις εκδοχές – «Bonanza», «Alfred Hitchcock Presents», «Man from U.N.C.L.E». συμπεριλαμβανομένων – να μεταμορφωνόταν, στα χέρια του δικού της Στέρνμπεργκ, σε ιέρεια μιας πλευράς του υπερατλαντικού σινεμά;
Όχι πολλοί ίσως, αλλά Κασαβέτη παρόντος πάσα αμφιβολία παυσάτω. Ένας μικρός ρόλος δίπλα σε Λάνκαστερ και Τζούντι Γκάρλαντ στο ελάχιστα ειδωμένο «A Child is Waiting» του '63 ήταν η προσεκτική αρχή.
Πέντε χρόνια μετά έρχεται το «Faces» της εκτενούς φήμης του πρωτόλειου αριστουργήματος του νεοϋορκέζικου ανεξάρτητου. «Minnie και Moskowitz» (1971)
έπειτα, μια ιδιότυπη κομεντί, δίπλα στον Σέιμουρ Κασέλ και τρία χρόνια μετά η πρώτη, μεγάλη, εκτυφλωτική έκρηξη: «Μια Γυναίκα Εξομολογείται»
ο Κασαβέτης επισκέπτεται, εξαμερικανίζει και συγκλονίζει την μπεργκμανική στρατόσφαιρα, η κάμερα πλησιάζει τόσο που να θολώνεις απ' το χνώτο των ανθρώπων και η Τζίνα Ρόουλαντς είναι εκεί, σε τέλεια θραύσματα, να εξυπηρετήσει ένα όραμα δικό της και του άντρα της.
Άλλα τρία χρόνια μετά, το 1977, ο Κασαβέτης φτιάχνει ένα ακόμα όχημα πικρού μειδιάματος και ούτε δευτερόλεπτο εγωπαθούς οδυρμού, μια ταινία για τον καλλιτέχνη, το ζεύγος, τη μοναξιά, την ξανά υπό κατάρρευση γυναικεία ψυχή που προσπαθεί να αποπερατώσει ρόλους απρογραμμάτιστους για το φύλο της. Η Ρόουλαντς κάνει σμπαράλια το πρόσωπο, το σώμα και την ψυχή της, μόνο και μόνο για να επιχειρήσει να τα επανασυνθέσει σε κάτι πιο χιουμοριστικό, πιο βιώσιμο. Είναι συναρπαστική.
Το ζενίθ της «Νύχτας Πρεμιέρας»
δεν μπορεί παρά να το διαδεχθεί μια, μικρή μόνο, κάμψη, μια επίσκεψη του Κασαβέτη στο κινηματογραφικό είδος.
Η αστυνομική «Γκλόρια»
είναι ένα ακόμα ευλογημένο όχημα έμπρακτης χειραφέτησης, μια ακόμα ιστορία που η Ρόουλαντς, χωρίς τερτίπια, χωρίς μανιέρα, αποδεικνύει πως αυτό είναι το δικό της γήπεδο, όλες οι άλλες σύγχρονές της, είναι απλά καλεσμένες.
To 1982 και το 1984 θα έχει τις δύο τελευταίες συνεργασίες με τον άντρα της ζωής της, την «Τρικυμία» σε σκηνοθεσία του Πολ Μαζέρσκι και το προτελευταίο (αλλά κάνουμε ότι ξεχνάμε το τελευταίο) του Κασαβέτη, την «Ερωτική Θύελλα»
Πριν από μήνες, όταν σχεδιάζαμε το πρόγραμμα του 14ου Athens Open Air FIlm Festival και τοποθετούσαμε την «Γκλόρια» στην ταράτσα του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης δεν φανταζόμασταν πως θα φτάναμε εκεί «χωρίς» την Τζίνα Ρόουλαντς.
Πλέον, η προβολή της ταινίας με «έναν ρόλο μεγαλύτερο απ' τη ζωή την ίδια, για μια όμορφη και δυναμική γυναίκα που δεν είχε ανάγκη ποτέ κανέναν» δεν είναι απλά τιμητική, αλλά αναγκαία.


