Θα έχει θάλασσα εκεί;
Δημοσιεύτηκε: 19 Ιούλ 2021, 20:16
Πριν χρόνια πήγαινα κάθε μέρα σε ένα λιμανάκι και ψάρευα μόνος μου. Αφού έγινα γνώστης των μοντέρνων υλικών και των μεθόδων και αφού ξόδεψα αρκετά λεφτά άρχισα να πιάνω και κανένα καλό ψάρι σε ένα καλό μέρος. Δίπλα στο καλό μέρος του λιμανιού και με τα ακριβά σύνεργα υπήρχε και το κακό μέρος και χωρίς σύνεργα, δηλαδή ένα καρούλι με ένα αγκίστρι. Ετσι λοιπόν ψάρευε ο παππούς δίπλα, πάνω σε ένα κουβά και σκυμμένος ταπεινά με το καρουλάκι του. Μια καλημέρα και ένα πείραγμα «παππού άσε κανα ψάρι για μας», «είναι το είδος του ψαρέματος» απαντούσε. Τι θέλει να πει, τρέχα γύρευε, παππούς είναι που να βγάλεις νόημα. Ώσπου μια μέρα με είπε να κάτσω δίπλα του γιατί έχει λέει πολλά ψάρια. Να μην παιδεύομαι για ένα δυο. Γέλασα. Δεν μπορεί να περπατήσει στα βράχια ο κακομοίρης, σκεφτηκα και κάθετε εκεί μπροστά, ποιος ξέρει πόσα χρόνια στο ιδιο μέρος την ίδια ώρα και σίγουρα θα πιάνει καμιά σαλιάρα για το ούζο. Ποτέ δεν τον είχα δει να πιάνει ψάρι. Το σενάριο ήταν γραφικό. Με αγένεια καθώς σηκώθηκε άνοιξα το κουβαδάκι να δω τι είχε πιάσει.
Μου σηκώθηκε η τρίχα. Δεν είναι δυνατόν σκέφτηκα, εγώ κορόιδευα αυτόν και αυτός με λυπόταν. Συμπονετικά μου είπε να ρίξω δίπλα του. Εριχνα αλλά δεν έπιανα τίποτα οσες φορές και να πήγα. Αυτός συνέχιζε να πιάνει στα μουλωχτά. Την απάντηση μου την έδωσε κάποιος άλλος ψαράς. «Είναι τέτοιος γέρος αυτός».
Πέρασαν τα χρόνια, κόσμος πήγαινε και ερχότανε και τους έδειχνε όλους αλλά κανένας δεν έπιανε τίποτα και τα παρατούσε.
Κάθε μέρα τα καλοκαίρια πάντα συνεπής στο στέκι του τάιζε όλη τη γειτονιά. Μπορεί και να πουλούσε, δεν ξέρω. Γίναμε φίλοι, τα είπαμε όλα, προσωπικά, πολιτικά, ποδοσφαιρικά. Μαλώσαμε κιόλας. Με έδιωξε πολλές φορές. Πάντα έπαιρνα την ανταμοιβή μου όμως, κάθε χρόνο ομολογούσε και κάτι σαν παραχώρηση, σαν δώρο. Οταν τον έλεγα δάσκαλο θύμωνε. Δεν με αποδεχόταν στο ψάρεμα αλλά και σε τίποτε. Κουμούνι και Μπαοκ.
Η μόνιμη απάντησή του: «έπιασες τίποτε; Ναι έπιασα συζήτηση».
Φέτος πήγα στη γωνιά του όπως κάθε χρόνο σαν καλοκαίριαζε αλλά .... καρκίνος, εγχείρηση και καλό δρόμο. Ετσι έμαθα απο δω και από κει.
Τώρα είμαι εγώ ο παλαβός γέρος στην άκρη που ψαρεύει χωρίς αιτία στο μέρος που δεν έχει ψάρια.
«Επιασες τίποτα» με ρώτησε κάποιος, «είναι το είδος του ψαρέματος τέτοιο» απάντησα και έφυγε.
Μου σηκώθηκε η τρίχα. Δεν είναι δυνατόν σκέφτηκα, εγώ κορόιδευα αυτόν και αυτός με λυπόταν. Συμπονετικά μου είπε να ρίξω δίπλα του. Εριχνα αλλά δεν έπιανα τίποτα οσες φορές και να πήγα. Αυτός συνέχιζε να πιάνει στα μουλωχτά. Την απάντηση μου την έδωσε κάποιος άλλος ψαράς. «Είναι τέτοιος γέρος αυτός».
Πέρασαν τα χρόνια, κόσμος πήγαινε και ερχότανε και τους έδειχνε όλους αλλά κανένας δεν έπιανε τίποτα και τα παρατούσε.
Κάθε μέρα τα καλοκαίρια πάντα συνεπής στο στέκι του τάιζε όλη τη γειτονιά. Μπορεί και να πουλούσε, δεν ξέρω. Γίναμε φίλοι, τα είπαμε όλα, προσωπικά, πολιτικά, ποδοσφαιρικά. Μαλώσαμε κιόλας. Με έδιωξε πολλές φορές. Πάντα έπαιρνα την ανταμοιβή μου όμως, κάθε χρόνο ομολογούσε και κάτι σαν παραχώρηση, σαν δώρο. Οταν τον έλεγα δάσκαλο θύμωνε. Δεν με αποδεχόταν στο ψάρεμα αλλά και σε τίποτε. Κουμούνι και Μπαοκ.
Η μόνιμη απάντησή του: «έπιασες τίποτε; Ναι έπιασα συζήτηση».
Φέτος πήγα στη γωνιά του όπως κάθε χρόνο σαν καλοκαίριαζε αλλά .... καρκίνος, εγχείρηση και καλό δρόμο. Ετσι έμαθα απο δω και από κει.
Τώρα είμαι εγώ ο παλαβός γέρος στην άκρη που ψαρεύει χωρίς αιτία στο μέρος που δεν έχει ψάρια.
«Επιασες τίποτα» με ρώτησε κάποιος, «είναι το είδος του ψαρέματος τέτοιο» απάντησα και έφυγε.