Σελίδα 1 από 5
Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:06
από Δημοκρατικός
μπουνταλάς < (άμεσο δάνειο) τουρκική budala < αραβική بدلاء (budalāˀ)
φουκαράς < (άμεσο δάνειο) τουρκική fukara < αραβική فقراء (fuḳara), πληθυντικός του فقير (faḳīr: φακίρης, με άλλη έννοια στα ελληνικά)
χαϊβάνι < (άμεσο δάνειο) τουρκική hayvan < αραβική حيوان (hayawān) ή χαβάνι από το οποίο και η λέξη «άβαν» στο βορειοελλαδικό σλαβικό ιδίωμα με αποκοπή του Χι και πτώση της ελληνικής κατάληξης
παπούτσι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική παπούτσι < τουρκική pabuç < παλαιά τουρκικά پابوج (pâbuc) / پاپوش (pâpûş) < περσική پاپوش (pā-puš) < پا (pâ: πόδι) + پوش (puš) (< پوشیدن (pušidan: καλύπτω)
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:07
από Δημοκρατικός
καβγάς < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική καβγάς < τουρκική kavga < οθωμανική τουρκική غوغا (ğavğa, kavga) < περσική غوغا (ğouğâ, ğavğâ: θόρυβος, φιλονικία) < غو (ğav: κραυγή, φωνασκία)
σαματάς < (άμεσο δάνειο) τουρκική şamata < αραβική شماتة (šamāta)
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:10
από Jolly Roger
το νόημα που βγαίνει από το παραπάνω δείγμα, είναι ότι τα σύγχρονα τούρκικα είναι βασικά αραβοπερσικά
άραγε καμιά λέξη από τα αυθεντικά τούρκικα που μιλούσαν στη Μογγολία έχει μείνει; έχουμε πάρει καμιά εμείς;
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:12
από Δημοκρατικός
γιαούρτι < (άμεσο δάνειο) αρωμουνική yaurti, πληθυντικός του yaurte < τουρκική yoğurt < οθωμανικά τουρκικά یوغورت < παλαιά τουρκικά yogurt < πρωτοτουρκική *jog-urt (πηγμένο γάλα)
μελτέμι < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική ملتم (meltem) (τουρκική meltem) + -ι
κέφι < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική كیف (keyf, κατάσταση, διάθεση) (τουρκική keyf) < αραβική كيف (kayf)
καρπούζι < (άμεσο δάνειο) τουρκική karpuz + -ι[1] < οθωμανική τουρκική قارپوز (karpuz) < περσική خربزه (xarboze, πεπόνι).
μαγκάλι < (άμεσο δάνειο) τουρκική mangal < αραβική منقل (minqal)
σιρόπι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική σιρόπιον < ιταλική sciroppi, πληθυντικός του sciroppo < μεσαιωνική λατινική siruppus / syrupus < αραβική شراب (šarāb, ποτό) < شرب (šáriba, πίνω)
αλάνα < αλάν(ι) (παλιά σημασία: ανοιχτός χώρος) + μεγεθυντικό -α < (άμεσο δάνειο) τουρκική alan < οθωμανική τουρκική آلاڭ (alañ)
γιαπί < τουρκική yapı
γιλέκο < γελέκο < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική یلك (yelek) (τουρκική yelek)
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:13
από Δημοκρατικός
Jolly Roger έγραψε: 25 Απρ 2021, 20:10
το νόημα που βγαίνει από το παραπάνω δείγμα, είναι ότι τα σύγχρονα τούρκικα είναι βασικά αραβοπερσικά
άραγε καμιά λέξη από τα αυθεντικά τούρκικα που μιλούσαν στη Μογγολία έχει μείνει; έχουμε πάρει καμιά εμείς;
Ως επί το πλείστον ναι, όχι όμως απόλυτα (βλέπε τις καθαρά τουρκικές λέξεις)
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:15
από The Age of Aquarius
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:17
από Δημοκρατικός
γκάιντα < (άμεσο δάνειο) τουρκική gayda < ισπανική gaita < πιθανή καταγωγή από γοτθική 𐌲𐌰𐌹𐍄𐍃 (gaits, κατσίκα) από το δέρμα του ζώου για τον ασκό του οργάνου.
γλέντι < (άμεσο δάνειο) τουρκική eğlenti
γρουσούζης < (άμεσο δάνειο) τουρκική uğursuz < uğur + -suz < παλαιά τουρκική oğur / uğur < πρωτοτουρκική
εργένης < (άμεσο δάνειο) τουρκική ergen
ζόρι < (άμεσο δάνειο) τουρκική zor < περσική زور (zōr: δύναμη) < μέση περσική zwl (zōr)
καβούκι < (άμεσο δάνειο) τουρκική kabuk (φλούδα) + -ι
καβουρδίζω < (άμεσο δάνειο) τουρκική kavurdı, τρίτο ενικό πρόσωπο αορίστου του ρήματος kavurmak (το δ οφείλεται σε λόγια επίδραση)
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:18
από ΑΙΝΕΙΑΝ06
Ή γλώσσα είναι πρακτικό εργαλείο επικοινωνίας
Μπορεί να δανειστεί λέξεις που έχουν πρακτική χρησιμότητα από οποιαδήποτε άλλη ξένη γλώσσα
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:20
από Δημοκρατικός
καζάνι < (άμεσο δάνειο) τουρκική kazan + -ι < οθωμανικά τουρκικά قزان < παλαιά τουρκικά kazgan
καΐκι < (άμεσο δάνειο) τουρκική kayık < παλαιά τουρκική kayguk < πρωτοτουρκική *K(i)aj-guk
καπάκι < (άμεσο δάνειο) τουρκική kapak + -ι < παλαιά τουρκική kapak / kapgak < πρωτοτουρκική *Kap- (κάλυμμα)
κασμάς < (άμεσο δάνειο) τουρκική kazma + -ς
κατσίκι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική κατσίκι < τουρκική keçi < παλαιά τουρκική eçkü < πρωτοτουρκική *kü- / *ke-
καφάσι < μεσαιωνική ελληνική καφάσι < τουρκική kafes[1] < αραβική قفص (qáfaṣ, κλουβί)
κελεπούρι < τουρκική kelepir
κιμάς < (άμεσο δάνειο) τουρκική kıyma + -ς
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:20
από ΑΙΝΕΙΑΝ06
Καθαρή αυθεντική γλώσσα που να μην έχει δανειστεί από άλλες ξένες προς αυτή γλώσσες ΔΕΝ υπάρχει
Ακόμη και τα αρχαία ελληνικά είχαν δάνεια και επιρροές από τις γλώσσες άλλων λαών
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:21
από Jolly Roger
< (άμεσο δάνειο) τουρκική kadem (=καλή τύχη) < περσική قدم (qadam) < αραβική قدم (qadam)
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:25
από Δημοκρατικός
κουβάς < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική κουβάς < τουρκική kova + -ς
κουμπαράς < (άμεσο δάνειο) τουρκική kumbara < περσική خمبره (khum-barah) < خم (khum)
κουσούρι < (άμεσο δάνειο) τουρκική kusur + -ι < αραβική كسور (küsûr)
λεβέντης < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική λεβέντης (πεζοναύτης οθωμανικού στόλου, απείθαρχος νέος) < οθωμανική τουρκική لوند (levend) (πεζοναύτης, νταής, παλικαράς) (δείτε και τουρκική levent) < περσική لوند (lawand) γενναίος, παλικάρι/παλληκάρι).
λεκές < (άμεσο δάνειο) τουρκική leke < περσική لکه (lakā)
λούκι < τουρκική oluk < οθωμανική τουρκική اولق (oluk, υδρορροή) < πρωτοτουρκική *oluk
μαγιά < (άμεσο δάνειο) τουρκική maya < περσική مايه (māya)
μαγκούφης < μαγκαφάς < τουρκική mankafa ("χοντροκέφαλος")
μαντζούνι < (άμεσο δάνειο) τουρκική macun < αραβική معجون (macun)
μαούνα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική μαούνα < οθωμανική τουρκική ماونه (mavuna) ή ماعونه (maʼuna) (τουρκική mavuna που τώρα γράφεται mavna) < αραβική مَاعُونَة (māʿūna)
μανάβης < (άμεσο δάνειο) τουρκική manav
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:29
από Δημοκρατικός
μαράζι < (άμεσο δάνειο) τουρκική maraz (αρρώστια, ασθένεια) < αραβική مرض (marad) (αρρώστια, ασθένεια)
μαραφέτι < (άμεσο δάνειο) τουρκική marifet < αραβική معرفة (maʿrifa, γνώση)
μασούρι < μεσαιωνική ελληνική μασούριον (υποκοριστικό για το οθωμανικό τουρκικό) < οθωμανική τουρκική masura < περσική ماسوره (māsūra)
μαχαλάς < (άμεσο δάνειο) τουρκική mahalle < αραβική محل (mahalla)
μεζές < (άμεσο δάνειο) τουρκική meze < περσική مزه (mæˈze)
μεντεσές < (άμεσο δάνειο) τουρκική menteşe < περσική بندگشا (bandguşā)
μερεμέτι < οθωμανική τουρκική meremet (πλέον παρωχημένο) < αραβική مرمّت (murammat) "επισκευή" "επανόρθωση"
μουσαμάς < (άμεσο δάνειο) τουρκική muşamba + -ς < αραβική مشمّع (muşamma, διαλεκτικό)
μουσαφίρης < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική مسافر (müsâfir) (τουρκική misafir) < αραβική مُسَافِر (musāfir, ταξιδιώτης)
μπαγιάτικος < (άμεσο δάνειο) τουρκική bayat < οθωμανική τουρκική بیات (bayat) < αραβική بائت (bā̕it)
μπαγλαρώνω < (άμεσο δάνειο) τουρκική bağlamak
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:32
από Δημοκρατικός
μπακάλης < (άμεσο δάνειο) τουρκική bakkal + -ης < αραβική بقّال (bakkāl)
μπαλτάς < (άμεσο δάνειο) τουρκική balta + -ς < παλαιά τουρκική baltu < πρωτοτουρκική *baltu (τσεκούρι)
μπάμια < (άμεσο δάνειο) τουρκική bamya < οθωμανική τουρκική بامیه (bamye) < αραβική بامية (bāmiyā)
μπαμπάς < (άμεσο δάνειο) τουρκική baba + -ς
μπαχτσές < From Ottoman Turkish باغچه (bâğçe), from Persian باغچه (bâġče), from diminutive of باغ (bâġ).
μπατζάκι < (άμεσο δάνειο) τουρκική bacak < περσική پاچه (pāça "πόδι") (Αρχαία Περσική "pāçak")
Re: Τούρκικες, αραβικές και περσικές λέξεις της νέας ελληνικής
Δημοσιεύτηκε: 25 Απρ 2021, 20:33
από Σενέκας
Δημοκρατικός έγραψε: 25 Απρ 2021, 20:20
καΐκι < (άμεσο δάνειο) τουρκική kayık < παλαιά τουρκική kayguk < πρωτοτουρκική *K(i)aj-guk
απο που κι ως που έχει η πρωτοτουρκική λέξη για ένα είδος πλοίου;

Υπήρχε ογούζος τούρκος που είχε δει στη ζωή του πλοίο πριν φτάσουν οι τούρκοι στη Βαϊκάλη;