Εξοπλισμός και ανεφοδιασμός των Μακεδονομάχων
Ο εξοπλισμός και ο ανεφοδιασμός με πυρομαχικά των ενόπλων ομάδων ήταν από τη πρώτη στιγμή ένα βασικό εμπόδιο του Αγώνα, καθώς η Ελληνική κυβέρνηση δεν ήθελε να διακινδυνεύσει να στείλει πολεμοφόδια ακτοπλοϊκώς μέσω της Θεσσαλονίκης που ήταν η συντομότερη οδός. Αν ανακαλύπτονταν από τους Τούρκους θα προέκυπτε σοβαρή διπλωματική εμπλοκή με απρόβλεπτες συνέπειες. Για το λόγο αυτό η κυβέρνηση δημιούργησε μια ειδική υπηρεσία κοντά στην Ελληνοτουρκική μεθόριο στις εκβολές του Πηνειού, η οποία συγκέντρωσε μεγάλες ποσότητες όπλων και πυρομαχικών. Από εκεί με πλοιάρια στέλνονταν στις δυτικές ακτές του Θερμαϊκού κόλπου και εκεί υπάλληλοι του ελληνικού προξενείου τα φόρτωναν σε ζώα και τα μετέφεραν στην ενδοχώρα. Η διαδικασία αυτή ήταν ιδιαίτερα αργή και πολύ ριψοκίνδυνη καθώς γινόταν κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη των Τουρκικών Αρχών, χάρις όμως την ευψυχία των υπαλλήλων των προξενείων δεν συνέβη κανένα ατύχημα.
Οι αξιωματικοί του προξενείου είχαν δημιουργήσει κρύπτες σε όρη, σε οικίες, σε πανδοχεία και σε μονές όπου αποθηκευόταν ο οπλισμός. Άλλος τρόπος διακίνησης οπλισμού ήταν μέσω του λιμανιού της Θεσσαλονίκης. Συγκεκριμένα ο οπλισμός μεταφερόταν μέσα σε κιβώτια ως εμπορεύματα με αποδέκτες γνωστούς εμπόρους της πόλης που ήταν μυημένοι στον Αγώνα. Πρωταγωνιστικό ρόλο στη διακίνηση διαδραμάτισε η τράπεζα Μυτιλήνης και ο πράκτορας ατμοπλοϊκών εταιριών Ιωάννης Εμοίρης που με αυτό τον τρόπο κατάφερε να προωθήσει 500 τυφέκια και 500 περίστροφα στη Μακεδονική ενδοχώρα.
Ο ρόλος των προξενείων στη Θεσσαλονίκη και το Μοναστήρι
Ίων Δραγούμης
Βασικά προπύργια της ελληνικής προετοιμασίας του Μακεδονικού Αγώνα, υπήρξαν αναμφίβολα το προξενείο Θεσσαλονίκης και του Μοναστηρίου και ιδιαίτερα ο Έλληνας πρόξενος Λάμπρος Κορομηλάς και ο Ίων Δραγούμης αντίστοιχα. Ο Κορομηλάς από νωρίς είχε επισημάνει τους κινδύνους εκβουλγαρισμού της Μακεδονίας και είχε προτείνει με αναφορές του στη κυβέρνηση Θεοτόκη εκτός της διαφώτισης των πληθυσμών και τον ένοπλο αγώνα. Πολλοί αξιωματικοί του ελληνικού στρατού όπως ο Αθανάσιος Εξαδάκτυλος, ο Σπύρος Σπυρομήλιος και ο Κωνσταντίνος Μαζαράκης τοποθετήθηκαν ως υπάλληλοι του προξενείου εφοδιασμένοι με πλαστά διαβατήρια. Με την κάλυψη αυτή περιόδευαν σε όλη τη Μακεδονία συγκεντρώνοντας πληροφορίες αλλά κυρίως εμψυχώνοντας τους ελληνικούς πληθυσμούς.
Ομοίως ο Ίων Δραγούμης είχε επισημάνει τους κινδύνους για τον Ελληνισμό στις Βόρειες επαρχίες της Μακεδονίας και παρά τις συνεχείς εκκλήσεις του υπουργείου εξωτερικών να "μη δημιουργεί ζητήματα" δραστηριοποιήθηκε αυτοβούλως δημιουργώντας την οργάνωση "Μακεδονική Άμυνα". Στόχος της οργάνωσης ήταν η δημιουργία συνθηκών για την αυτοάμυνα και τη σωτηρία κοιτίδων του Ελληνισμού στο Μοναστήρι, στη Φλώρινα και στη Καστοριά. Ο ίδιος ο Δραγούμης περιόδευσε με κίνδυνο της ζωής του σε όλα τα αστικά κέντρα των επαρχιών αυτών δημιουργώντας επιτροπές Ελλήνων προκρίτων τις οποίες συντόνισε με το Μακεδονικό Κομιτάτο αλλά και με άλλες πατριωτικές οργανώσεις των Αθηνών. Συνδετικός κρίκος με την Αθήνα ήταν ο Παύλος Μελάς, σύζυγος της αδερφής του Δραγούμη, ο οποίος είχε περιοδεύσει στη περιοχή ενώ είχε καταφέρει να συγκεντρώσει και χρηματικά ποσά από εύπορους Αθηναίους.
Η συσπείρωση του Ελληνισμού στις περιοχές αυτές ήταν ένα εκ πρώτης άποψης ακατόρθωτο εγχείρημα λόγω των Βουλγαρικών και Τουρκικών πιέσεων στη περιοχή και αποτελεί αναμφίβολα προσωπικό κατόρθωμα και ύπατη προσφορά του Δραγούμη στη πατρίδα του. Ο Δραγούμης με τις πυκνές περιοδείες του σε περιοχές που είχαν επικρατήσει οι Κομιτατζήδες με τη βία, κατάφερε να δώσει κουράγιο στους δοκιμαζόμενους Έλληνες και να δημιουργήσει τις συνθήκες που απαιτούνταν ώστε να δράσουν τα Ελληνικά Σώματα λίγα χρόνια μετά.
Οι οπλαρχηγοί, η εκγύμναση των εθελοντών και η μεταφορά τους στο πεδίο δράσης
Μετά το 1905, επικεφαλής των Ελληνικών ομάδων ανταρτών επιλέγονταν Έλληνες αξιωματικοί απόφοιτοι της σχολής Ευελπίδων εν γνώσει και με την άδεια του Διαδόχου Κωνσταντίνου που ήταν τότε Γενικός Διοικητής του Στρατού, ενώ πιο σπάνια και απόφοιτοι της σχολής ναυτικών δοκίμων όπως οι Κακουλίδης και Ιωάννης Δεμέστιχας. Κάποιοι εξ αυτών σταδιοδρόμησαν στα μετέπειτα χρόνια αναλαμβάνοντας υψηλές θέσεις στο Στρατό και στη κρατική μηχανή όπως ο Γεώργιος Κονδύλης, ο Γεώργιος Κατεχάκης, ο Κωνσταντίνος Μαζαράκης, ο Παύλος Γύπαρης, ο Γεώργιος Τσόντος, ο Γεώργιος Ζήρας. Όλοι τους αποδείχθηκαν ικανότατοι, σκληροτράχηλοι στις κακουχίες, κατάλληλοι για μια τόσο δύσκολη και σύνθετη αποστολή, λάμβαναν γρήγορες και ευφυείς αποφάσεις, ελίσσονταν με τα τμήματα τους με επιτυχία στρέφοντας πολύ συχνά τους Τούρκους εναντίον των Βουλγάρων. Οι κινήσεις τους και οι καταδρομικές τους επιχειρήσεις γίνονταν αιφνιδιαστικά και ήταν κατά κανόνα επιτυχημένες.
Όλοι οι οπλαρχηγοί ακόμη και οι απλοί αντάρτες Μακεδονομάχοι ήταν εθελοντές και οι οποίοι κατά πλειοψηφία προέρχονταν από τη Μάνη και τη Κρήτη. Ο θάνατος του Παύλου Μελά στη Στάτιστα στις 13 Οκτωβρίου 190,αποτέλεσε ένα εθνικό εγερτήριο σάλπισμα για όλους τους Έλληνες και κατεξοχήν για τους νεαρούς Έλληνες αξιωματικούς. Δεκάδες ήταν οι εθελοντές αξιωματικοί από όλα τα τμήματα του Ελληνικού στρατού που δήλωσαν εθελοντές και η τελική επιλογή γινόταν από τους ιθύνοντες του Μακεδονικού Κομιτάτου. Το γεγονός ότι τα Ελληνικά τμήματα είχαν ως επικεφαλής μόνιμους αξιωματικούς του Ελληνικού στρατού αποτέλεσε ένα σημαντικό πλεονέκτημα που συντέλεσε αποφασιστικά στην υπεροχή των Ελλήνων έναντι των κομιτατζήδων που δρούσαν χωρίς σύστημα και κυρίως με το ηθικό του κατακτητή.
Ευέλπιδες
Όλοι οι αξιωματικοί χρησιμοποιούσαν ψευδώνυμα στην καθημερινότητα αλλά και στην αλληλογραφία τους ώστε να μην εκτεθούν ο ελληνικός στρατός και η Ελληνική κυβέρνηση έναντι της Διεθνούς κοινότητας. Η εκπαίδευση των αξιωματικών και των οπλιτών γινόταν σε ειδικό κέντρο εκπαίδευσης που δημιουργήθηκε από το Μακεδονικό Κομιτάτο αποκλειστικά για τον σκοπό αυτό στη Βουλιαγμένη. Μετά τις δυσκολίες που συνάντησε ο Παύλος Μελάς κατά τη διάβαση της ελληνοτουρκικής μεθορίου και μέχρι να φτάσει στον τομέα δράσης του, οι υπόλοιπες ομάδες Μακεδονομάχων στέλνονταν ακτοπλοϊκώς μέσω του Θερμαϊκού κόλπου. Η αποβίβαση τους γινόταν νύχτα και συναντούσε πολλά προβλήματα ακόμη και ματαιώσεις, καθώς υπήρχε περίπτωση να μην δουν οι οδηγοί που βρίσκονταν στη ξηρά τα συμφωνημένα σήματα, ενώ στη περιοχή περιπολούσαν και Τουρκικά πλοιάρια.
Η ενεργός συμμετοχή του Ελληνισμού της Μακεδονίας και η "Οργάνωση Θεσσαλονίκης"
Ο Μακεδονικός Αγώνας δεν θα είχε όμως την παραμικρή πιθανότητα επιτυχίας χωρίς την ενεργή σύμπραξη των ελληνικών πληθυσμών της περιοχής. Εκτός των κατά τόπους ιερέων του Πατριαρχείου, αλλά και των δασκάλων, μεγάλες υπηρεσίες πρόσφεραν οι Έλληνες υπάλληλοι των Οθωμανικών σιδηροδρόμων που με κίνδυνο της ζωής τους μετέφεραν τη μυστική αλληλογραφία του Αγώνα, όπλα και εφόδια για τους Μακεδονομάχους. Όλα τα ελληνικά σωματεία της Μακεδονίας, φιλανθρωπικά, εκπαιδευτικά, πολιτιστικά, αθλητικά, έθεσαν την επιρροή και τις περιορισμένες δυνατότητες τους στη διάθεση του Αγώνα. Χωρίς όμως τη παλλαϊκή της υπαίθρου, ο Αγώνας θα ήταν χαμένος πριν εκκινήσει.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η εθνική συνείδηση στις βόρειες επαρχίες της Μακεδονίας ήταν ρευστή, όμως ακόμη και στις βόρειες περιοχές που υπερείχαν τα σλαβικά εθνοτικά χαρακτηριστικά, οι κάτοικοι τους κατά πλειοψηφία (και πολύ λογικά) επέλεξαν την πολιτισμική στίλβη του αιώνιου Ελληνισμού, από την αιθαλομίχλη της σλαβοβουλγαρικής προπαγάνδας. Οι πληθυσμοί των περιοχών αυτών παρέμειναν διστακτικοί στα συνθήματα της Βουλγαρικής προπαγάνδας που ήταν ένα μείγμα "εθνοτικού Μακεδονισμού" και Σλαβικού μεγαλοϊδεατισμού και αμέσως αγκάλιασαν τα Ελληνικά Σώματα όταν αυτά προσήλθαν στο προσκήνιο.
Χωρίς την ενεργή σύμπραξη του ντόπιου πληθυσμού ο Μακεδονικός Αγώνας θα ήταν καταδικασμένος σε βέβαιη αποτυχία και αυτή η απλή ιστορική αλήθεια είναι και η βαθύτερη ουσία του Αγώνα που ήταν περισσότερο μια εθνοτική διαπάλη παρά μια στρατιωτική εκστρατεία.
Αθανάσιος Σουλιώτης - Νικολαΐδης
Αλλά ο εθνοτικός Αγώνας δεν περιορίστηκε στη Μακεδονική ύπαιθρο αλλά επεκτάθηκε και στα αστικά κέντρα όπου ο Ελληνισμός είχε συμπαγέστερες δυνάμεις. Εκεί, ταυτόχρονα με τις μάχες στην ύπαιθρο ξεκίνησε ένας σκληρός οικονομικός αποκλεισμός από τον ελληνικό πληθυσμό σε κάθε Βούλγαρο επαγγελματία η έμπορο, ενώ σημειώνονταν βίαιες αντιδράσεις σε κάθε νέα εγκατάσταση Βουλγάρων στις μεγάλες Μακεδονικές πόλεις.
Τις αντιδράσεις αυτές στη Θεσσαλονίκη καθοδηγούσε η "Οργάνωση Θεσσαλονίκης" που δημιουργήθηκε από τον αξιωματικό του ελληνικού στρατού Αθανάσιο Σουλιώτη - Νικολαΐδη που παρουσιαζόταν στις Οθωμανικές Αρχές ως έμπορος και εκπρόσωπος Γερμανικής εταιρίας ραπτομηχανών. Η οργάνωση με μια περιορισμένη ομάδα μυημένων πατριωτών κατάφερε κυριολεκτικά να τρομοκρατήσει τους Βούλγαρους της πόλης με ξυλοδαρμούς, καταστροφή των καταστημάτων τους, ακόμη και με δολοφονίες Εξαρχικών εν μέση οδώ μέρα μεσημέρι. Η οργάνωση τιμώρησε σκληρά και παραδειγματικά ακόμη και Έλληνες ομογενείς που έδειχναν σημάδια συνδιαλλαγής με το Βουλγαρικό στοιχείο.
Πολύ σύντομα στις συνοικίες του Βαρδάρη και της Αγίας Τριάδας όλα τα Βουλγαρικά καταστήματα έκλεισαν και στη θέση τους άνοιξαν Ελληνικά, ενώ οι Βούλγαροι τεχνίτες και εργάτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη καθώς δεν έβρισκαν πουθενά εργασία. Ήταν τόσο μεγάλη η επιτυχία του εμπορικού πολέμου κατά των Βουλγάρων και τόσα τα κέρδη που αποκόμισαν οι Έλληνες έμποροι, που πρόθυμα εκ των υστέρων χρηματοδότησαν την οργάνωση προτείνοντας μάλιστα στην ηγεσία της να διεξαχθεί οικονομικός πόλεμος και κατά των Εβραίων, κάτι που δεν έγινε δεκτό.
Πηγές
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Ο Μακεδονικός Αγών και τα εις Θράκην γεγονότα, εκδόσεις ΔΙΣ
Ίων Δραγούμης, Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα
Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος, Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα (ανατομία της Ελλαδικής πραγματικότητας), εκδόσεις Σταμούλη
Dakin Douglas, Βρεττανικές πηγές σχετικές με τον Μακεδονικόν Αγώνα (1901-1909), Μακεδονικά τόμος Ε΄, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών
Καραμήτσος Δημήτριος, ο Μακεδονικός Αγώνας
Σατραζάνης Αντώνης, Μακεδονικός Αγώνας 1881-1908, από το συλλογικό έργο Ιστορία των Ελλήνων, τόμος 11ος.
http://history-pages.blogspot.com/2012/ ... -1908.html
http://www.istorikathemata.com/2018/10/1904-1908.html