Από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η απόφαση της υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνη, να ανακαλέσει την παραχώρηση του όμορφου διατηρητέου κτιρίου της Ερμού, στον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, «ζυμώνεται» το αφήγημα του «ρεβανσισμού».
Μάλιστα, σε ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει λόγο για «εκδικητική» απόφαση και για «τιμωρία» των αρχαιολόγων.
Δηλαδή, σύμφωνα με αυτήν την εκδοχή, με αφορμή μια καταγγελτική - κινηματική εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στον κήπο του κτιρίου τον περασμένο Ιούλιο για το προσφυγικό ναυάγιο στην Πύλο, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου αποφάσισε να «εκδικηθεί» τον ΣΕΑ, για το σύνολο της δράσης του.
Κατά την ταπεινή γνώμη μου, αυτή η προσέγγιση είναι εξαιρετικά κοντόφθαλμη.
Και επικίνδυνη.
Νομίζω, δηλαδή, ότι αν υπάρχει το στοιχείο της «εκδίκησης», αυτό είναι περισσότερο μια ευχάριστη και καλοδεχούμενη - για το υπουργείο - παράπλευρη συνέπεια, αλλά σε καμία περίπτωση η αιτία ή μέρος της.
Διότι, η αιτία αυτής της απόφασης - η οποία ελήφθη όντως με την γνωστή αισθητική του αρχοντοχωριατισμού αυτής της κυβέρνησης -
είναι ο παλιός στόχος της εμπορευματοποίησης του θησαυρού της ακίνητης περιουσίας του υπουργείου Πολιτισμού.
Η Πλάκα και η ευρύτερη περιοχή του ιστορικού κέντρου της Αθήνας (όπως ο Κεραμεικός) είναι το «Ελντοράντο» του real estate.
Η μέση τιμή/τ.μ ξεπερά τις 4.000 ευρώ, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις διαμερισμάτων που ξεπέρασαν και τις 9.000 ευρώ.
Σε αυτό το «Ελντοράντο», το υπουργείου Πολιτισμού, δηλαδή το ελληνικό Δημόσιο, έχει στην ιδιοκτησία του περίπου 200 κτίρια.
Είχε προηγηθεί, από τα μέσα της 10ετίας του '90, η εφαρμογή, στην Αθήνα, του λεγόμενου
«μοντέλου Βηρυττού», το οποίο συνοπτικά παραπέμπει σε ένα πλήρως εμπορευματικό - τουριστικοποιημένο αστικό κέντρο και
υποβαθμισμένα προάστια.
Στο πλαίσιο εκείνης της εφαρμογής, έλαβαν χώρα τα πολεοδομικά
πογκρόμ στις επιβιώσεις της παραδοσιακής ζωής της πόλης, ξεκινώντας από το ξήλωμα των γειτονιών και των μικρών βιοτεχνιών πίσω από το Γκάζι και καταλήγοντας στην «εκκαθάριση» του Ψυρρή, από ό,τι θύμιζε ζωντανή συνέχεια της πόλης.
Κάπως έτσι φτάσαμε στον Ιανουάριο του 2007, όταν, ο τότε υπουργός Πολιτισμού, Γ. Βουλγαράκης, σε κεντρικό βιβλιοπωλείο της Αθήνας και στο πλαίσιο «ανοιχτής συζήτησης» για θέματα πολιτισμού, έδωσε το στίγμα των προθέσεών του για επέκταση της εμπορευματοποίησης, ακόμη και στα κτίρια του ΥΠΠΟ (τα οποία χαρακτήρισε ως «πρακτικά αχρησιμοποίητα») και μάλιστα στην περιοχή - «φιλέτο» της πρωτεύουσας, την Πλάκα (
https://www.rizospastis.gr/story.do?id= ... nTLnWZv-Uc...).
Μιλώντας γι' αυτά είπε χαρακτηριστικά ότι αν το ΥΠΠΟ «απαλλαγεί από τα "βαρίδια" αυτά, εκμεταλλευτεί τα κτίρια στην Πλάκα και πάρει χρήματα αντί να πληρώνει για τη συντήρησή τους μπορεί να τα διαθέσει στην πολιτιστική δημιουργία».
Σχολίασε μάλιστα απαξιωτικά ότι ένα σωματείο μπορεί να στεγαστεί και σε ένα διαμέρισμα στα Πατήσια.
Μερικά χρόνια μετά από εκείνον τον «επικό» χαρακτηρισμό της περιουσίας του Δημοσίου ως «βαριδιών», ήρθαν τα μνημόνια και την διάθεση όλης της χώρας προς «αξιοποίηση».
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κάθε λόγο να θέλει να περιορίσει την απόφαση του ΥΠΠΟ στο διαχειρίσιμο - γι' αυτόν - πλαίσιο της «εκδίκησης», οι αρχαιολόγοι δεν έχουν τον παραμικρό λόγο να ακολουθήσουν αυτό το άσφαιρο μονοπάτι.
Η εξακολουθητική κατάσταση άμυνας του εργατικού κινήματος έχει αποθρασύνει τις κυβερνήσεις των αφεντικών, τα οποία νιώθουν ότι τώρα είναι η ώρα να ξεμπερδεύουν με διαχρονικούς στόχους.
Όπως, για παράδειγμα, να ολοκληρώσουν την μετατροπή του ιστορικού κέντρου της Αθήνας σε «παιδική χαρά» του κεφαλαίου στον τουρισμό.
Η όμορφη έδρα του ΣΕΑ στην Ερμού είναι μέρος αυτού του στόχου.
Οι αρχαιολόγοι δεν έχουν απέναντί τους την εκδοχή μιας χαιρέκακης Κρουέλα ντε Βιλ.
Αλλά μια ευρείας κλίμακας επίθεση του κεφαλαίου στην πολεοδομική ψυχή της πόλης.
Και η αντίσταση οφείλει να είναι ανάλογη.
https://www.facebook.com/permalink.php? ... 8750192779