Annibas έγραψε: 15 Απρ 2025, 11:28
Οι ίδιοι οι Ρωμαίοι εκείνης της εποχής θεωρούσαν τους εαυτούς τους Έλληνες απογόνους των Τρώων και του Αινεία κάτι που αναγνώριζαν εξίσου και οι δύο πλευρές,
Η συντριπτικά κυριαρχούσα ιδέα ήταν ότι οι αρχαίοι Ρωμαίοι κατάγονταν από τους Τρώες. Ως κάτοικοι της Ιταλίας άρχισαν όπως και οι διάφοροι άλλοι πληθυσμοί της Ιταλίας εξ όσων γνωρίζω να δημιουργούν πεποιθήσεις απώτερης τρωικής καταγωγής ως μέσο αντιπαράταξης με τους Ιταλιώτες Έλληνες οι οποίο θεμελίωναν την ελληνικότητά τους μέσω μίας κοινής απώτερης καταγωγής από τους Αχαιούς της Ιλιάδας. Αν αυτοί οι «εισβολείς» ήταν Έλληνες επειδή κατάγονταν από τους Αχαιούς τότε οι Ιταλικοί πληθυσμοί ήταν
μη Έλληνες γιατί κατάγονταν από τους εχθρούς των Αχαιών, Τρώες. Η πεποίθηση αυτή παρέμεινε κυριαρχούσα ακόμη και κατά την Κλασική Ρωμαϊκή περίοδο γιατί οι αρχαίοι Ρωμαίοι παρά τον εκτενή δανεισμό στοιχείων από τον ελληνιστικό πολιτισμό ήθελαν να διακηρύττουν την διακριτότητα τους από τους ηττημένους και κατ' αυτούς «θηλυπρεπείς» «Γραικύλους» καθώς και να δικαιολογούν/νομιμοποιούν την ρωμαϊκή κατάκτηση των «Γραικών» καταστροφέων της Τροίας.
μόνη διαφορά είχαν την Λατινική γλώσσα η οποία προήλθε και αυτή από κάποια Ελληνική διάλεκτο.
Ποιός
αρχαίος Ρωμαίος υποστήριξε αυτή τη θεωρία; Περιττό να αναφέρω ότι αντικειμενικά η Λατινική γλώσσα προέρχεται από την Πρωτοϊταλική (Ινδοευρωπαϊκή) γλώσσα και δεν σχετίζεται άμεσα με τον Ελληνικό Ινδοευρωπαϊκό κλάδο.
Με την λογική αυτή εθεωρείτο η Ρώμη σαν μια άλλη Ελληνική πόλη-κράτος όπως οι Μακεδόνες, οι Σπαρτιάτες, οι Θηβαίοι κοκ και η Ρωμαϊκή κατάκτηση ήταν κάτι παρόμοιο με την Μακεδονική την οποία θεωρούσαν εξίσου βαρβαρική.
Ακριβώς! Η
περιστασική επίκληση ελληνικής συλλογικής απώτερης καταγωγής από τους αρχαίους Ρωμαίους ήταν ένα από τα πολλά βέλη που οι αρχαίοι Ρωμαίοι είχαν στη φαρέτρα τους. Το χρησιμοποιούσαν
σποραδικά και
περιστασιακά όταν ήθελαν να ενταχθούν στον ευρύτερο ελληνοπρεπή/ελληνικό κόσμο/υποσύνολο της Αυτοκρατορίας τους κατά την συναναστροφή τους με αυτόν.
Τα παραπάνω συμβαδίζουν απόλυτα με αυτά που γράφεις για τους Αύσονες,
Μία απώτερη ελληνική καταγωγή με ταυτόχρονη αποδοχή μίας συλλογικής απώτερης αυσονικής καταγωγής μια χαρά μπορούσε να υπάρξει! Πολύ απλά όμως δεν υπήρχε σε γενικές γραμμές! Η πολύπλοκη διαδικασία δημιουργίας της ρωμαϊκής εθνότητας δεν επέφερε εν τέλει την πεποίθηση συλλογικής απώτερης ελληνικής καταγωγής στο τελικό αποτέλεσμα όπως έγινε με τους Αύσονες (οι «φυσικοί» Προπάτορες). Οι Ρωμαίοι ήταν ναι, ελληνοπρεπείς και συνεπώς στο ρητορικό δίπολο «Έλληνες»/«βάρβαροι» (το οποίο επανεντάσσει στην «βυζαντινή» γραμματεία ο Μιχαήλ Ψελλός και κυριαρχεί σε ρητορικό επίπεδο σε αυτή θριαμβευτικά με τον Κομήνειο Ελληνισμό) ενέπιπταν στην πρώτη κατηγορία. Δεν επαρκει η χρήση του ρητορικού διπόλου «Έλληνας»/«βάρβαρός» (ή ειδικές περιπτώσεις αυτού «Έλληνας»/«Λατίνος»-«Ιταλός» ή «Έλληνας»/«Πέρσης»), ούτε ο γεωγραφικός αρχαϊσμός «Βυζάντιο» για την Κωνσταντινούπολη, ούτε η γλωσσική περιγραφή των Ρωμαίων ως «Ελλήνων»/«Γραικών» (= ελληνοφώνων) για να θεμελιωθεί η θεωρία ύπαρξης μίας συλλογικής απώτερης ελληνικής καταγωγής. Πολύ απλά λείπουν τα χωρία στα οποία οι Ρωμαίοι λόγιοι διεκδικούν μία συλλογική απώτερη ελληνική καταγωγή πριν το 1204 μ.Χ. (και μετά από αυτή τη χρονολογία η [ολόψυχη] επίκληση γίνεται μόνο από ιδιόρρυθμες περιπτώσεις (Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις και Θεόδωρος Μετοχίτης) ή ως
περιστασιακή ινστρουμενταλιστική αναφορά κυρίως κατά την συναναστροφή με τους Δυτικούς). Επίσης, αγνοείται το εθνοσυμβολικό αφήγημα-συνδεση των Ρωμαίων με τους Έλληνες και οι χρονογραφίες δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης της θέσης μου. Μόνο ο Ψευδοδωρόθεος που συνοψίζει τις «βυζαντινές» χρονογραφίες (και μάλιστα γράφτηκε σε μία εποχή που κυριάρχησε η σκληρή θεωρία ελληνογένειας, δηλαδή η δυτικογενής φυλετική) αποδεικνύει περίτρανα τη θέση μου. Αυτά λένε τα στοιχεία! Από εκεί και πέρα υπάρχει και το επίπεδο της εθνικιστικής ασάφειας-φαντασίας...
όπως οι Βυζαντινοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους Αύσονες/Ρωμαίους με την ίδια λογική θεωρούσαν και οι Ρωμαίοι τους εαυτούς τους Έλληνες.
Οι «Βυζαντινοί» ήταν Ρωμαίοι-Ρωμιοί, δεν «θεωρούσαν τους εαυτούς τους Ρωμαίους». Θεωρούσαν ως Προπάτορες τους Αύσονες και συνεπώς αρχαϊστικά προβάλλονταν ρητορικά που και που ως τέτοιοι. Εκεί όπου ο αρχαϊσμός κτυπούσε συστηματικά (ουσιαστικά μόνιμα) κόκκινο ήταν στο πολιτικό επίπεδο, έτσι ώστε το εθνοτικό ρωμαίικο κράτος να μπορεί να υποστηρίζει την αυσονορωμαϊκή πολιτική ιδεολογία, καθώς η ρωμαϊκή πολιτική συνέχεια ήταν μία αντικειμενική πραγματικότητα. Από την άλλη, δεν θεωρούσαν τους εαυτούς τους «Έλληνες» παραδοσιακά
κατ' ανάλογο τρόπο. Η ελληνοφωνία τους και η ελληνική τους παιδεία (δηλαδή η ελληνοπρέπειά τους) τους καθιστούσε τρόπον τινά πολιτισμικά «Έλληνες» (κάτι τελείως αποδεκτό στην ελληνική κοσμοθεωρία που εκφράζεται στην ελληνική γραμματεία δεδομένου ότι η κυριαρχούσα ελληνικότητα κατά τις Κλασική Ρωμαϊκή και Ελληνιστική περίοδο ήταν η ανεθνοτική, ανεξάρτητη της καταγωγής, πολιτισμική ελληνικότητα η οποία επισκίασε γρήγορα την εθνοτική ελληνικότητα) και τους επέτρεπε να παρουσιάζονται ως οι «πολιτισμικοί» κληρονόμοι των Ελλήνων χωρίς να είναι/θεωρούνται/προβάλλονται σε συλλογικό επίπεδο απόγονοί τους. Η ελληνική ιστορία ήταν άχρηστη και περιττή για τους Ρωμαίους ως ιστορική αφηγηματική πραγματικότητα και συνεπώς, μία σύνδεση με αυτήν ή ισοδύναμα η επίκληση μίας συλλογικής απώτερης ελληνικής καταγωγής, ήταν άχρηστη και περιττή. Όταν μετά το 1204 μ.Χ. άρχισαν να εκτίθενται συστηματικά στην ητική Δυτική αντίληψη και στερεότυπα (π.χ. «σοφοί Γραικοί») λόγω της ταυτοτικής καταπίεσης/άρνησης που προωθούσαν οι Δυτικοί τότε, για να τα χρησιμοποιοήσουν υπέρ τους κατά την αντιπαράταξη με την Δύση, προέκυψε η ανάγκη επίκλησης ελληνογένειας (ή τουλάχιστον καταγωγής από το παραδοσιακά μη εθνοσυμβολικά σημαντικό γηγενές ελληνοπρεπές στοιχείο), ακόμη ένα Δυτικό στερεότυπο, έτσι ώστε να παρουσιάζονται (αρχαϊστικά) [και] σαν Έλληνες ή να οικειοποιούνται στοιχεία του αρχαίου ελληνοπρεπούς κόσμου (π.χ. μεταφορά γνώσης από την ελληνοπρεπή Ανατολή στην λατινοπρεπή Δύση) αντιστρεφοντας τα βέλη του εχθρού. Αυτοί τους θεωρούσαν «Γραικούς» για να τους αποστερήσουν την αυσονική κληρονομιά και οι «Βυζαντινοί» παρουσιαζόμενοι [και] ως «Γραικοί», όπως τους αναγνώριζαν οι Δυτικοί, αποδεικνύονταν ως πολιτισμικά ανώτεροι (όπως αναγνώριζε ήδη τους [αρχαίους] Έλληνες η Δύση από τον 12ο αιώνα) του Λατινικού κόσμου (Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις), οι δικαιωματικοί κληρονόμοι της κατά Δυτικούς διακριτής από την αρχαία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία «Αυτοκρατορίας των Γραικών/της Κωνσταντινούπολης» σε αντίθεση με τους Λατίνους κατακτητές (Ιωάννης Βατάτζης), αυτοί μου μεταλαμπάδευσαν τη φιλοσοφία και τις επιστήμες από την ελληνοπρεπή Ανατολή στη λατινοπρεπή Δύση κατά την προκωνσταντίνεια ρωμαϊκή περίδο (Γεώργιος Ακροπολίτης) και άρα οι Δυτικοί, οι συνεχιστές του αρχαίου λατινοπρεπούς Δυτικού κόσμου, «αποδεικνύονταν» «οφειλέτες» αυτών. Ο Πατριάρχης Ιωσήφ οικειοποιείται την Δυτική αντίληψη της ελληνογένειας (αντικειμενικά απλουστευτική της πραγματικότητας) για να προβάλει την διακριτότητα της «βυζαντινής» ρωμαϊκότητας από την αυσονική έτσι ώστε να υποστηρίξει την θέση του, κατά συμφέρουσα αναλογία, για την ταυτότητα του Αποστόλου Παύλου. Αυτό ήταν δυνατό κατά τον 13ο αιώνα γιατί η ρωμαϊκή εγγράμματη ελίτ είχε εκτεθεί συστηματικά στην ιδεά της «γραικογένειας»/«γραικικότητας» και συνεπώς είχε εξοικειωθεί με την διατύπωσή της. Αυτά τα παραδείγματα ήταν περιστασιακοί πειραματισμοί σε γενικό επίπεδο. Η εξαίρεση ήταν ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις που του άρεσε η ιδέα και την εσσωτερίκευσε επικαλούμενός την συστηματικά. Ο Θεόδωρος Μετοχίτης επηρεασμένος από το πνεύμα αρχαιολατρείας της Δυτικής πρώιμης Αναγέννησης και της παράδοσης επίκλησης αρχαίων καταγωγών και δεδομένων των φιλοσοφικών [αιρετικών] του θέσεων, λόγω προσωπικών προτιμήσεων, δημιούργησε ένα αφήγημα διπλής καταγωγής θεμελιώνοντας τον ελληνικό κλάδο κατ΄αναλογία με τον αυσονικό (αν και τον πρωταγωνιστικό ρόλο τον διατήρησαν και εδώ οι Αύσονες). Οι Ουνιτοπαγανιστές νομίζω δεν χρειάζονται περαιτέρω ανάλυση...