Re: Ερώτηση για τους Χριστιανούς: Την έχω καταλάβει ορθώς τη λογική της θρησκείας σας;
Δημοσιεύτηκε: 22 Απρ 2022, 11:11
Και κάτι περί της διαιώνισης της φεουδαρχίας και των αυτοκρατοριών που γκρεμίστηκαν ΜΟΝΟ όταν ο Διαφωτισμός τράνταξε τη θρησκεία. Φάτε πνευματική ολοκλήρωση μυρωδιάδες.
Η «διδασκαλία» του Παύλου και οι θέσεις του για την δουλεία - Βοήθα φτωχέ να μην σου μοιάσω
Μιας και δεν πρόκειται να καταργήσουμε τους δούλους, θα καταργήσουμε τ' αφεντικά. Όλοι θα γίνουμε ίσοι: Όλοι δούλοι του Θεού.
Την καινοτομία αυτή θα εισαγάγει ο Παύλος: «Γιατί εκείνος που υπηρετείται είναι ο Κύριος Χριστός». (Κολοσ. γ', 22-24). Εργοδότης τώρα είναι ο Θεός. Οι καημένοι οι αφεντάδες δεν ευθύνονται πια για τίποτα. Αντίθετα δέχονται και κείνοι την ισότητα που επιβάλλεται από ψηλά, κι όλοι είμαστε αδελφοί.
Γι' αυτό «όσοι έχουν χριστιανούς γι'αφεντικά θα γίνουν ακόμη εργατικότεροι, γιατί θα δουλεύουν για αδελφούς (...) να δουλεύετε με καλή διάθεση σαν να πρόκειται για τον Κύριο κι όχι για ανθρώπους (...). Γνωρίζοντας ότι από τον Κύριο θα πάρετε την ανταπόδοση (...). Γιατί δουλεύετε για τον Κύριο Χριστό (...) είτε δούλος (είσαι), είτε ελεύθερος» (Εφεσ. στ', 7• Τιμόθ., στ', 1-2- Κολοσ., γ', 22-24• Εφεσ., στ', 8).
Και να πως αποκτήσαμε αυτό το μεγάλο πλεονέκτημα: «Ελευθερωθέντες δε από την αμαρτία, γίνατε δούλοι εις την δικαιοσύνη... έτσι τώρα να προσφέρετε τα μέλη σας δούλα... γιατί τώρα ελευθερωθέντες από τις αμαρτίες υποδουλωθήκατε στον Θεό...» (Ρωμ., στ', 18-22).
Την κορώνα όμως τη φυλάει για τους Ρωμαίους: «Και ο ελεύθερος, δούλος του θεού είναι, αγορασμένος με αντίτιμο• μη γίνεσθε λοιπόν δούλοι των ανθρώπων» (Ρωμ., ζ', 22-23).
Όχι, ο άνθρωπος δεν αστειεύεται.
Εμείς μόνο να πάψουμε ν' απορούμε για το πως πιάστηκε ο Χριστιανισμός στον κόσμο. Για το πως επιβλήθηκε. Για το ποιες ήταν οι σχέσεις του Παύλου με τον Σενέκα. Για το πως ένας Εβραίος βρίζει μέσα στη Ρώμη την επίσημη κρατική θρησκεία -την ειδωλολατρία- και τον συνοδεύει ένα σύνταγμα πεζών και ιππέων για να τον σώσει. Εμείς να πάψουμε ν' αναρωτιόμαστε πώς ένας κόσμος με τόσο ψηλό πνευματικό επίπεδο αποδέχτηκε τον Χριστιανισμό. Ο κόσμος αυτός κινδύνευε. Το να 'σαι δούλος ανθρώπων είχε γίνει λίγο επικίνδυνο για τ' αφεντικά. Αλλά δούλος του Θεού! Κι όλοι οι δούλοι αδέρφια. Ενάντια σε ποιόν θα πολεμήσεις; Αλλά και ποιό αφεντικό δε θα αγαλλίαζε από παρόμοια ισότητα; Καιρός να καταλάβουμε πόσο ανεπανάληπτο πολιτικό εύρημα στάθηκε ο μονοθεϊσμός με βάση το φόβο, για τις μελλοντικές κοινωνίες.
Σήμερα ακόμη, ο καθηγητής Oscar Cullmann, αναλύοντας την Καινή Διαθήκη γράφει: «Όμοιο θεολογικό υπόβαθρο και στην επιστολή προς Κολοσσαείς όπου εκτίθεται ένα σύστημα των καθηκόντων των σκλάβων απέναντι στους κυρίους τους». Και, «κανένα επιχείρημα δε θα μπορούσε ν' αμφισβητήσει την παυλιανή αυθεντικότητα...». Ασφαλώς κανένα.
Ποιος θ' αμφισβητήσει την καθαίρεση του ανθρώπου και την μετατροπή του σε δούλο, από τον μεγάλο απόστολο του Χριστιανισμού; Και δούλο του θεού, όχι των ανθρώπων! Ποτέ! Γι' αυτό και δε θα απαιτείτε, όπως το δικαιούστε, το ψωμί σας από κείνους που σας εκμεταλλεύονται. Όχι! Θα λέτε: Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, δος ημίν σήμερον τον άρτον ημών τον επιούσιον. Κι αν δεν έχεις να φας, δεν ευθύνεται κανείς άλλος παρά μόνο ο θεός.
Αυτός αποφάσισε να δοκιμαστείς πεινώντας. Το προσευχολόγιο και το υμνολόγιο των Εβραίων, γραμμένο όλο από αφεντικά-προφήτες αξιοποιείται επιτέλους, μέσω του Παύλου, κηρύσσοντας τα αγαθά της δουλείας στην ανθρωπότητα:
- Κύριε ευλόγησον την βρώσιν και την πόσιν των δούλων σου.
- Παντρεύεται ο δούλος του θεού την δούλη του θεού.
- Ανάπαυσον κύριε τον δούλον σου.
Ο Ιησούς στα κηρύγματά του, με μια επαναστατική διάθεση, ξεκαθαρίζει τη θέση του: «Φωτιά ήρθα να βάλω στη γη. Και τί δε θά 'δινα για να 'χε κιόλας ανάψει. Θέλω να πάρω βάφτισμα και πως λαχταρώ ώσπου να συμβεί. Φαντάζεστε πως ήρθα να δώσω ειρήνη στη γη. Όχι, σας λέγω, αλλά διχόνοια. Από τώρα κι έπειτα θά 'ναι πέντε σ' ένα σπίτι διχασμένοι, τρεις εναντίον δυο, δυο εναντίον τριών. Θα συγκρουστούν ο πατέρας κατά του γιου κι ο γιος κατά του πατέρα, η μητέρα κατά της θυγατέρας κι η θυγατέρα κατά της μάνας, η πεθερά κατά της νύφης κι η νύφη κατά της πεθεράς» (Λουκ., ιβ', 49-54). Θα πει ακόμη: «Και ο μη έχων πωλησάτω το ιμάτιον αυτού και αγορασάτω μάχαιραν» (Λουκ., 37).
Και θά 'ρθει ο Παύλος: «Παρακαλώ λοιπόν πρώτον πάντων να κάμνητε δεήσεις, προσευχές, παρακλήσεις, υπέρ βασιλέων και πάντων των όντων εν αξιώμασι διά να διάγωμεν βίον ατάραχον και ησύχιον εν πάση ευσεβεία και σεμνότητι» (Τιμόθ., β', 1). (Αυτόματα ακυρώνει όλα τα μαρτύρια των χριστιανικών διωγμών των επόμενων αιώνων !!)
Κατά τα λεγόμενα του Παύλου, το όνειρο του Ιησού πραγματοποιείται και αποκαθίσταται η ισότητα ανάμεσα στους ανθρώπους. Και πώς; Από τον ίδιο το Θεό που, χάρη στην ανωτερότητά του, καταργεί όλες τις διακρίσεις: Δεν έχει προτιμήσεις. Αγαπά όλα του τα πλάσματα το ίδιο, οπότε, μια και η αγάπη του είναι όμοια για όλους, οι άνθρωποι γίνονται ίσοι αναμεταξύ τους. Απόδειξη, πως όση χαρά του δίνουν οι χορτάτοι την ίδια ακριβώς του δίνουν και οι πεινασμένοι: «Ο τρώγων διά τον Κύριον τρώγει, διότι ευχαριστεί εις τον Θεόν. Και ο μη τρώγων διά τον Κύριον δεν τρώγει και ευχαριστεί εις τον Θεόν» (Ρωμ., ιδ', 1). Μας βεβαιώνει ακόμη ο Παύλος ότι το φαγητό ούτε προσθέτει ούτε αφαιρεί από την αξία των πιστών, που δυστυχώς δεν τα καταφέρνουν να ξεπεράσουν τις υλικές ανάγκες: «Δεν είναι το φαγητό που μας προβάλλει στο Θεό. Ούτε εάν φάγωμεν έχομε κανένα πλεονέκτημα, ούτε εάν δεν φάγωμε χάνουμε τίποτα» (Κορ., η', 8).
Μιλάμε για απατεώνα χωρίς όρια !
Οι πιστοί όμως εξακολουθούν νά 'χουν πολύ πεζές ανάγκες. Οπότε ο Παύλος φτάνει στο αποκορύφωμα της ανοητολογίας: «Τα φαγητά είναι διά την κοιλίαν και η κοιλία διά τα φαγητά. Πλην ο Θεός και ταύτην και ταύτα θέλει καταργήσει» (Α' Κορ., στ', 13).
Ύστερα όμως από τόση πολλή ισότητα δημιουργείται ένας κίνδυνος. Να το παρακάνουν οι φτωχοί (οι δούλοι) και ν' αδικήσουν τους αφέντες. Αλλά ο Παύλος επιβλέπει άγρυπνος στην εφαρμογή του γράμματος της διδασκαλίας του Ιησού και της ισότητας, μια και όλοι γίνανε αδέλφια: «Όσοι είναι υπό ζυγόν δουλείας, ας νομίζουσι τους κυρίους αυτών άξιους πάσης τιμής, διά να μη δυσφημήται το όνομα του Θεού και η διδασκαλία. Οι δε έχοντες πιστούς κυρίους, ας μη καταφρονούσι αυτούς, διότι είναι αδελφοί, αλλά προθυμότερον ας δουλεύωσι» (Α' Τιμόθ., στ', 1).
Η «διδασκαλία» του Παύλου και οι θέσεις του για την δουλεία - Βοήθα φτωχέ να μην σου μοιάσω
Μιας και δεν πρόκειται να καταργήσουμε τους δούλους, θα καταργήσουμε τ' αφεντικά. Όλοι θα γίνουμε ίσοι: Όλοι δούλοι του Θεού.
Την καινοτομία αυτή θα εισαγάγει ο Παύλος: «Γιατί εκείνος που υπηρετείται είναι ο Κύριος Χριστός». (Κολοσ. γ', 22-24). Εργοδότης τώρα είναι ο Θεός. Οι καημένοι οι αφεντάδες δεν ευθύνονται πια για τίποτα. Αντίθετα δέχονται και κείνοι την ισότητα που επιβάλλεται από ψηλά, κι όλοι είμαστε αδελφοί.
Γι' αυτό «όσοι έχουν χριστιανούς γι'αφεντικά θα γίνουν ακόμη εργατικότεροι, γιατί θα δουλεύουν για αδελφούς (...) να δουλεύετε με καλή διάθεση σαν να πρόκειται για τον Κύριο κι όχι για ανθρώπους (...). Γνωρίζοντας ότι από τον Κύριο θα πάρετε την ανταπόδοση (...). Γιατί δουλεύετε για τον Κύριο Χριστό (...) είτε δούλος (είσαι), είτε ελεύθερος» (Εφεσ. στ', 7• Τιμόθ., στ', 1-2- Κολοσ., γ', 22-24• Εφεσ., στ', 8).
Και να πως αποκτήσαμε αυτό το μεγάλο πλεονέκτημα: «Ελευθερωθέντες δε από την αμαρτία, γίνατε δούλοι εις την δικαιοσύνη... έτσι τώρα να προσφέρετε τα μέλη σας δούλα... γιατί τώρα ελευθερωθέντες από τις αμαρτίες υποδουλωθήκατε στον Θεό...» (Ρωμ., στ', 18-22).
Την κορώνα όμως τη φυλάει για τους Ρωμαίους: «Και ο ελεύθερος, δούλος του θεού είναι, αγορασμένος με αντίτιμο• μη γίνεσθε λοιπόν δούλοι των ανθρώπων» (Ρωμ., ζ', 22-23).
Όχι, ο άνθρωπος δεν αστειεύεται.
Εμείς μόνο να πάψουμε ν' απορούμε για το πως πιάστηκε ο Χριστιανισμός στον κόσμο. Για το πως επιβλήθηκε. Για το ποιες ήταν οι σχέσεις του Παύλου με τον Σενέκα. Για το πως ένας Εβραίος βρίζει μέσα στη Ρώμη την επίσημη κρατική θρησκεία -την ειδωλολατρία- και τον συνοδεύει ένα σύνταγμα πεζών και ιππέων για να τον σώσει. Εμείς να πάψουμε ν' αναρωτιόμαστε πώς ένας κόσμος με τόσο ψηλό πνευματικό επίπεδο αποδέχτηκε τον Χριστιανισμό. Ο κόσμος αυτός κινδύνευε. Το να 'σαι δούλος ανθρώπων είχε γίνει λίγο επικίνδυνο για τ' αφεντικά. Αλλά δούλος του Θεού! Κι όλοι οι δούλοι αδέρφια. Ενάντια σε ποιόν θα πολεμήσεις; Αλλά και ποιό αφεντικό δε θα αγαλλίαζε από παρόμοια ισότητα; Καιρός να καταλάβουμε πόσο ανεπανάληπτο πολιτικό εύρημα στάθηκε ο μονοθεϊσμός με βάση το φόβο, για τις μελλοντικές κοινωνίες.
Σήμερα ακόμη, ο καθηγητής Oscar Cullmann, αναλύοντας την Καινή Διαθήκη γράφει: «Όμοιο θεολογικό υπόβαθρο και στην επιστολή προς Κολοσσαείς όπου εκτίθεται ένα σύστημα των καθηκόντων των σκλάβων απέναντι στους κυρίους τους». Και, «κανένα επιχείρημα δε θα μπορούσε ν' αμφισβητήσει την παυλιανή αυθεντικότητα...». Ασφαλώς κανένα.
Ποιος θ' αμφισβητήσει την καθαίρεση του ανθρώπου και την μετατροπή του σε δούλο, από τον μεγάλο απόστολο του Χριστιανισμού; Και δούλο του θεού, όχι των ανθρώπων! Ποτέ! Γι' αυτό και δε θα απαιτείτε, όπως το δικαιούστε, το ψωμί σας από κείνους που σας εκμεταλλεύονται. Όχι! Θα λέτε: Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, δος ημίν σήμερον τον άρτον ημών τον επιούσιον. Κι αν δεν έχεις να φας, δεν ευθύνεται κανείς άλλος παρά μόνο ο θεός.
Αυτός αποφάσισε να δοκιμαστείς πεινώντας. Το προσευχολόγιο και το υμνολόγιο των Εβραίων, γραμμένο όλο από αφεντικά-προφήτες αξιοποιείται επιτέλους, μέσω του Παύλου, κηρύσσοντας τα αγαθά της δουλείας στην ανθρωπότητα:
- Κύριε ευλόγησον την βρώσιν και την πόσιν των δούλων σου.
- Παντρεύεται ο δούλος του θεού την δούλη του θεού.
- Ανάπαυσον κύριε τον δούλον σου.
Ο Ιησούς στα κηρύγματά του, με μια επαναστατική διάθεση, ξεκαθαρίζει τη θέση του: «Φωτιά ήρθα να βάλω στη γη. Και τί δε θά 'δινα για να 'χε κιόλας ανάψει. Θέλω να πάρω βάφτισμα και πως λαχταρώ ώσπου να συμβεί. Φαντάζεστε πως ήρθα να δώσω ειρήνη στη γη. Όχι, σας λέγω, αλλά διχόνοια. Από τώρα κι έπειτα θά 'ναι πέντε σ' ένα σπίτι διχασμένοι, τρεις εναντίον δυο, δυο εναντίον τριών. Θα συγκρουστούν ο πατέρας κατά του γιου κι ο γιος κατά του πατέρα, η μητέρα κατά της θυγατέρας κι η θυγατέρα κατά της μάνας, η πεθερά κατά της νύφης κι η νύφη κατά της πεθεράς» (Λουκ., ιβ', 49-54). Θα πει ακόμη: «Και ο μη έχων πωλησάτω το ιμάτιον αυτού και αγορασάτω μάχαιραν» (Λουκ., 37).
Και θά 'ρθει ο Παύλος: «Παρακαλώ λοιπόν πρώτον πάντων να κάμνητε δεήσεις, προσευχές, παρακλήσεις, υπέρ βασιλέων και πάντων των όντων εν αξιώμασι διά να διάγωμεν βίον ατάραχον και ησύχιον εν πάση ευσεβεία και σεμνότητι» (Τιμόθ., β', 1). (Αυτόματα ακυρώνει όλα τα μαρτύρια των χριστιανικών διωγμών των επόμενων αιώνων !!)
Κατά τα λεγόμενα του Παύλου, το όνειρο του Ιησού πραγματοποιείται και αποκαθίσταται η ισότητα ανάμεσα στους ανθρώπους. Και πώς; Από τον ίδιο το Θεό που, χάρη στην ανωτερότητά του, καταργεί όλες τις διακρίσεις: Δεν έχει προτιμήσεις. Αγαπά όλα του τα πλάσματα το ίδιο, οπότε, μια και η αγάπη του είναι όμοια για όλους, οι άνθρωποι γίνονται ίσοι αναμεταξύ τους. Απόδειξη, πως όση χαρά του δίνουν οι χορτάτοι την ίδια ακριβώς του δίνουν και οι πεινασμένοι: «Ο τρώγων διά τον Κύριον τρώγει, διότι ευχαριστεί εις τον Θεόν. Και ο μη τρώγων διά τον Κύριον δεν τρώγει και ευχαριστεί εις τον Θεόν» (Ρωμ., ιδ', 1). Μας βεβαιώνει ακόμη ο Παύλος ότι το φαγητό ούτε προσθέτει ούτε αφαιρεί από την αξία των πιστών, που δυστυχώς δεν τα καταφέρνουν να ξεπεράσουν τις υλικές ανάγκες: «Δεν είναι το φαγητό που μας προβάλλει στο Θεό. Ούτε εάν φάγωμεν έχομε κανένα πλεονέκτημα, ούτε εάν δεν φάγωμε χάνουμε τίποτα» (Κορ., η', 8).
Μιλάμε για απατεώνα χωρίς όρια !
Οι πιστοί όμως εξακολουθούν νά 'χουν πολύ πεζές ανάγκες. Οπότε ο Παύλος φτάνει στο αποκορύφωμα της ανοητολογίας: «Τα φαγητά είναι διά την κοιλίαν και η κοιλία διά τα φαγητά. Πλην ο Θεός και ταύτην και ταύτα θέλει καταργήσει» (Α' Κορ., στ', 13).
Ύστερα όμως από τόση πολλή ισότητα δημιουργείται ένας κίνδυνος. Να το παρακάνουν οι φτωχοί (οι δούλοι) και ν' αδικήσουν τους αφέντες. Αλλά ο Παύλος επιβλέπει άγρυπνος στην εφαρμογή του γράμματος της διδασκαλίας του Ιησού και της ισότητας, μια και όλοι γίνανε αδέλφια: «Όσοι είναι υπό ζυγόν δουλείας, ας νομίζουσι τους κυρίους αυτών άξιους πάσης τιμής, διά να μη δυσφημήται το όνομα του Θεού και η διδασκαλία. Οι δε έχοντες πιστούς κυρίους, ας μη καταφρονούσι αυτούς, διότι είναι αδελφοί, αλλά προθυμότερον ας δουλεύωσι» (Α' Τιμόθ., στ', 1).