Re: Το Κρυφό Σχολειό και οι "εθνομηδενιστές"
Δημοσιεύτηκε: 14 Αύγ 2020, 11:46
Σουλτανικό φιρμάνι του 1675.
Λίγο πριν το 1675, οι χριστιανοί κάτοικοι της Κασταμονής του Πόντου έστειλαν στην Υψηλή Πύλη μια διαμαρτυρία σχετικά με μια αυθαιρεσία των Τούρκων αξιωματούχων της περιοχής τους. Πιο συγκεκριμένα, οι χριστιανοί της Κασταμονής έφερναν στα σπίτια τους δασκάλους για να μαθαίνουν στα παιδιά γράμματα. Όμως, οι τοπικοί Τούρκοι διοικητές για να συνεχίσουν να επιτρέπουν αυτά τα κατ’ οίκον μαθήματα στα σπίτια των χριστιανών απαιτούσαν να τους δοθούν μεγάλα χρηματικά ποσά, πράγμα που προκάλεσε και την αποστολή της έγγραφης διαμαρτυρίας των χριστιανών της περιοχής στον σουλτάνο. Ο σουλτάνος δικαίωσε τους χριστιανούς στο αίτημά τους και εξέδωσε γι’ αυτούς ειδικό φιρμάνι.
Το κείμενο αυτού του φιρμανιού είναι άκρως αποκαλυπτικό, όπως και όλο το περιστατικό, για το πόσο ελεύθερη ήταν τελικά η παιδεία των Ελλήνων στα χρόνια της δεινής δουλείας, αναφέροντας σχετικά με την ανεξέλεγκτη αυθαιρεσία των τοπικών αξιωματούχων τα εξής:
«Μολονότι δεν υπήρχε λόγος να ταλαιπωρούν (τους χριστιανούς της Κασταμονής) επειδή διδάσκουν στα σπίτια τους σύμφωνα με τα ήθη τους το Ευαγγέλιο στα αρσενικά χριστιανόπουλα, κάποιοι απ’ την τάξη των ανθρώπων της εξουσίας, μόνο και μόνο για να τους αποσπάσουν χρήματα, τους παίρνουν χωρίς λόγο και αιτία, και ενάντια στον ιερό νόμο, όλα τους τα χρήματα. Η καταπίεση και η αυθαιρεσία τους δεν έχει τελειωμό(!!). […] Επειδή αιτήθηκαν να αναληφθούν ενέργειες […] και να εκδοθεί αυτοκρατορικό διάταγμα που να απαγορεύει και να αποτρέπει την καταπίεση και την αυθαιρεσία τους, όπως την εξέθεσαν, συντάχτηκε διαταγή μου, για να πάψουν να καταπιέζονται.»
Πραγματικά πολύ εντυπωσιακό κείμενο για την απίστευτη βαρβαρότητα των τοπικών Τούρκων διοικητών εναντίον της παιδείας των Ελλήνων. Με όσα αναφέρει αυτό το φιρμάνι αποδομεί πλήρως τον βασικό κορμό της επιχειρηματολογίας των αναθεωρητών ιστορικών για την απόρριψη της ύπαρξης του κρυφού σχολειού. Σύμφωνα με αυτούς, οι Τούρκοι «δεν είχαν» κανέναν «λόγο να εμποδίσουν την πρωτοβάθμια εκπαίδευση» «γιατί αδιαφορούσαν εντελώς για τις εσωτερικές υποθέσεις των ραγιάδων», αλλά και για την ίδια «τη μόρφωση», δείχνοντας έτσι μια «σχετική ανεκτικότητα έναντι των υποδούλων». Όπως όμως αντιλαμβανόμαστε από τα παραπάνω, συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Οι Τούρκοι ενδιαφέρονταν και μάλιστα πάρα πολύ για τις ιδιωτικές υποθέσεις των Ελλήνων. Και ειδικά αν αυτές είχαν σχέση με την παιδεία και την μόρφωση, μιας και είχαν έναν πολύ καλό λόγο για να «εμποδίσουν την πρωτοβάθμια εκπαίδευση» των υπόδουλων Ελλήνων: Το χρήμα.
Οι τοπικοί Τούρκοι διοικητές απαιτούσαν τεράστια χρηματικά ποσά όχι μόνον για να δώσουν άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ενός σχολείου, αλλά ακόμη και για να επιτρέπουν στους Έλληνες να μαθαίνουν γράμματα στο σπίτι. Όπως λέει ο ίδιος ο σουλτάνος στο φιρμάνι του, οι Τούρκοι διοικητές προκειμένου να επι τρέψουν κάτι τέτοιο στους δύστυχους ραγιάδες του, τους έπαιρναν «όλα τους τα χρήματα». Και είναι πραγματικά πολύ εντυπωσιακό να βλέπουμε τον ίδιο τον σουλτάνο να ομολογεί πως «η καταπίεση και η αυθαιρεσίες» που ασκούσαν οι Τούρκοι αξιωματούχοι στους Έλληνες «δεν είχαν τελειωμό».
Αλληλοδιδακτικά Σχολεία Χανίων και Ρεθύμνου, 1821.
Πριν την επανάσταση του 1821 λειτουργούσαν στην Κρήτη δύο αλληλοδιδακτικά σχολεία, ένα στα Χανιά και ένα στο Ρέθυμνο. Τα σχολεία αυτά λειτουργούσαν με άδεια που είχαν πάρει από τους Τούρκους διοικητές, η οποία είχε πληρωθεί με πολλά χρήματα. Όμως στα μέσα Μαρτίου του 1821, ο τουρκικός όχλος τα έκλεισε βίαια, επειδή τα θεωρούσαν ως σχολεία «αποστασίας και πολέμου» και διότι τους εξόργιζε ιδιαίτερα η αλληλοδιδακτική μέθοδος που τα σχολεία αυτά χρησιμοποιούσαν. Τα σχετικά γεγονότα περιγράφει ο Σ. Τρικούπης, ένας ιστορικός ο οποίος είχε θέσει ως θεμέλιο της συγγραφής του την πίστη στην αλήθεια και την δικαιοσύνη , γράφοντας έτσι ένα έργο μετρημένο, χωρίς στόμφο :
«Πρό τινος καιρού, είχον συστηθή εν ταις πρωτευούσαις των Χανίων και της Ρεθύμνης δύο αλληλοδιδακτικά σχολεία. Αν και η περί της συστάσεως αυτών άδεια ηγοράσθη διά αδράς δαπάνης, και η διδασκαλία ήτον η συνήθης, τα σχολεία ταύτα εθεωρήθησαν σχολεία αποστασίας και πολέμου, εκλείσθησαν μεσούντος του Μαρτίου και οι διδάσκαλοι εφυλακίσθησαν.»
Τα σχολεία έκλεισαν. Όμως, οι δάσκαλοι που δίδασκαν σ’ αυτά δεν φυλακίσθηκαν μόνον, αλλά ένας από αυτούς εκτελέστηκε, μαζί με τον επίσκοπο Κισάμου Μελχισεδέκ. Και όλα αυτά διαπράχθηκαν από τον ασυγκράτητο και μανιασμένο τουρκικό όχλο, ο οποίος δεν υπάκουε ούτε στον Τούρκο πασά:
«Παρωργισμένοι οι Τούρκοι της Κυδωνίας εναντίον του επισκόπου της Κισάμου Μελχισεδέκ, […] μισούντες δε και τον εν τω φρουρίω αλληλοδιδάσκαλον Καλλίνικον Βερροιαίον, δια τον νέον της διδασκαλίας τρόπον,
[…] ώρμησαν […] και αμφοτέρους οχλαγωγικώς έρριψαν εις τα φυλακάς του φρουρίου, καίτοι εναντιουμένου του Λατίφη, πασά τότε όντος της διοικήσεως Κυδωνίας. […]
Εκ συνθήματος δε, αυθημερόν σχεδόν, απήγαγον και οι εν Ρεθύμνη Τούρκοι εκ των χωρίων τον αλληλοδιδάσκαλον Γεώργιον Βάον Σίφνιον, όστις ομοίως […] εδίδασκεν την αυτήν νέαν μέθοδον. […]
Οχλαγωγικώς, λοιπόν, μετ’ ου πολύ οι Τούρκοι [της Κυδωνίας], διαρρήξαντες την ειρκτήν, απήγαγον εις την αγχόνην […] τον αρχιερέα και [τον] ελληνοδιδάσκαλον. […] Απαγχονίσαντες δε τούτους, ετράπησαν παραχρήμα εις βιαιοπραγίας κατά χριστιανών.»
Τελικά, ο τουρκικός όχλος
«20 χωριά και πολλά μοναστήρια έκαυσε, όσους χριστιανούς ηύρεν, όλους εξωλόθρευσεν, πνίξας, σφάξας, καύσας και κρεμάσας, και δι’ όλης δεκαπενθημερίας επώλει εν τη αγορά των Χανίων γυναίκας
», όπως αναφέρει και πάλι ο Τρικούπης.
Ο τουρκικός όχλος, μανιασμένος και ανεξέλεγκτος, συνέλαβε τους δασκάλους των δύο σχολείων, τον Καλλίνικο στα Χανιά και τον Γεώργιο Βάο στο Ρέθυμνο, και τους έριξαν στην φυλακή. Μαζί συνέλαβαν και τον επίσκοπο Κισάμου Μελχισεδέκ. Η φυλάκιση του Καλλίνικου και του Μελχισεδέκ αποδείχτηκε ιδιαίτερα ανεπαρκής για να κατασιγάσει την ασυγκράτητη θηριωδία του όχλου των Χανίων. Γι’ αυτό κάποια στιγμή διέρρηξαν την φυλακή και τους οδήγησαν στην κρεμάλα. Και αφού τους κρέμασαν, ετράπησαν αμέσως σε απερίγραπτες θηριωδίες κατά των χριστιανών, χωρίς πια κανείς να μπορεί να τους συγκρατήσει. Ο τελικός απολογισμός της φρίκης ήταν να καούν 20 χωριά και πολλά μοναστήρια και να εξοντωθούν όλοι οι χριστιανοί της επαρχίας Κυδωνίας που έπεσαν στα χέρια του εξαγριωμένου και εξαχρειωμένου τουρκικού όχλου, ο οποίος πουλούσε επί δεκαπέντε μέρες μέσ’ την αγορά των Χανίων γυναίκες. Και όλα αυτά διότι θεώρησαν ότι τα αλληλοδιδακτικά σχολεία θα οδηγούσαν τους Έλληνες στην επανάσταση και τον πόλεμο.
Σουλτανικό φιρμάνι Χάττι Χουμαγιούν, 1856.
Η τελευταία μαρτυρία που παραθέτουμε για την απαγόρευση των ελληνικών σχολείων κατά την τουρκοκρατία προέρχεται από την κορυφαία βαθμίδα της οθωμανικής διοίκησης, από τον ίδιο τον σουλτάνο. Μετά το 1821 η παιδεία των Ελλήνων στην Οθωμανική αυτοκρατορία άρχισε να συνέρχεται μόνον με την πολιτική του τανζιμάτ, η οποία ξεκίνησε με το διάταγμα του Γκιουλχανέ, το 1839, αλλά η ουσιαστική ολοκλήρωσή της έγινε μόνον με την έκδοση του Χάττι Χουμαγιούν, το 1856. Με ρητή και συγκεκριμένη πρόβλεψη που περιλαμβάνονταν στο Χάττι Χουμαγιούν, οι χριστιανοί αποκτούσαν την δυνατότητα να επισκευάζουν και να λειτουργούν τα σχολεία τους ελεύθερα, χωρίς κανείς να μπορεί να τους εμποδίσει. Αυτό ακριβώς επιβεβαιώνει, με τον πιο επίσημο τρόπο, το κλίμα απαγόρευσης και καταπίεσης που κυριαρχούσε μέχρι τότε στην Οθωμανική αυτοκρατορία για τα θέματα αυτά. Το Χάττι Χουμαγιούν όριζε συγκεκριμένα τα εξής:
«Άρθρον Δ΄. Εις τα πόλεις, τας κωμοπόλεις και τα χωρία, εν οις ο πληθυσμός ανήκει καθ’ ολοκληρίαν εις εν θρήσκευμα, ουδέν κώλυμα θέλει παρεμβληθή εις την επισκευήν ή ανοικοδόμησιν κατά το αρχικόν σχέδιον των οικοδομών των καθιερωμένων εις την λατρείαν, των σχολείων, των νοσοκομείων και των νεκροταφείων.»
Ο σουλτάνος, σε αντίθεση με τους αναθεωρητές ιστορικούς,
γνώριζε πολύ καλά πως πολλοί τοπικοί αξιωματούχοι του όχι μόνον δεν επέτρεπαν στους χριστιανούς να ιδρύουν καινούργια σχολεία, αλλά ότι τους απαγόρευαν να επισκευάσουν ακόμη και αυτά που ήδη είχαν. Γι’ αυτό και τους διατάζει να μην βάζουν στο εξής κανένα εμπόδιο στους χριστιανούς που θα ήθελαν να επισκευάσουν ή και να ξαναχτίσουν κάποιο σχολείο τους που είχε γκρεμιστεί.
Εκεί όμως που το Χάττι Χουμαγιούν λαμβάνει ειδική μέριμνα είναι στο θέμα της ανέγερσης από τους χριστιανούς καινούργιων σχολείων. Στην περίπτωση αυτή η αρμοδιότητα για την έκδοση της σχετικής άδειας αφαιρούνταν από τους τοπικούς διοικητές και μεταφέρονταν πλέον απευθείας στην κυβέρνηση, η οποία και θα την παραχωρούσε με ειδικό σουλτανικό φιρμάνι:
«Άρθρον Δ΄. Όταν επέλθη η ανάγκη να ανεγερθώσι νέα τοιαύτα οικοδομήματα [εκκλησίες, σχολεία, νοσοκομεία], το σχέδιον και το σχήμα, εγκριθέντα υπό του πατριάρχου ή των αρχηγών της κοινότητος, θέλουσιν υποβάλλεσθαι άπαξ μόνον εις την Υψηλήν Πύλην, ήτις θέλει δέχεσθαι τα παρουσιασθέντα σχέδια και διατάσση την εκτέλεσιν αυτών σύμφωνα με Αυτοκρατορικόν Διάταγμα, όπερ προς τούτο θέλει εκδίδοσθαι.»
Ένα διάταγμα σαν το Χάττι Χουμαγιούν δεν ήταν δυνατόν να είχε εκδοθεί αυθόρμητα από την σουλτανική εξουσία, αλλά μόνον μετά από την πολύ ισχυρή πίεση των μεγάλων δυνάμεων. Γι’ αυτό και ο υπουργός εξωτερικών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας υποχρεώθηκε το 1867 να υποβάλει ειδικό υπόμνημα προς αυτές σχετικά με την πιστή τήρηση και εφαρμογή του. Στο 10ο σημείο εκείνου του υπομνήματος, ο υπουργός διαβεβαίωνε τις μεγάλες δυνάμεις ότι τα σχολεία των χριστιανών υπηκόων του σουλτάνου λειτουργούσαν πλέον εντελώς ελεύθερα και απρόσκοπτα. Πράγμα που δείχνει πως μέχρι τότε αυτό όχι μόνον ήταν ζητούμενο, αλλά ότι τις περισσότερες φορές απλά δεν συνέβαινε καθόλου:
«10ον. Ως προς τα σχολεία τα ιδρυθέντα και διευθυνόμενα υπό των κοινοτήτων, αφίεται αυταίς η πληρεστέρα ελευθερία εκ μέρους της Αυτοκρατορικής Κυβερνήσεως, ήτις ουδέποτε επεμβαίνει .»
Όμως, το πιο σημαντικό και κυρίως το πιο αποκαλυπτικό σημείο του παραπάνω υπομνήματος είναι το 1ο, στο οποίο η οθωμανική κυβέρνηση παραδέχεται ευθέως και με τον πιο επίσημο τρόπο την βαρβαρότητα και την φρίκη που είχαν βιώσει όλους τους προηγούμενους αιώνες οι χριστιανοί ραγιάδες του σουλτάνου. Αναφέρει το υπόμνημα σχετικά:
«1ον. Προ της κηρύξεως του Τανζιματίου ,δια του Χάττι Σερίφ του Γκιουλχανέ, […] η ελευθερία, η τιμή και η ιδιοκτησία των Οθωμανών υπηκόων ήσαν εκτεθειμέναι εις τους κινδύνους και τας καταχρήσεις κοινωνικού οργανισμού, εις ον και αυτή η εκτέλεσις των νόμων υπήρχεν εξηρτημένη εκ της κυριάρχου θελήσεως των εχόντων την εξουσίαν .»
Όπως παραδέχεται με τον πιο επίσημο τρόπο η «οθωμανική διοίκηση», πριν από το τανζιμάτ η ελευθερία, η τιμή και η ιδιοκτησία των χριστιανών ραγιάδων του σουλτάνου ήταν στο απόλυτο έλεος «των εχόντων την εξουσίαν», δηλαδή των τοπικών διοικητών. Ασφαλώς οι «Οθωμανοί υπήκοοι» που ήταν τα θύματα αυτών των διοικητών δεν ήταν οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της αυτοκρατορίας, αλλά οι χριστιανοί. Άλλωστε και το τανζιμάτ γι’ αυτό ακριβώς έγινε, για υπερασπιστεί και να κατοχυρώσει τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα των μη μουσουλμάνων , οι οποίοι μέχρι τότε ήταν τα απροστάτευτα θύματα της θηριωδίας και την τυραννίας του τελευταίου πάσα ή μπέη της αυτοκρατορίας.
Και όμως, παρά τούτη την εντυπωσιακή και τόσο επίσημη ομολογία της ίδιας της Υψηλής Πύλης για την βαρβαρότητα και την τυραννία που ασκούσαν οι Τούρκοι στους χριστιανούς ραγιάδες τους όλους τους προηγούμενους αιώνες πριν το τανζιμάτ, οι αναθεωρητές ιστορικοί δεν διστάζουν να υποστηρίξουν πως «η οθωμανική περίοδος ώς και το 1914 μπορεί να θεωρηθεί ως μία από τις πλέον ευνοϊκές συμβιώσεις κυρίαρχων μουσουλμάνων και υποτελών χριστιανών» .
Κατά την οποία, μάλιστα, οι χριστιανοί ραγιάδες απολάμβαναν μεγάλη πρόοδο και ευημερία ...
http://www.kryfosxoleio.com/post/49#_ftnref170
Λίγο πριν το 1675, οι χριστιανοί κάτοικοι της Κασταμονής του Πόντου έστειλαν στην Υψηλή Πύλη μια διαμαρτυρία σχετικά με μια αυθαιρεσία των Τούρκων αξιωματούχων της περιοχής τους. Πιο συγκεκριμένα, οι χριστιανοί της Κασταμονής έφερναν στα σπίτια τους δασκάλους για να μαθαίνουν στα παιδιά γράμματα. Όμως, οι τοπικοί Τούρκοι διοικητές για να συνεχίσουν να επιτρέπουν αυτά τα κατ’ οίκον μαθήματα στα σπίτια των χριστιανών απαιτούσαν να τους δοθούν μεγάλα χρηματικά ποσά, πράγμα που προκάλεσε και την αποστολή της έγγραφης διαμαρτυρίας των χριστιανών της περιοχής στον σουλτάνο. Ο σουλτάνος δικαίωσε τους χριστιανούς στο αίτημά τους και εξέδωσε γι’ αυτούς ειδικό φιρμάνι.
Το κείμενο αυτού του φιρμανιού είναι άκρως αποκαλυπτικό, όπως και όλο το περιστατικό, για το πόσο ελεύθερη ήταν τελικά η παιδεία των Ελλήνων στα χρόνια της δεινής δουλείας, αναφέροντας σχετικά με την ανεξέλεγκτη αυθαιρεσία των τοπικών αξιωματούχων τα εξής:
«Μολονότι δεν υπήρχε λόγος να ταλαιπωρούν (τους χριστιανούς της Κασταμονής) επειδή διδάσκουν στα σπίτια τους σύμφωνα με τα ήθη τους το Ευαγγέλιο στα αρσενικά χριστιανόπουλα, κάποιοι απ’ την τάξη των ανθρώπων της εξουσίας, μόνο και μόνο για να τους αποσπάσουν χρήματα, τους παίρνουν χωρίς λόγο και αιτία, και ενάντια στον ιερό νόμο, όλα τους τα χρήματα. Η καταπίεση και η αυθαιρεσία τους δεν έχει τελειωμό(!!). […] Επειδή αιτήθηκαν να αναληφθούν ενέργειες […] και να εκδοθεί αυτοκρατορικό διάταγμα που να απαγορεύει και να αποτρέπει την καταπίεση και την αυθαιρεσία τους, όπως την εξέθεσαν, συντάχτηκε διαταγή μου, για να πάψουν να καταπιέζονται.»
Πραγματικά πολύ εντυπωσιακό κείμενο για την απίστευτη βαρβαρότητα των τοπικών Τούρκων διοικητών εναντίον της παιδείας των Ελλήνων. Με όσα αναφέρει αυτό το φιρμάνι αποδομεί πλήρως τον βασικό κορμό της επιχειρηματολογίας των αναθεωρητών ιστορικών για την απόρριψη της ύπαρξης του κρυφού σχολειού. Σύμφωνα με αυτούς, οι Τούρκοι «δεν είχαν» κανέναν «λόγο να εμποδίσουν την πρωτοβάθμια εκπαίδευση» «γιατί αδιαφορούσαν εντελώς για τις εσωτερικές υποθέσεις των ραγιάδων», αλλά και για την ίδια «τη μόρφωση», δείχνοντας έτσι μια «σχετική ανεκτικότητα έναντι των υποδούλων». Όπως όμως αντιλαμβανόμαστε από τα παραπάνω, συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Οι Τούρκοι ενδιαφέρονταν και μάλιστα πάρα πολύ για τις ιδιωτικές υποθέσεις των Ελλήνων. Και ειδικά αν αυτές είχαν σχέση με την παιδεία και την μόρφωση, μιας και είχαν έναν πολύ καλό λόγο για να «εμποδίσουν την πρωτοβάθμια εκπαίδευση» των υπόδουλων Ελλήνων: Το χρήμα.
Οι τοπικοί Τούρκοι διοικητές απαιτούσαν τεράστια χρηματικά ποσά όχι μόνον για να δώσουν άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ενός σχολείου, αλλά ακόμη και για να επιτρέπουν στους Έλληνες να μαθαίνουν γράμματα στο σπίτι. Όπως λέει ο ίδιος ο σουλτάνος στο φιρμάνι του, οι Τούρκοι διοικητές προκειμένου να επι τρέψουν κάτι τέτοιο στους δύστυχους ραγιάδες του, τους έπαιρναν «όλα τους τα χρήματα». Και είναι πραγματικά πολύ εντυπωσιακό να βλέπουμε τον ίδιο τον σουλτάνο να ομολογεί πως «η καταπίεση και η αυθαιρεσίες» που ασκούσαν οι Τούρκοι αξιωματούχοι στους Έλληνες «δεν είχαν τελειωμό».
Αλληλοδιδακτικά Σχολεία Χανίων και Ρεθύμνου, 1821.
Πριν την επανάσταση του 1821 λειτουργούσαν στην Κρήτη δύο αλληλοδιδακτικά σχολεία, ένα στα Χανιά και ένα στο Ρέθυμνο. Τα σχολεία αυτά λειτουργούσαν με άδεια που είχαν πάρει από τους Τούρκους διοικητές, η οποία είχε πληρωθεί με πολλά χρήματα. Όμως στα μέσα Μαρτίου του 1821, ο τουρκικός όχλος τα έκλεισε βίαια, επειδή τα θεωρούσαν ως σχολεία «αποστασίας και πολέμου» και διότι τους εξόργιζε ιδιαίτερα η αλληλοδιδακτική μέθοδος που τα σχολεία αυτά χρησιμοποιούσαν. Τα σχετικά γεγονότα περιγράφει ο Σ. Τρικούπης, ένας ιστορικός ο οποίος είχε θέσει ως θεμέλιο της συγγραφής του την πίστη στην αλήθεια και την δικαιοσύνη , γράφοντας έτσι ένα έργο μετρημένο, χωρίς στόμφο :
«Πρό τινος καιρού, είχον συστηθή εν ταις πρωτευούσαις των Χανίων και της Ρεθύμνης δύο αλληλοδιδακτικά σχολεία. Αν και η περί της συστάσεως αυτών άδεια ηγοράσθη διά αδράς δαπάνης, και η διδασκαλία ήτον η συνήθης, τα σχολεία ταύτα εθεωρήθησαν σχολεία αποστασίας και πολέμου, εκλείσθησαν μεσούντος του Μαρτίου και οι διδάσκαλοι εφυλακίσθησαν.»
Τα σχολεία έκλεισαν. Όμως, οι δάσκαλοι που δίδασκαν σ’ αυτά δεν φυλακίσθηκαν μόνον, αλλά ένας από αυτούς εκτελέστηκε, μαζί με τον επίσκοπο Κισάμου Μελχισεδέκ. Και όλα αυτά διαπράχθηκαν από τον ασυγκράτητο και μανιασμένο τουρκικό όχλο, ο οποίος δεν υπάκουε ούτε στον Τούρκο πασά:
«Παρωργισμένοι οι Τούρκοι της Κυδωνίας εναντίον του επισκόπου της Κισάμου Μελχισεδέκ, […] μισούντες δε και τον εν τω φρουρίω αλληλοδιδάσκαλον Καλλίνικον Βερροιαίον, δια τον νέον της διδασκαλίας τρόπον,
Εκ συνθήματος δε, αυθημερόν σχεδόν, απήγαγον και οι εν Ρεθύμνη Τούρκοι εκ των χωρίων τον αλληλοδιδάσκαλον Γεώργιον Βάον Σίφνιον, όστις ομοίως […] εδίδασκεν την αυτήν νέαν μέθοδον. […]
Οχλαγωγικώς, λοιπόν, μετ’ ου πολύ οι Τούρκοι [της Κυδωνίας], διαρρήξαντες την ειρκτήν, απήγαγον εις την αγχόνην […] τον αρχιερέα και [τον] ελληνοδιδάσκαλον. […] Απαγχονίσαντες δε τούτους, ετράπησαν παραχρήμα εις βιαιοπραγίας κατά χριστιανών.»
Τελικά, ο τουρκικός όχλος
«20 χωριά και πολλά μοναστήρια έκαυσε, όσους χριστιανούς ηύρεν, όλους εξωλόθρευσεν, πνίξας, σφάξας, καύσας και κρεμάσας, και δι’ όλης δεκαπενθημερίας επώλει εν τη αγορά των Χανίων γυναίκας
», όπως αναφέρει και πάλι ο Τρικούπης.Ο τουρκικός όχλος, μανιασμένος και ανεξέλεγκτος, συνέλαβε τους δασκάλους των δύο σχολείων, τον Καλλίνικο στα Χανιά και τον Γεώργιο Βάο στο Ρέθυμνο, και τους έριξαν στην φυλακή. Μαζί συνέλαβαν και τον επίσκοπο Κισάμου Μελχισεδέκ. Η φυλάκιση του Καλλίνικου και του Μελχισεδέκ αποδείχτηκε ιδιαίτερα ανεπαρκής για να κατασιγάσει την ασυγκράτητη θηριωδία του όχλου των Χανίων. Γι’ αυτό κάποια στιγμή διέρρηξαν την φυλακή και τους οδήγησαν στην κρεμάλα. Και αφού τους κρέμασαν, ετράπησαν αμέσως σε απερίγραπτες θηριωδίες κατά των χριστιανών, χωρίς πια κανείς να μπορεί να τους συγκρατήσει. Ο τελικός απολογισμός της φρίκης ήταν να καούν 20 χωριά και πολλά μοναστήρια και να εξοντωθούν όλοι οι χριστιανοί της επαρχίας Κυδωνίας που έπεσαν στα χέρια του εξαγριωμένου και εξαχρειωμένου τουρκικού όχλου, ο οποίος πουλούσε επί δεκαπέντε μέρες μέσ’ την αγορά των Χανίων γυναίκες. Και όλα αυτά διότι θεώρησαν ότι τα αλληλοδιδακτικά σχολεία θα οδηγούσαν τους Έλληνες στην επανάσταση και τον πόλεμο.
Σουλτανικό φιρμάνι Χάττι Χουμαγιούν, 1856.
Η τελευταία μαρτυρία που παραθέτουμε για την απαγόρευση των ελληνικών σχολείων κατά την τουρκοκρατία προέρχεται από την κορυφαία βαθμίδα της οθωμανικής διοίκησης, από τον ίδιο τον σουλτάνο. Μετά το 1821 η παιδεία των Ελλήνων στην Οθωμανική αυτοκρατορία άρχισε να συνέρχεται μόνον με την πολιτική του τανζιμάτ, η οποία ξεκίνησε με το διάταγμα του Γκιουλχανέ, το 1839, αλλά η ουσιαστική ολοκλήρωσή της έγινε μόνον με την έκδοση του Χάττι Χουμαγιούν, το 1856. Με ρητή και συγκεκριμένη πρόβλεψη που περιλαμβάνονταν στο Χάττι Χουμαγιούν, οι χριστιανοί αποκτούσαν την δυνατότητα να επισκευάζουν και να λειτουργούν τα σχολεία τους ελεύθερα, χωρίς κανείς να μπορεί να τους εμποδίσει. Αυτό ακριβώς επιβεβαιώνει, με τον πιο επίσημο τρόπο, το κλίμα απαγόρευσης και καταπίεσης που κυριαρχούσε μέχρι τότε στην Οθωμανική αυτοκρατορία για τα θέματα αυτά. Το Χάττι Χουμαγιούν όριζε συγκεκριμένα τα εξής:
«Άρθρον Δ΄. Εις τα πόλεις, τας κωμοπόλεις και τα χωρία, εν οις ο πληθυσμός ανήκει καθ’ ολοκληρίαν εις εν θρήσκευμα, ουδέν κώλυμα θέλει παρεμβληθή εις την επισκευήν ή ανοικοδόμησιν κατά το αρχικόν σχέδιον των οικοδομών των καθιερωμένων εις την λατρείαν, των σχολείων, των νοσοκομείων και των νεκροταφείων.»
Ο σουλτάνος, σε αντίθεση με τους αναθεωρητές ιστορικούς,
Εκεί όμως που το Χάττι Χουμαγιούν λαμβάνει ειδική μέριμνα είναι στο θέμα της ανέγερσης από τους χριστιανούς καινούργιων σχολείων. Στην περίπτωση αυτή η αρμοδιότητα για την έκδοση της σχετικής άδειας αφαιρούνταν από τους τοπικούς διοικητές και μεταφέρονταν πλέον απευθείας στην κυβέρνηση, η οποία και θα την παραχωρούσε με ειδικό σουλτανικό φιρμάνι:
«Άρθρον Δ΄. Όταν επέλθη η ανάγκη να ανεγερθώσι νέα τοιαύτα οικοδομήματα [εκκλησίες, σχολεία, νοσοκομεία], το σχέδιον και το σχήμα, εγκριθέντα υπό του πατριάρχου ή των αρχηγών της κοινότητος, θέλουσιν υποβάλλεσθαι άπαξ μόνον εις την Υψηλήν Πύλην, ήτις θέλει δέχεσθαι τα παρουσιασθέντα σχέδια και διατάσση την εκτέλεσιν αυτών σύμφωνα με Αυτοκρατορικόν Διάταγμα, όπερ προς τούτο θέλει εκδίδοσθαι.»
Ένα διάταγμα σαν το Χάττι Χουμαγιούν δεν ήταν δυνατόν να είχε εκδοθεί αυθόρμητα από την σουλτανική εξουσία, αλλά μόνον μετά από την πολύ ισχυρή πίεση των μεγάλων δυνάμεων. Γι’ αυτό και ο υπουργός εξωτερικών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας υποχρεώθηκε το 1867 να υποβάλει ειδικό υπόμνημα προς αυτές σχετικά με την πιστή τήρηση και εφαρμογή του. Στο 10ο σημείο εκείνου του υπομνήματος, ο υπουργός διαβεβαίωνε τις μεγάλες δυνάμεις ότι τα σχολεία των χριστιανών υπηκόων του σουλτάνου λειτουργούσαν πλέον εντελώς ελεύθερα και απρόσκοπτα. Πράγμα που δείχνει πως μέχρι τότε αυτό όχι μόνον ήταν ζητούμενο, αλλά ότι τις περισσότερες φορές απλά δεν συνέβαινε καθόλου:
«10ον. Ως προς τα σχολεία τα ιδρυθέντα και διευθυνόμενα υπό των κοινοτήτων, αφίεται αυταίς η πληρεστέρα ελευθερία εκ μέρους της Αυτοκρατορικής Κυβερνήσεως, ήτις ουδέποτε επεμβαίνει .»
Όμως, το πιο σημαντικό και κυρίως το πιο αποκαλυπτικό σημείο του παραπάνω υπομνήματος είναι το 1ο, στο οποίο η οθωμανική κυβέρνηση παραδέχεται ευθέως και με τον πιο επίσημο τρόπο την βαρβαρότητα και την φρίκη που είχαν βιώσει όλους τους προηγούμενους αιώνες οι χριστιανοί ραγιάδες του σουλτάνου. Αναφέρει το υπόμνημα σχετικά:
«1ον. Προ της κηρύξεως του Τανζιματίου ,δια του Χάττι Σερίφ του Γκιουλχανέ, […] η ελευθερία, η τιμή και η ιδιοκτησία των Οθωμανών υπηκόων ήσαν εκτεθειμέναι εις τους κινδύνους και τας καταχρήσεις κοινωνικού οργανισμού, εις ον και αυτή η εκτέλεσις των νόμων υπήρχεν εξηρτημένη εκ της κυριάρχου θελήσεως των εχόντων την εξουσίαν .»
Όπως παραδέχεται με τον πιο επίσημο τρόπο η «οθωμανική διοίκηση», πριν από το τανζιμάτ η ελευθερία, η τιμή και η ιδιοκτησία των χριστιανών ραγιάδων του σουλτάνου ήταν στο απόλυτο έλεος «των εχόντων την εξουσίαν», δηλαδή των τοπικών διοικητών. Ασφαλώς οι «Οθωμανοί υπήκοοι» που ήταν τα θύματα αυτών των διοικητών δεν ήταν οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της αυτοκρατορίας, αλλά οι χριστιανοί. Άλλωστε και το τανζιμάτ γι’ αυτό ακριβώς έγινε, για υπερασπιστεί και να κατοχυρώσει τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα των μη μουσουλμάνων , οι οποίοι μέχρι τότε ήταν τα απροστάτευτα θύματα της θηριωδίας και την τυραννίας του τελευταίου πάσα ή μπέη της αυτοκρατορίας.
Και όμως, παρά τούτη την εντυπωσιακή και τόσο επίσημη ομολογία της ίδιας της Υψηλής Πύλης για την βαρβαρότητα και την τυραννία που ασκούσαν οι Τούρκοι στους χριστιανούς ραγιάδες τους όλους τους προηγούμενους αιώνες πριν το τανζιμάτ, οι αναθεωρητές ιστορικοί δεν διστάζουν να υποστηρίξουν πως «η οθωμανική περίοδος ώς και το 1914 μπορεί να θεωρηθεί ως μία από τις πλέον ευνοϊκές συμβιώσεις κυρίαρχων μουσουλμάνων και υποτελών χριστιανών» .
http://www.kryfosxoleio.com/post/49#_ftnref170


