Είμασταν στην αποθήκη καθότι την τελειώνουμε. Έχει έρθει ο φίλος του που τον συμπαθώ παααααρα πολύ (αρκουδινος

) και βοηθάει να πάρει κάτι πράγματα και άλλος ένας. Εγώ μάζευα πραγματάκια, τα ξεσκονίζα και τα έκλεινα σε κούτες. Ότι τελείωνα του έλεγα του άλλου, έλα παρτα και του έλεγα βάλτο ετσι, αλλιώς αλλιώς εκείνο τ άλλο.
Λέει ο αρκουδινος στον δικό μου "μλκ αυτή καμιά μέρα θα σε ξυπνήσει με κανένα στραπον;"
"δεν θα προλάβει" λέει ο δικός μου.
"να τος ο άντρας της σχέσης"
Εν τω μεταξύ εγω δεν είχα κάποιο καημό να τους λέω τι να κάνουν απλά ο άλλος χαζολογαγε και ήθελα να τελειώσουμε και τον πήγαινα λίγο από κοντά. Φεύγει αυτός με κάτι κούτες.
Του λέω του δικού μου για μια λάμπα , μην την βάζεις εκεί θα στριμωχτεί και θα σπάσει. Τίποτα αυτός. Την βάζει, σπάει.
Του λέει ο αρκουδινος "στο 'πε η κυρά σου αλλά δεν ακούς"

"είδες η κυρά μου; έχει μυαλό" του λεγε ο δικός μου.
Αμα έλεγα εγώ τίποτα, του έλεγε "και μουστάκι θα σε βάλει να ξυρίσεις"
"βρίσκεις έχει θράσος η μικρά ε;"
Μετά πέρναγε δίπλα του που ήταν ανεβασμένος σε μια σκάλα και μου έκανε και καλά ότι τον σπρώχνει και μου έλεγε" αν θες να ξεμπερδέψεις μαζί του τώρα είναι η ευκαιρία, θα κάνω πως δεν βλέπω και μετά θα το σκάσουμε μαζί"
" έτσι ε; "του λέει ο δικός μου
" πριγκίπισσα θα την εχω ρε, όχι σαν εσένα που την έχεις μέσα στις σκόνες και τα σαράβαλα. Έχω λεφτά εγώ ρε μλκ"
Εγώ δεν μίλαγα καθόλου. Γυρίζει μου λέει
" εσύ δεν μιλάς άτιμη μοιχαλιδα; "
" Εγώ τι να πω..."
" άμα κατέβω κάτω θα δεις τι θα πεις.."
"μην απειλείς την γυναίκα ρε, κάτσε εκεί που είσαι"
" δεν ξέρεις τι κάθαρμα είναι η γυναίκα μου" του λέει ο δικός μου έτσι χαλαρά. Αμηχανία εγώ με το γυναίκα μου. Το καταλαβαίνει έρχεται μου λέει
" τρόπος του λέγειν, δεν θα σε δώσουμε σε αυτόν τον κρετίνο" φεύγει και ξανάρχεται
" Αλλά εσύ μη του πας κόντρα δεν θα μας πάρει σουβλάκια να φάμε. " και να κάνει κάτι εκφράσεις σαν παιδάκι, να λιώνεις
Και να μου λέει ότι θα του πούμε θέλουμε να φάμε και θα μας πει όχι και το πήγαινε σαν το ανέκδοτο με το γρύλο.
Τόσο να γελάω εγώ
Να ρωτάει ο δικός μου
"Τι της λες ρε μλκ"
" να εδώ σχολιάζουμε τις ερωτικές σου επιδόσεις"
Κατεβαίνει κάτω. Με κοιτάει, εγώ να μην μπορώ να σταματήσω να γελάω, να τον αγκαλιάζω και να γελάω και να με ξεκολλάει και να με ρωτάει τι λέμε, να με κοιτάει ο αρκουδινος να γελάει κι αυτός να μας έχει πιάσει νευρικό γέλιο. Πες του να μου λέει.
Να σκέφτομαι αυτό που μου πε για τα σουβλάκια, να είναι ο άλλος μες στις σκόνες και τον ιδρώτα και με τα κατσαβίδια στα χέρια και του λεω
"να πα να γαμηθεις και εσύ και τα σουβλάκια σου" και να έχει πέσει ο άλλος να γελάει κάτω. Τι της έδωσες ρε, να λέει ο δικός μου. Να μην μπορούμε να πάρουμε ανάσα από το γέλιο. Εκνευρίζεται παίρνει το σακίδιο μου, το κινητό μου με τραβάει από το χέρι να βγω έξω, εγώ να γελάω ο άλλος να λέει
" μη, μην την παίρνεις. Την αγαπώ ". Με βάζει ο αλλος στο αμάξι και να ψέλνει. Τι καραγκιοζιλικια είναι αυτά, και δεν θέλω κολλητιλικια με τους φίλους μου και εγώ να γελάω. Του εξήγησα βέβαια μετά αλλά δεν του φάνηκαν αστεία

Πραγματικά και εγώ δεν ξέρω τι με έπιασε, ήταν κι ο άλλος γαμησε τα όπως τα έλεγε και γέλασα τόσο πολύ. Μου είπε αύριο να μην πάω. Πέθανα όμως, άξιζε ο κόπος, είχα μέρες να γελάσω έτσι.