Naida έγραψε: 27 Σεπ 2018, 13:39
YouOnlyLiveOnce έγραψε: 27 Σεπ 2018, 13:06
Αυτος που σταματησε τους 2 καταστηματαρχες για το μαχαιρι ειπε :
Και όσον αφορά ένα μαχαίρι που λένε, το μαχαίρι το είδα, όντως το είχε. Δεν το είδα καθόλου όσο ήτανε μέσα, δεν το είδα καθόλου όταν μπουσούλαγε να βγαίνει έξω. Όταν έξω τον είχανε που είχε φάει το ξύλο του θανάτου, λίγο πριν έρθει ο τραυματιοφόρεας, λίγο πριν έρθουνε οι μπάτσοι, δεν ξέρω, το ‘βγαλε από την τσέπη του, το βρήκε και το έπιασε κάτω, όπως έπιασε το γυαλί, αντί το γυαλί πιο μετά, βρήκε εκείνη την ώρα ένα μαχαίρι κι έπιασε; Αλλά ένα κουζινομάχαιρο της λαϊκής, έτσι, που κόβουνε κρεμμύδια. Δεν ήτανε μαχαίρι για ληστεία, κάποιος σουγιάς, κάτι απειλητικό. Δεν είδα πώς βρέθηκε στο χέρι του. Α
πλά είδα έναν τύπο, όχι απ’ αυτούς του δύο που τον χτυπάγανε, ένας άλλος με μαύρα, του πήρε το μαχαίρι και τον είχε ρε παιδιά, πολίτης τώρα κι αυτός, με το γόνατο καθισμένο κάτω και του είχε κολλήσει το μαχαίρι στην καρωτίδα. Και του λέω:
“Θα τόνε σφάξεις; Πάμε καλά; Δηλαδή τι γίνεται ρε π@@@@ εδώ πέρα;”»
Αν ισχύει πραγματικά αυτό, κάπου είχε φωλιά από ζωντόβολα εκεί γύρω πήραν χαμπάρι αίμα και μαζεύτηκαν.
Γενικα για τον κοσμο εκει γυρω που κοιτουσε περιγραφει παλι ο ιδιος,πολυ ευστοχα :
''Με το που πλησιάζει στη βιτρίνα, μου φαίνεται πρώτος ο άλλος, όχι ο ιδιοκτήτης, ο άλλος με το άσπρο πουκάμισο, χώνει μία κλωτσιά και του σπάει το εναπομείναν τζάμι πάνω στο κεφάλι. Το παιδί προσπαθεί να βγει κι εκεί πέρα αρχίζει η κλωτσοπατινάδα, που εγώ σοκαρίστηκα τελείως, και τα ‘χασα για λίγο. Και με το που βλέπω ότι συνεχίζεται η κλωτσοπατινάδα, πήγα μπροστά και όρμηξα, “ρε παιδιά τι έγινε, τον έπιασες, τον γάμ...”. Πετάγεται ο ιδιοκτήτης, μου λέει “κι εμένα με γάμ....”. Του λέω “ποιος είσαι εσύ;” Κι εκεί πέρα μου λέει, “ο ιδιοκτήτης”.
Tου λέω: “Ωραία, τόνε γ@@@σες κι εσύ, μέσα στο αίμα είναι... κάτω. Πεσμένος. Θα τόνε σκοτώσεις; Πάτε καλά, είσαστε ζώα; Φύγετε από δω!»
«Ήτανε τρομακτικό, ο κόσμος απλά παρακολουθούσε»
Παίρνει μια βαθιά αναπνοή, πίνει μια γουλιά απ’ το τσάι του. Ακόμη δεν μπορεί να το χωρέσει το μυαλό του το σκηνικό. Ακόμη μια ρουφηξιά και συνεχίζει:
«Σταματάνε εκεί πέρα την κλωτσοπατινάδα. Ήδη υπάρχουνε δύο τραυματιοφορείς του ΕΚΑΒ, αλλά όχι με ασθενοφόρο, με μηχανές. Ήδη υπάρχουνε στο χώρο, αλλά δεν επεμβαίνουμε πάνω στο λιντσάρισμα που γινότανε. Εκείνο που εμένα μου χτύπησε και με στενοχώρησε πολύ ρε παιδιά ήτανε ότι πες αυτοί οι δύο ήτανε ζώα και τον χτυπάγανε. Ο κόσμος ο μαζεμένος δέχομαι ότι φοβότανε να χωθεί, γιατί κι εγώ φοβήθηκα να μπω μέσα σε ανθρώπους οι οποίοι είναι σε κατάσταση παροξυσμού, δεν καταλαβαίνουνε Χριστό και τον λιώνουνε τον άλλο. Ούτε καν φώναζε ρε παιδιά ο κόσμος, απλά παρακολουθούσε, δηλαδή ήτανε τρομακτικό. Ήταν τριάντα, σαράντα, πενήντα νοματαίοι, πόσοι ήτανε, απλά παρακολουθούσανε τα τεκταινόμενα. Στημένοι αμφιθεατρικά, χωρίς να υπάρξει μία φωνή, τι είναι αυτά που κάνετε, σταματήστε. Κι ας μην πάει ο άλλος να μπει μπροστά, από μακριά, κάτι, κάτι να ειπωθεί. Όταν μπήκα εγώ, ακούστηκε μία κυρία από πίσω να φωνάζει “έχει δίκιο το παιδί, σταματήστε, έλεος, τι είναι αυτά που κάνετε”. Mία γυναίκα μόνο…