Όπως περιγράφει ο αυτόπτης μάρτυρας έμπορος Τζίνο Ρέκο Καπόνι (περ. 1350-1421), οι “Τσόμπι” ξεχύθηκαν στους δρόμους τον Ιούλιο του 1378 εισβάλλοντας σε κυβερνητικά κτίρια, λεηλατώντας και πυρπολώντας αρχοντικά, ανάμεσα στα οποία των Στρότσι, των Μπουοντελμόντι, των Σιμινέτι, των Αλμπίτσι, των Πάτσι, των Σοντερίνι.34 Αυτή τη φορά οι εξεγερμένοι, υπό τον λαναριστή Μικέλε ντι Λάντο, αριθμούσαν χιλιάδες∙ είχαν προστεθεί και πρώην στρατιώτες που εργάζονταν ως θυρωροί και φύλακες και ανειδίκευτοι εργάτες, όλο το κακοπληρωμένο
εργατικό δυναμικό που συγχρόνως αποκλειόταν από κάθε δικαίωμα εκπροσώπησης στον Δήμο –παρότι ήταν το πλέον πολυάριθμο και πλήρωνε επαχθείς φόρους που ορισμένες φορές το εξωθούσε σε μετανάστευση. Ο Λουίτζι Γκουιτσαρντίνι, μοναχογιός τραπεζίτη και υπεύθυνος για τη δημόσια τάξη, κατέφυγε τρομοκρατημένος στους Στρότσι. Στα ανασφαλή χρόνια της εξέγερσης εξασφάλισε τη φιλία τους συνδεόμενος δια γάμου
με την κόρη τους, Κοστάντζα.35
Οι “Τσόμπι” θα επαναπροσδιορίσουν τη θεσμοθετημένη από τη Σινιορία κοινωνική διαστρωμάτωση του popolo με το να αυτοονομαστούν
“Popolo di Dio” (Λαός του Θεού). Ως το 1382 της παλινόρθωσης των ελίτ πέτυχαν φορολογικές μεταρρυθμίσεις, ανάκληση όσων είχαν εξοριστεί, αναβάθμιση των μελών των μικρών συντεχνιών «και άλλα ατιμωτικά» κατά τον Μακιαβέλι, ο οποίος επαινεί τον ντι Λάντο για τη σύνεσή
του όταν, αναλαμβάνοντας τη διαχείριση της δημόσιας τάξης στη θέση του Γκουιτσαρντίνι, στράφηκε εναντίον τους, «αποτρέποντας τα χειρότερα, μια τυραννία χειρότερη από του Δούκα των Αθηνών». Ιταλοί λόγιοι περιέγραψαν την εξέγερση ως έκφραση αυθάδειας του popolo minuto36 και βικτωριανοί ιστορικοί επευφήμησαν τον ξυπόλητο λαναριστή που έσωσε τη ζωή του Γκουιτσαρντίνι βγάζοντάς τον από το φλεγόμενο σπίτι του, παρουσιάζοντας την εξέγερση ως λεηλασία ενός όχλου αναρχικών «σε έξαψη» που αποτραβήχτηκαν «δίχως να επιτύχουν κάτι».37 Παρά την ταξική αφετηρία της εξέγερσης, όπως και των άλλων που κατά καιρούς σημειώνονταν, η ακριβής ερμηνεία της χάνεται στα βάθη της πολυπλοκότητας της εποχής.
Το φλωρεντινό popolo αποτελούσε μια ετερογενή σύνθεση που περιλάμβανε όχι μόνο την κατώτερη κοινωνική τάξη αλλά και τους γαιοκτήμονες, τους μεγαλέμπορους, τους τραπεζίτες και τους βιοτέχνες, με συχνούς ανταγωνισμούς στη διεκδίκηση της εξουσίας παρότι ανήκαν στην ίδια ελίτ ή, καλύτερα, ακριβώς γι’ αυτό, οι οποίοι προσεταιρίζονταν τις δυσαρεστημένες κατώτερες τάξεις για την επίτευξη των σκοπών τους. Στην περίπτωση των “Τσόμπι” ο Σαλβέστρο των Μεδίκων τους είχε υποσχεθεί στήριξη, σε μια υφέρπουσα προσπάθεια ανακατανομής της εξουσίας: παρότι η πολιτική επιρροή της οικογένειάς του βρισκόταν σε ανοδική πορεία –αφού μεταξύ 1343 και 1378 είχε εκπροσωπηθεί 19 φορές στη Σινιορία– το υψηλότερο ποσοστό εκπροσώπησης διατηρούσαν οι Στρότσι, με τους οποίους συναναστρεφόταν ο Πιέρο Αλμπίτσι, ο γιός της κοντέσας Ντονάτι και άλλες ισχυρές αριστοκρατικές οικογένειες, με στόχο την επαναφορά της ολιγαρχίας.38 Ούτε οι λαναριστές είχαν την πρόθεση να γκρεμίσουν το υπάρχον καθεστώς, μόνο να βελτιώσουν τη θέση τους μέσα σε αυτό.
Κι αφού πολλές από τις απαιτούμενες επαγγελματικές γνώσεις διέθεταν μέλη της μεσαίας τάξης, αναγκάστηκαν να συνεργαστούν μαζί τους στην παραγωγή. Ο ντι Λάντο συνομιλούσε μαζί τους (κατέληξε στη Βολτέρα όπου έλαβε αξιώματα και πέθανε ως πλούσιος έμπορος μαλλιού της Μόντενα), προκαλώντας μια δυσαρέσκεια που δικαιώθηκε: η ενσωμάτωση της μεσαίας τάξης στους κόλπους τους έδωσε το χρόνο στο popolo potente να ανασυνταχθεί επιστρατεύοντας τα πιο συντηρητικά στοιχεία της Φλωρεντίας, τους μισθοφόρους και τους κολίγους. Κι ενώ η συγκέντρωση των αγροκτημάτων και των βοσκοτόπων στα χέρια των λίγων εξαθλίωνε τους κολίγους, αυτοί συνεργάστηκαν στη σφαγή των εξεγερμένων, βλέποντας στην υποσχεθείσα οικονομική αμοιβή και στις λεηλασίες έναν τρόπο να βελτιώσουν τη δική τους ζωή.
http://www.hellenicaworld.com/Italy/Geo ... rence.html