Alexander the Great έγραψε: 04 Ιουν 2018, 23:13
Η δεύτερη αναφορά στο πρόσωπο του Ιησού είναι έμμεση και γίνεται επίσης στην "Ιουδαϊκή Αρχαιολογία" του Ιωσήπου. Συγκεκριμένα αναφέρει [39] :
Ό Άνανος […] καθίζει συνέδριον κριτών και παραγαγών είς αυτό τον αδελφόν Ίησού του λεγομένου Χριστού, Ιάκωβος όνομα αύτω και τινας ετέρους…
— Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ιώσηπος
Ο Άννας […] κάλεσε το δικαστήριο και έφερε ενώπιον του τον αδελφό τού Ιησού, που λεγόταν Χριστός και του οποίου το όνομα ήταν Ιάκωβος και μερικούς άλλους…
— Μετάφραση
Σε αντίθεση με τη "Φλαβιανή Μαρτυρία", η αυθεντικότητα του κειμένου ΔΕΝ αμφισβητείται από την πλειοψηφία των ιστορικών[40], καθώς αναφέρεται και από άλλους αρχαίους ιστορικούς.
Σχετικά με αυτό, σε άλλο φόρουμ είχα γράψει παλιότερα μια ανάλυση απόσα έχω διαβάσει :
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.3. Ιστορικότητα του Ιησού
Ένα πρόβλημα που οι πρώτοι που το αντιλήφθηκαν ήταν οι χριστιανοί Πατέρες απ’τον 2ο αιώνα μ.χ. και μετά, και κυρίως εξαιτίας των ιδεολογικών τους μαχών με τους εθνικούς, ήταν το γεγονός πως ενώ ο Ιησούς σύμφωνα με τις θρησκευτικές πηγές είχε τόση απήχηση και έκανε τόσα υπεράνθρωπα πράγματα, ωστόσο σύγχρονες του Ιησού εξωθρησκευτικές ιστορικές πηγές της εποχής κάθε προέλευσης με ένα χρονικό εύρος 150 ετών (0 – 150μ.χ.), ακόμα και εξωθρησκευτικές πηγές, εντός Ιουδαίας δεν αναφέρουν για αυτόν σχεδόν τίποτα. Σήμερα σώζονται 4 μόνο αποσμασματικές καταγραφές από ιστορικές πηγές οι οποίες αντιμετωπίζονται με μεγάλη καχυποψία από τους ιστορικούς.
Α) Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος (37 – 100 μ.χ.) που έχει γράψει τους Ιουδαϊκούς πολέμους,
Β) ο Ρωμαίος ιστορικός Τάκιτος ( 56 – 117 μ.χ.) που έχει γράψει την Ρωμαϊκή ιστορία της εποχής του,
Γ) ο Ρωμαίος Πλίνιος ο Νεότερος (61-113 μ.χ.) που έχει γράψει επιστολές για τον Ρωμαϊκό κόσμο και
Δ) ο Ρωμαίος Ιστορικός Σουητώνιος ( 70 – 160μ.χ.) που έχει γράψει βιογραφίες αυτοκρατόρων.
Α) Η πρώτη και η σημαντικότερη μαρτυρία αφορά τον Φλάβιο Ιώσηπο και είναι γνωστή ως
μεγάλη Φλαβιανή Μαρτυρία :
“Έτσι, εκείνη περίπου την εποχή υπήρχε ο Ιησούς, ένας σοφός άντρας, -αν είναι θεμιτό να τον αποκαλείς άνθρωπο, διότι επιτελούσε θαυμαστά έργα- ένας δάσκαλος των ανθρώπων που λαβαίνουν την αλήθεια με ευχαρίστηση. Έλκυσε κοντά του και πολλούς από τους Ιουδαίους και πολλούς από τους Εθνικούς. Αυτός ήταν ο Χριστός• και όταν ο Πιλάτος, μετά από πρόταση που του έκαναν οι εξέχοντες άντρες μεταξύ μας, τον καταδίκασε στο σταυρό, εκείνοι που τον αγαπούσαν δεν τον εγκατέλειψαν αρχικά, διότι εμφανίστηκε σε εκείνους και πάλι την τρίτη μέρα, όπως τα είχαν προείπει οι θεϊκοί προφήτες και δέκα χιλιάδες άλλα θαυμάσια πράγματα σχετικά με αυτόν• και η φυλή των Χριστιανών, όπως ονομάστηκε από αυτόν, δεν έχει εκλείψει μέχρι σήμερα”
Η μαρτυρία αυτή θεωρείται ψευδεπίγραφη από την πλειοψηφεία των ιστορικών με ένα ογκώδες αιτιολογικό που ίσως θα καταλάμβανε ένα ολόκληρο βιβλίο. Μερικοί από αυτούς τους λόγους επιγραμματικά :
Α.1 Το απόσπασμα δεν έχει την παραμικρή σύνδεση με το κείμενο πριν από αυτό και με το κείμενο μετά από αυτό.
Α.2. Το απόσπασμα αυτό εμφανίζεται πρώτη φορά σε αντίγραφο του Ευσέβιου Καισάρειας στις αρχές του 4ου αι. μ.χ. Ο Ευσέβιος Καισάρειας υπήρξε ο πρώτος χριστιανός Πατέρας που ανέλαβε να συγγράψει την Εκκλησιαστική Ιστορία, "αγαπημένος" ιστορικός του Μ.Κωνσταντίνου, και αντιμετωπίζεται με καχυποψία καθώς σε αναρίθμητα σημεία γράφει προπαγανδιστικά, με αποκορύφωμα την “ρήση” που μας προϊδεάζει αρνητικά για την αξιοπιστία του και την αναφέρει στην Ευαγγελική Προπαρασκευή : «Θα είναι απαραίτητο κάποιες φορές να χρησιμοποιούμε ψευδολογία σαν γιατρειά για το όφελος αυτών που χρειάζονται τέτοια μορφή θεραπείας»
Α.3. Ο Ιώσηπος ήταν Ιουδαίος Φαρισσαίος (αυτούς που τα Ευαγγέλια στολίζουν) και ο ιδιόρυθμος πρωτοχριστιανός Ωριγενής (185 – 254μ.χ.) που ήταν προγενέστερος του Ευσέβιου, αναφέρει ότι ο Ιώσηπος προφανώς δεν πίστευε στον Χριστό. Οπότε με έναν τέτοιο απόσπασμα ο Ιώσηπος θα αυτοαναιρούταν. Επιπλέον ο Ωριγένης που χρησιμοποιεί αναφορές από τον Ιώσηπο δεν αναφέρει πουθενά το εν λόγω απόσπασμα ενώ αναφέρει κανονικά την μικρότερη Φλαβιανή Μαρτυρία που θα δούμε πιο κάτω. Αυτό σημαίνει πως τα αντίγραφα των έργων του Ιώσηπου που είχε ο Ωριγένης δεν περιείχαν το εν λόγω εμβόλιμο απόσπασμα, που αν όντως προστέθηκε από τον Ευσέβιο η πάναπλη εξήγηση είναι ότι ο Ωριγένης ήταν προγενέστερος του Ευσέβιου.
Α.4. Ο Πατριαρχης Φώτιος (820 – 893μ.χ.) είχε συντάξει έναν τεράστιο κατάλογο ανεγνωσμένων βιβλίων, την Μυριόβιβλο, στην οποία απαριθμούσε τα ανεγνωσμένα βιβλία με σχόλια, μεταξύ των οποίων αναφέρει και τα έργα του Ιώσηπου, με τρία μεγάλα άρθρα για τον Ιώσηπο, χωρίς πουθενά προφανώς να αναφέρει το εν λόγω απόσπασμα, κάτι που στον Φώτιο φάνηκε απολύτως φυσιολογικό καθώς ο Ιώσηπος ήταν Φαρισαίος. Η μανία αυτή του Φώτιου για αναζήτηση ιστορικών στοιχείων για τον Ιησού φαίνεται απ’το γεγονός πως ένα από τα ανεγνωσμένα βιβλία του, στην Μυριοβιβλο, ήταν από τον Ιουδαίο ιστορικό Ιούστο της Τιβεριάδας που έζησε στην Γαλιλαία την εποχή του Χριστού (35 – 100μ.χ.) ο οποίος επειδή δεν αναφέρει τίποτα για τον Ιησού δέχεται τα πυρά του εκνευρισμένου Φώτιου. Προφανώς αυτό σημαίνει πως τα αντίγραφα των έργων του Ιώσηπου που είχαν περιέλθει στα χέρια του Φώτιου δεν ήταν από τον κλάδο αντιγράφων του Ευσέβιου αλλά από κάποιον άλλο κλάδο αντιγραφών, ο οποίος δεν περιείχε το εμβόλιμο απόσπασμα, ούτε καν την Μικρή Φλαβιανή Μαρτυρία που θα παρουσιαστεί πιο κάτω.
Α.5. Ο Ιουλιανός (331 – 363μ.χ.) ο οποίος ήταν μεταγενέστερος του Ευσέβιου, αλλά πολύ πρόσφατος σε αυτόν, στο βιβλίο του “κατά Γαλιλαίων”, θέτει ευθέως , το πρόβλημα της ιστορικότητας του Ιησού, προκαλώντας ευθέως τους χριστιανούς ! Ωστόσο όταν το εγχείρημα του Ιουλιανού περιγράφεται από την χριστιανική πλευρά, μετά την εποχή του Ιουλιανού και επομένως σε φιλοχριστιανικό "καθεστώς" από τον Κύριλλο Αλεξάνδρειας (378 – 444μ.χ.) στην Ελληνική Πατρολογία, ο Κύριλλος δεν παραθέτει πουθενά ως αντεπιχείρημα για την ιστορικότητα του Ιησού το απόσπασμα του Ιώσηπου για να διαψεύσει τον Ιουλιανό, προφανώς επειδή δεν κατέχει το αντίγραφο από το έργο του Ιώσηπου με το εμβόλιμο απόσπασμα, αλλά αντίθετα αναφέρει πως οι εξειδικευμένες γνώσεις για τον χριστιανισμό του Ιουλιανού τρόμαξαν τους χριστιανούς.
Υπάρχει και μια ακόμη μαρτυρία από τον Ιώσηπο γνωστή ως
Μικρή Φλαβιανή Μαρτυρία στην οποία αναφέρεται έμμεσα στον Ιησού :
“Τέτοιος [παλιάνθρωπος] ήταν μάλιστα ο Άνανος, που εθεώρησε ότι τώρα είχε την κατάλληλη ευκαιρία επειδή ο μεν Φήστος είχε αποθάνει, ο δε Αλβίνος ήταν ακόμα καθ’ οδόν [προς ανάληψη καθηκόντων], και έτσι συνεκάλεσε συνέδριο κριτών [Σανχεδρίν δικαστών] και προσήγαγε σ’αυτό τον αδελφόν τού Ιησού του λεγομένου Χριστού, το όνομα του οποίου ήταν Ιάκωβος, και μερικούς άλλους, και αφού κατασκεύασε εναντίον τους την κατηγορία ότι αυτοί είχαν παραβιάσει τον [Μωσαϊκόν] Νόμον τους παρέδωσε για να λιθοβοληθούν. “
Αυτή δεν εμφανίζεται για πρώτη φορά από αντίγραφα του Ευσέβιου, αλλά από αντίγραφα του πρωτοχριστιανού Ωριγένη. Και αυτή αντιμετωπίζεται με καχυποψία απ’τους ιστορικούς, μέ ύποπτο αυτή τη φορά τον ίδιο τον Ωριγένη, και αυτό επειδή εμφανίζεται σε γραπτό αντιμαχίας του ιδιόρυθμου πρωτοχριστιανού Ωριγένη με τον εθνικό Ρωμαίο Κέλσο (2ος αι.) σε σημείο που ο Ωριγένης σε μερικές γραμμές του, γράφει δύο εντελώς αντιφατικά πράγματα για τον Ιώσηπο : πώς ναι μεν ο Ιώσηπος δεν πιστεύει στον Χριστό, αλλά απ’την άλλη ότι θεωρεί ως αιτία για τα δεινά των Ιουδαίων την τιμωρία από τον θεό για τον θάνατο του Ιακώβου του αδελφού του Ιησού του λεγόμενου Χριστού, στον οποίο έχει προ-δηλώσει ότι δεν πιστεύει, πράγμα που κάνει την δήλωση αυτή αναξιόπιστη ως παρένθετη.
Β) Η δεύτερη μαρτυρία είναι από τον Ρωμαίο ιστορικό Τάκιτο ο οποίος σε όλα του τα έργα είχε πρόσβαση σε όλες τις δομές του Ρωμαϊκού κρατικού μηχανισμού, βιβλιοθηκών, αρχείων κλπ καθώς πέρασε από όλα τα Ρωμαϊκά αξιώματα μέχρι το αξίωμα του ανθύπατου Ασίας. Η μαρτυρία είναι έμμεση και αναφέρεται στα γεγονότα της γνωστής πυρκαγιάς την εποχή του Νέρωνα :
“Ο Νέρων υπέδειξε άλλους ως ενόχους και υπέβαλε σε ιδιαίτερες τιμωρίες εκείνους τους οποίους ο λαός μισώντας τους για τις ανομίες τους ονόμαζε χριστιανούς. Εκείνος από τον οποίον προήλθε το όνομα είναι ο Χριστός, ο οποίος θανατώθηκε επί της βασιλείας του Τιβέριου, όταν Έπαρχος ήταν ο Πόντιος Πιλάτος. Η προς καιρόν κατασταλείσα ολέθρια δεισιδαιμονία εμφανίστηκε πάλι όχι μόνο στην Ιουδαία, την εστί αυτού του κακού, αλλά και στην Πόλη (Ρώμη), όπου από παντού μαζεύονται και ακούγονται όλα τα κακά και τα αισχρά”
Και αυτή η μαρτυρία θεωρείται ψευδεπίγραφη από την πλειοψηφεία των ιστορικών καθώς ο Τάκιτος σε όλο το έργο του είναι σχολαστικός με τις πηγές των πληροφοριών του και τους τύπους, ωστόσο ειδικά στο συγκεκριμένο σημείο δεν αναφέρει την πηγή της πληροφορίας του, ενώ παράλληλα αναφέρει και λάθος τον βαθμό/αξίωμα του Πόντιου Πιλάτου procurator έναντι prefectus, κάτι που δεν συναντάται σε άλλο σημείο στο έργο του Τάκιτου και επομένως εντελώς απίθανο για τον σχολαστικότατο και γνώστη καριερίστα αξιωματούχο Τάκιτο.
Αξίζει να αναφερθεί πως το πιο παλιό σωζόμενο αντίγραφο των Χρονικών του Τάκιτου στο οποίο βρίσκεται αυτό το απόσπασμα είναι του 1468 οπότε δεν μπορεί να γίνει έλεγχος με παλιότερους κλάδους αντιγραφών όπως π.χ. του Ιώσηπου και με αυτό το στοιχείο φαίνεται να δένει το γεγονός ότι η εν λόγω αναφορά του Τάκιτου δεν χρησιμοποιείται, προφανώς υπέρ του χριστιανισμού, και δεν αναφέρεται από κανέναν χριστιανό / απολογητή της πρώτης χιλιετίας ! Η μόνη εξηγηση για αυτό θα ήταν ότι το απόσπασμα αυτό εμφανίστηκε εμβόλιμα σε αντίγραφα του έργου του Τάκιτου
μετά την πρώτη χιλιετία.
Γ) Η τρίτη είναι από τον Ρωμαίο Νομικό Πλίνιο τον Νεώτερο σε επιστολή που στέλνει προς ανώτερους για να λάβει οδηγίες παραδεχόμενος πως είναι η πρώτη φορά που ακούει για τους χριστιανούς, και η οποία δεν είναι ακριβώς μαρτυρία προς τον Ιησού, αλλά απλά μαρτυρία ύπαρξης των χριστιανών με αναφορά της λέξης Χριστός :
“συνήθιζαν να συνέρχονται καθορισμένη μέρα πριν την ανατολής του ήλιου και να αναπέμπουν ύμνο στο Χριστό όπως σε θεό και εδένοντο με αμοιβαίο όρκο, όχι για κάποιο έγκλημα, αλλά ότι δεν θα διέπρατταν απάτη, ληστεία ή μοιχεία, δεν θα παρέβαιναν την πίστη τους, ούτε θα αρνούνταν την ιερή τους παρακαταθήκη, ακόμη κι αν τους δίκαζαν”
Η πλειοψηφεία των ιστορικών ουσιαστικά θεωρεί άχρηστη για την ιστορικότητα του Ιησού αυτήν την μαρτυρία
Δ) Η τέταρτη και τελευταία είναι από τον Ρωμαίο ιστορικό Σουητώνιο η οποία και αυτή είναι έμμεση, δηλ. αναφέρεται στην ύπαρξη των χριστιανών :
Τους Ιουδαίους που δημιουργούσαν θόρυβο στη Ρώμη υποκινούμενοι από τον "Χριστό ( ; )" (Chrestus) τους εξόρισε»
Η μαρτυρία αυτή θεωρείται αναξιόπιστη όχι λόγω πλαστότητας αλλά είτε λόγω λάθους, είτε λόγω άλλου εμπλεκόμενου και οχι του Χριστού καθώς :
Αναφέρεται στον Χριστό σα να βρισκόταν στην Ρώμη
Το γεγονός που περιγράφεται χρονικά βρίσκεται μετά τη σταύρωση του χριστού σύμφωνα με τα ευαγγέλια
Σε άλλο σημείο που ο Σουητώνιος αναφέρεται στους χριστιανούς τους αποκαλεί κανονικά χριστιανούς και όχι Ιουδαίους όπως εδώ, άρα υπάρχει σοβαρή πιθανότητα εδώ ο Σουητώνιος να μην αναφέρεται καν σε χριστιανούς, αλλά σε Ιουδαίους που υποκινλήθηκαν από κάποιον σκλάβο με όνομα Chrestus που ήταν κοινό σε σκλάβους.
____________
Οι περιορισμένες και πιθανοτατα ψευδεπίγραφες/αναξιόπιστες αυτές αναφορές δεν θεωρώ ότι αποδεικνύουν κάτι για την ύπαρξη ή την μη ύπαρξη του Ιησού, ο Ιησούς είναι πολύ πιθανό να υπήρξε αλλά απλά η απήχηση του βίου του και των πράξεων του τον 1ο αιώνα, όποιες κι αν ήταν αυτές στη πραγματικότητα, να περιορίστηκε και να συγκίνησε ένα μικρό θρησκευτικό κύκλο των Ιουδαίων και εντελώς φυσιολογικά ο υπόλοιπος κόσμος να μην κατέγραψε/αντελήφθει τίποτα, ακόμα και να τον αγνόησε. Οι θαυματοποιοί, οι προφήτες και οι μεσσίες στην Ιουδαία εξάλλου δεν ήταν κάτι που σπάνιζε.
Το σημαντικό που δείχνουν αυτές οι αναφορές κατά τη γνώμη μου ήταν
η δημιουργία μιας κρίσιμης ανθρώπινης σκοπιμότητας από τότε και στο εξής, σε σχέση με τον Ιησού όποιος κι αν ήταν, ότι κι αν έκανε. Αυτόματα αυτή η σκοπιμότητα αποδυναμώνει την ιστορικότητα του Ιησού, πολύ απλά γιατί την αντικαθιστά με τον σκοπό της.