Εδω τι λεει οχι ενας θεολογος αλλα ενας ιστορικος οπως ο Καραμπελιας για τη στενοτατη σχεση Ελληνισμου και Χριστιανισμου.
Αυτα που αναφερει ο Καραμπελιας στη δευτερη παραγραφο τα εχει τονισει και ο καθηγητης Κοντογιωργης.
Καθόλου τυχαία, πιστεύω, δώδεκα θεούς είχαμε στην αρχαία Ελλάδα, δώδεκα αποστόλους έχουμε στη χριστιανική παράδοση, η δε Παναγία είναι μήτηρ θεού. Το τρισυπόστατο της χριστιανικής θρησκείας δεν έχει καμία σχέση με την ιουδαϊκή παράδοση, ενώ συνδέεται στενά με την τριμερή παράδοση των Αρίων λαών[2] και τον ελληνικό πολιτισμό. Έχει γράψει ένα σημαντικό βιβλίο επί του θέματος ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, το οποίο διερευνά τις συνάφειες ανάμεσα στον αρχαίο Ελληνισμό και την Ορθοδοξία, «Ελληνισμός προσήλυτος»[3]. Η χριστιανική σύνθεση έχει μια ιουδαϊκή αφετηρία αλλά κυριαρχείται αποφασιστικά από την ελληνική οικουμενικότητα, η οποία προσδίδει την ιδιαίτερη χροιά της χριστιανικής παράδοσης σε όλη την Ευρώπη, και όχι μόνο στην Ορθοδοξία. Εξ ου και τα οικουμενικά χαρακτηριστικά της νέας θρησκείας, σε αντίθεση με την ιουδαϊκή αποκλειστικότητα – οικουμενικότητα που οδήγησε σύντομα τους Εβραίους σε απομάκρυνση από τον χριστιανισμό.
Επί πλέον, στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοση, αυτή η συνάφεια είναι ακόμα μεγαλύτερη και σφραγίζεται από τα ιδιαίτερα στοιχεία της ελληνικής ιδιοπροσωπίας, π.χ. την έλλειψη ιεραρχικής δομής στην Εκκλησία. Έτσι, στην καθολική Εκκλησία έχουμε μια ρωμαϊκή, λατινική, πυραμίδα, μία ιεραρχία από την κορυφή μέχρι το τελευταίο επίπεδο, από τον Πάπα μέχρι τον τελευταίο ιερέα των Φιλιππίνων. Σε μας δεν υπάρχει κάτι ανάλογο. Τα Πατριαρχεία είναι περισσότερα και ισότιμα, η Εκκλησία διέπεται από το συνοδικό σύστημα που προσφέρει τεράστια αυτονομία στους επί μέρους επισκόπους – ακόμα και η εκλογή Πατριάρχη, επί Τουρκοκρατίας, γινόταν με τη συμμετοχή και των λαϊκών, οι οποίοι σε μεγάλο βαθμό αποφάσιζαν για την εκλογή του προκαθήμενου του Οικουμενικού θρόνου. Στη δε Κύπρο, ισχύει ακόμα κάτι ανάλογο για την εκλογή του αρχιεπισκόπου. Πρόκειται για μία παράδοση συνδεδεμένη στενά με την πολυκεντρική ελληνική ιδιοπροσωπία, δοθέντος ότι ο χριστιανισμός διαμορφώθηκε και αναπτύχθηκε στα πλαίσια του ελληνικού κόσμου, από την Αλεξάνδρεια και την Αντιόχεια μέχρι την Αθήνα και τους Έλληνες ή ελληνόφωνους της Ρώμης· τα Ευαγγέλια γράφτηκαν στα ελληνικά, και ο σημαντικότερος απόστολος του νέου μηνύματος, ο Παύλος, όχι μόνον ήταν «ελληνιστής», αλλά γνώριζε σε βάθος τον κλασικό ελληνικό πολιτισμό.
Δηλαδή, αυτή η ελληνική συνέχεια είναι αδιάψευστη, και είναι εντελώς άγονη η απόπειρα να αντιπαραθέτουμε μία στιγμή της παράδοσής μας, την αρχαιοελληνική θρησκεία, με μια άλλη στιγμή, τον χριστιανισμό, όπως έγινε τα προηγούμενα χρόνια, ίσως διότι οι Έλληνες έχουν πολύ βαθιά ριζωμένη μέσα τους τη ροπή προς τους εμφυλίους. Δεν μας φτάνουν οι Εμφύλιοι που συνεχίζουμε εν πολλοίς να διεξάγουμε μεταξύ μας, έπρεπε να κάνουμε κι έναν εμφύλιο για δεκαεφτά αιώνες πριν, ότι δηλαδή οι Βυζαντινοί γκρέμισαν τους ναούς και έκτισαν πάνω τους τις εκκλησίες. Λες και όλες οι θρησκείες δεν χτίζουν η μια πάνω στην άλλη. Λες και οι δικοί μας αρχαίοι ναοί δεν έχουν χτιστεί αρκετά συχνά πάνω στις αποκαλούμενες μυκηναϊκές ή προελληνικές. Πρόκειται για στρώματα, τα οποία εναποτίθενται το ένα πάνω στο άλλο. Οι ναοί χτίζονται στις ίδιες περιοχές, και η νέα θρησκεία χτίζει πάνω στην προηγούμενη. Άλλωστε, μια σχετικά πρόσφατη μελέτη καταδεικνύει πως, στη διάρκεια του Βυζαντίου, ο Παρθενώνας ήταν σημαντικότερο εκκλησιαστικό μνημείο απ’ ό,τι στην Αρχαία Ελλάδα[4]!
https://www.huffingtonpost.gr/entry/5-e ... f54dc712e1
.