Εντούτοις, τίποτε απ' αυτά δεν υπάρχει στην εναρκτήρια αναφορά του Γ.Γ. του ΚΚΣΕ προς το συνέδριο. Υπάρχει κατ' αρχήν μια κριτική προς τους δύο πόλους αμφισβήτησης της πολιτικής του: «Ε
ίναι ανοησία να ισχυρίζεται κανείς ότι φταιει η περεστρόικα για τις τωρινές δυσκολίες... Παραλάβαμε μια εξαιρετικά σκοτεινή κληρονομιά... το διατακτικό σύστημα... τη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας... την ερήμωση της φύσης... την υποβάθμιση των καταναλωτικών αγαθών στη βιομηχανική παραγωγή... την εισβολή στο Αφγανιστάν». Υπάρχει ταυτόχρονα όμως και η οριοθέτηση από την άλλη πλευρά: «Δεν πρέπει να κλείνουμε τα μάτια στο γεγονός ότι ε
μφανίστηκαν δυνάμεις που μας εξωθούν σ' ένα αστικό καθεστώς που συνδέει τη διέξοδο από την τωρινή πολύπλοκη κατάσταση με την τοποθέτηση της χώρας στη γραμμή του καπιταλισμού». Η προοπτική είναι «να συμπεριλάβει κανείς τη Σ.Ε. στην πολιτική, οικονομική, οικολογική και τεχνολογική συνεργασία στην Ευρώπη και τον κόσμο». Στη συνέχεια αφού άσκησε κριτική στην κυβέρνηση επειδή συρρίκνωσε την οικονομική μεταρρύθμιση σε μια αύξηση των τιμών, υπερασπίσθηκε την «απομονοπωλιοποίηση» της οικονομίας. Τέλος υπεραμύνθηκε της πολιτικής του στην Αν. Ευρώπη λέγοντας ότι «είναι αδύνατο να εξασφαλίζει κανείς τη δική του ανεξαρτησία σε βάρος εκείνης των άλλων χωρών», και ότι «έχουμε ανάγκη να ενσωματώσουμε την οικονομία μας σ' εκείνη του υπόλοιπου κόσμου...
και όταν μας λένε ότι "κατέρρευσε ο σοσιαλισμός" τότε απαντάμε με το ερώτημα: "ποιος σοσιαλισμός; Εκείνος που στην πραγματικότητα ήταν μια παραλλαγή του γραφειοκρατικού, αυταρχικού συστήματος του Στάλιν, που εμείς οι ίδιοι απορρίψαμε;"» (Monde, 34 7 90, Zeit 6 7 90).,
Έτσι λοιπόν θα επισημάνουμε συμπερασματικά ότι η γραμμή Γκορμπατσόφ ήδη από την αρχή του συνεδρίου υπογραμμίζει ένα γεγονός: την αυτονομία της από τη «φραξιονιστική διαπάλη» και το ρυθμιστικό της χαρακτήρα.
Η μάχη των λοχαγών
Η απάντηση στην τοποθέτηση αρχών και ρυθμιστικής αυτονομίας του Γκορμπατσόφ
έρχεται αμέσως από τον Λιγκατσόφ: «Είμαι οπαδός της περεστρόικα... αλλά ο απερίσκεπτος ριζοσπαστισμός, ο αυτοσχεδιασμός και οι διακυμάνσεις δεν μας έφεραν τίποτε το καλό στα τελευταία πέντε χρόνια... Είμαι βαθειά πεισμένος ότι το κόμμα θα παραμείνει μαρξιστικό λενινιστικό... και ότι η χώρα έχει ανάγκη μια πολιτική σταθερότητα... Δεν είμαι ούτε συντηρητικός ούτε ριζοσπάστης, αλλά ρεαλιστής». Τέλος αντίθετα απ' ό,τι έκανε στο συνέδριο του Κ.Κ.P., ο Λιγκατσόφ τάχθηκε υπέρ της παραμονής του Γκορμπατσόφ στην ηγεσία του κόμματος και του κράτους (Monde, 4-7-90). Αυτή η αμυντική καταδίκη της πολιτικής του Γκορμπατσόφ, γίνεται επίσης σαφής από την τοποθέτηση του Γ.Γ. του Κ.Κ.Ρ. Ι. Πολοσκόφ: «Καταδικάζουμε αποφασιστικά την καταπίεση στην εποχή της προσωπολατρείας του Στάλιν. Αν επιτρέψουμε όμως να σκοτώνουν οι εκπρόσωποι ενός λαού τους άλλους, τότε για τους νεκρούς δεν υπάρχει διαφορά αν έχουν σκοτωθεί από έναν τύραννο ή από την απουσία εξουσίας, από την αναρχία που βασιλεύει στη χώρα». Αυτή η ιδεολογία του «law and order» γίνεται πιο καθαρή στα λόγια ενός άλλου συνέδρου:
«Σήμερα περιδιαβαίνουν τη χώρα... ανεργία, ατομική ιδιοκτησία, ιατρικές αμοιβές, μοναρχία, οίκοι ανοχής, καζίνο. Όλα αυτά δεν ταιριάζουν στο λαό μας. Ο λαός χρειάζεται έναν υγιή μαρξιστικό λενινιστικό σοσιαλισμό με το δικαίωμα στην εργασία, τη μόρφωση και το σίγουρο μέλλον των παιδιών μας». (Zeit, 7-7-90).
Η απάντηση των γκορμπατσοφικών είναι έμμεση πλην όμως σαφής: δεν απαντούν επί του συγκεκριμένου αλλά καταφεύγουν στη μεγάλη πολιτική, στις μεγάλες ιδέες. Ο Α. Γιάκοβλεφ θα μιλήσει για «τον Χριστό που έδιωξε τους εμπόρους από το ναό», για το κόμμα «που φυλακίστηκε στο σύστημα της κοινωνικής στασιμότητας, της προσωπικής εξουσίας», για την ανάγκη «να ειπωθεί η αλήθεια», «να σπάσει το μονοπώλιο της αλήθειας, να μετασχηματισθεί το κόμμα», «να προχωρήσει αυτό το κίνημα του μετασχηματισμού - με ή χωρίς το κόμμα». Ο Ε. Σεβαρντνάτζε καταδικάζει «την τεχνητή και παρά φύση διαίρεση ενός μεγάλου έθνους», τονίζοντας ότι «δεν έχουμε συμφέρον ν' αργήσει η ρύθμιση των διεθνών όψεων της γερμανικής ενοποίησης».
Επίσης ζητά συγγνώμη από τους λαούς της Αν. Ευρώπης για τα «παραστρατήματα των συμπατριωτών του» που εξακολουθούν να τους θεωρούν «λάφυρα του πολέμου». Και κλείνει λέγοντας ότι το συμφέρον της Σ.Ε. «δεν ήταν και δεν μπορούσε να είναι ν' αντιτεθεί στην εξάλειψη από τις άλλες χώρες των ολοκληρωτικών καθεστώτων που τους είχαν επιβληθεί και τους ήταν ξένα». (Monde 4-5/7/90, Zeit 13-7-90).
Ίσως το πιο χαρακτηριστικό για τη στάση αυτών των «ανθρώπων του προέδρου» είναι ότι μετά τη μαχητική τους τοποθέτηση δήλωσαν ότι δεν πρόκειται να είναι υποψήφιοι πάλι για το Π.Γ. ενώ ο Α. Γιάκολεφ δήλωσε ακόμα ότι είναι ευτυχής που αυτό θα είναι χωρίς αμφιοβλία το τελευταίο του συνέδριο.
Η νύχτα των στρατηγών
Και ενώ το στρατόπεδο των γκορμπατσοφικών με τη συνδυασμένη στρατηγική φαινομενικής αυτονόμησης από τις κομματικές διαμάχες επιμένει στο γενικό πολιτικό ορίζοντα, αφήνοντας την καθημερινή τριβή στις επιμέρους πτέρυγες, η εξωτερική βοήθεια έρχεται στην κατάλληλη ώρα: To NATO τείνει χείρα φιλίας και αναγνωρίζει την αλλαγή του γεωπολιτικού και στρατηγικού σκηνικού. Η ανακούφιση του προεδρικού στρατοπέδου είναι πρόδηλη. Οι στρατηγοί όμως;
«Χάσαμε τους συμμάχους μας στη Δύση. Δεν έχουμε συμμάχους στην ανατολή, και νάμαστε πάλι στην κατάσταση που ήμασταν το 1939», θα πει ο ναύαρχος Χάτοφ (Monde, 8-9/7/90). Οι στρατιωτικοί κατηγορούν συλλήβδην τους διπλωμάτες ότι βλέπουν τον κόσμο με ροζ γυαλιά: «Απ' όλες τις δομές της κοινωνίας, μόνο ο στρατός και ο στόλος είναι ουσιαστικά και από τη δομή τους τα πιο ολοκληρωμένα σύμβολα του κράτους. Όποιος θέλει να καταστρέψει το κράτος συθέμελα, δυσφημεί τις ένοπλες δυνάμεις... Ο στρατός είναι η λιγότερο υπερασπιζόμενη κοινωνική δομή, αυτή που θυσιάστηκε στους θανατηφόρους αντιδραστήρες του Τσερνομπίλ, αυτή που πέθαινε στο Καραμπάχ και το Αφγανιστάν» δηλώνει ο στρατηγός Μακάσοφ αναπαράγοντας επιλέξει ένα κείμενο που είχε απευθύνει σε στρατιωτικά έντυπα ένας άλλος στρατηγός. Η ευκαιρία δεν χάνεται από τον προεδρικό μηχανισμό που αφενός στιγματίζει τον «φραξιονισμό», αφετέρου επισημαίνει ότι «ο ρόλος του στρατού σε μια πολιτισμένη κοινωνία είναι να υπερασπίζεται την πατρίδα, και μόνο αυτό... Σ' ένα κράτος δικαίου είναι αφύσικο και μη ανεκτό ένας στρατιωτικός υπεύθυνος να αμφισβητεί την πολιτική γραμμή και τα συνταγματικά δικαιώματα της κυβέρνησης». (Monde 10-7-90). Πρόκειται εδώ για μια καταπληκτική αντιστροφή: ο μέχρι τώρα νομιμοποιημένος ρόλος του στρατού στην κρατική διαχείριση εξοβελίζεται στο φάσμα ενός πραξικοπήματος. Μ' αυτό τον τρόπο σφραγίζεται μέσω του συνεδρίου η αμετάκλητη υποχώρηση του στρατού ως πόλου εξουσίας.
Απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας
Στην επιτροπή που συγκροτήθηκε για τη μελέτη και πρόταση αρχών οικονομικής πολιτικής, το συνέδριο έδειξε από την αρχή τις διαθέσεις του: απαλείφθηκε από τον τίτλο της η λέξη «αγορά». Επειδή όμως ήταν εξαρχής φανερό ότι το κόμμα δεν μπορούσε να παρέμβει στη χάραξη της οικονομικής πολιτικής, δυο τακτικές προσφέρονταν για τον Γκορματσόφ μπροστά σ' αυτή την εχθρότητα του συνεδρίου: η παράκαμψη της εχθρότητας και η ολομέτωπη επίθεση. Η πρώτη ήταν η στάση ουσίας της κρατικής διαχείρισης, η δεύτερη η πολιτική ζύμωσης για την ανατροπή των συσχετισμών.
Εδώ εντάσσεται και
η παρέμβαση του Γιέλτσιν: «Το κόμμα μπορεί ν' αποφασίσει για το μέλλον του και όχι για το μέλλον της περεστρόικα». Ακόμα υπενθύμισε τη λαϊκή δυσαρέσκεια λέγοντας ότι αν το κόμμα αρνηθεί τις μεταρρυθμίσεις «τότε... ο κόσμος θ' αρχίσει τον αγώνα για την πλήρη εθνικοποίηση της ιδιοκτησίας του κόμματος... [ενώ] θα μπορούσε να εγκαινιασθεί μια καμπάνια για ν' αρχίσουν διώξεις εναντίον όλων εκείνων που σ' όλα τα επίπεδα ζημίωσαν το ΚΚΣΕ και το λαό». (Monde, 8-9/7/90).
Ίσως όμως πιο ενδεικτική για το κλίμα της κυρίαρχης άποψης να είναι η σχετική τοποθέτηση των ιδεολόγων της περεστρόικα Γιάκοβλεφ και Μεντβέντεφ: «Αν οι λαοί στρέφουν τα νώτα τους στα Κ.Κ. αυτό γίνεται επειδή δεν θεωρούν την πολιτική των κομμάτων δική τους...
Καμιά απόφαση της Κ.Ε. δεν μπορεί να εξαφανίσει το γεγονός ότι η βιομηχανική παραγωγή της Ν. Κορέας είναι δέκα φορές ανώτερη από εκείνη της Β. Κορέας και ότι το βιοτικό επίπεδο της Δ. Γερμανίας είναι αισθητά ανώτερο από εκείνο της Α. Γερμανίας» (Monde, 10-7-90).
Το επιχείρημα αυτό σίγουρα πάγωσε το συνέδριο, γιατί μίλησε στην κοινή βάση όλων των ρευμάτων από τους νεοφιλελεύθερους μέχρι τους σταλινικούς: στον παραγωγισμό με το όποιο πρόσωπο. Ο γυμνός πυρήνας της «νέας σκέψης» ήταν αδύνατο να παρακαμφθεί από τη φυγή στον κόσμο των ιδεών και σημάδεψε το σημείο γύρω από το οποίο όφειλαν ν' αποκρυσταλλωθούν οι όποιες αποχρώσεις της ηγεμονικής πολιτικής.
Η ώρα της τακτικής
Ο Μ. Γκορμπατσόφ είχε από την αρχή πλήρη επίγνωση των συσχετισμών δύναμης μέσα στο κόμμα που ήταν δυσμενείς γι' αυτόν, αλλά και των αντίρροπων δυνάμεων που είχε θέσει σε κίνηση με την αναμόρφωση των κρατικών μηχανισμών και του πλαισίου διαχείρισης. Από τη μια μεριά οι προτάσεις του απορρίφθηκαν από την αρχή μια προς μια: η ονομασία της επιτροπής για την οικονομία, η κατάργηση του Π.Γ. και η εγκαθίδρυση ενός συντονιστικού πρεζίντιουμ, η απαγόρευση των κομματικών οργανώσεων στο στρατό κλπ. Από την άλλη όμως είχε καταστήσει σαφές ότι τα μείζονα ζητήματα της πολιτικής του τα χειρίζεται στο πλαίσιο της κρατικής διαχείρισης: το κόμμα δεν είχε κανένα λόγο στην στρατηγική προσέγγιση με το NATO, στην ενοποίηση της Γερμανίας, στην οικονομική πολιτική, στην κατάρρευση των καθεστώτων της Αν. Ευρώπης. Ο στόχος του ήταν να διατηρήσει αυτή τη «διάκριση των εξουσιών» και να απαλύνει την αίσθηση παραγκωνισμού των κομματικών εγγυόμενος τη συνέχεια μέσα στην «τομή», με τον ίδιο τρόπο που εγγυάται ως πρόεδρος της ΕΣΣΔ την κρατική της υπόσταση και συνέχεια.
«Δεν έχουμε σα μοναδικό μας στόχο ν' αγκιστρωθούμε και να διατηρηθούμε στην εξουσία... Σκεφθείτε ότι είχαμε πολύ περισσότερη εξουσία πριν την περεστρόικα. Δεν ξέρω κανέναν άλλο στον κόσμο που να είχε περισσότερη εξουσία από τον Γ.Γ. του ΚΚΣΕ». (Monde, 6/7/90). «Κανένας δεν έχει πια τις εξουσιοδοτήσεις της Κ.Ε. να κυβερνά ολόκληρες επαρχίες. Αυτοί οι καιροί πέρασαν. Καμιά δικτατορία - αν κάποιος έχει τέτοιες φαντασιώσεις στον πυρετό του - δεν πρόκειται να λύσει τα προβλήματα της χώρας μας» (Zeit, 13-7-90). «θα υπήρχε επίσης η εναλλακτική λύση να στείλουμε [στη DDR] μισό εκατομμύριο στρατιώτες για να μπλοκάρουμε τις εξελίξεις. Το τι θα σήμαινε αυτό ελπίζω να είναι σαφές στον καθένα σας». (Zeit, 13-7-90). Αυτές οι δηλώσεις που μοιάζουν με διακηρύξεις αρχών είναι στην ουσία υποδείξεις των νέων ορίων της πολιτικής στην ΕΣΣΔ. Και αυτές δεν υπόκεινται στην έγκριση του συνεδρίου. Αντίθετα μπορούν να χρησιμεύσουν ως υποδείξεις για τη μοναδική επιλογή που έχει το συνέδριο. Και όπου δεν ακολουθήσει αυτή την επιλογή τότε η απόφαση του θα πρέπει να εξουδετερωθεί. Παράδειγμα: το συνέδριο αποφασίζει ότι «η πολιτική δουλειά μέσα στις ένοπλες δυνάμεις πρέπει να βασίζεται στις ιδέες των Μαρξ, Έγκελς και Λένιν». Αμέσως ο Γκορμπατσόφ που αντιτίθετο σ' αυτή την απόφαση προτείνει ότι και άλλες πολιτικές οργανώσεις έχουν το δικαίωμα να δρουν μέσα στο στρατό. Άλλο παράδειγμα: το συνέδριο θέλει να υιοθετήσει τη θέση ότι οι σύνεδροι διατηρούν την ιδιότητα τους μέχρι το επόμενο συνέδριο, πράγμα που θα παγίωνε τους συσχετισμούς μέχρι το επόμενο συνέδριο για τις συνδιασκέψεις που θα λάβουν χώρα.
Ο Γκορμπατσόφ επισείει αμέσως το φάσμα της αγανάκτησης της όασης για τον «παραγκωνισμό» της, επικαλούμενος και την απειλή του «συντρόφου Γιέλτσιν» για «εθνικοποίηση της κομματικής περιουσίας». Τέλος το πιο χαρακτηριστικό της νικηφόρας τακτικής του είναι το ζήτημα του νέου Π.Γ. Αφού απορρίφθηκε η πρόταση του για το πρεζίντιουμ, ο Γκορμπατσόφ την επιβάλλει με την αλλαγή της λειτουργίας του Π.Γ. Γίνεται δεκτό ένα «καθοδηγητικό» όργανο χωρίς καθοδηγητικές λειτουργίες: θα συντίθεται στο εξής από τους γραμματείς των Κ.Κ. των 15 Δημοκρατιών, τον Γ.Γ. και τον αναπληρωτή του και «από κάποια άλλα μέλη της Κ.Ε.» που θα εκλεγούν ως εκπρόσωποι κοινωνικών στρωμάτων. Η σύνθεση λοιπόν του Π.Γ. δεν είναι πια πολιτική, δεν γίνεται εκλογή των μελών του με βάση την πολιτική γραμμή, αλλά με γνώμονα τις ιδιότητες τους. Το νέο σχήμα είναι συντονιστικό, δυσκίνητο και στην ουσία μη πολιτικό. Να σημειώσουμε ακόμα ότι ο παλιός και νέος Γ.Γ. εμφανίζεται ως εγγυητής της ενότητας του κόμματος όταν οργισμένος επιπλήττει τους συνέδρους για μια απόφαση που πήραν να ψηφίσουν ξεχωριστά για κάθε μέλος του Π.Γ. στον απολογισμό: «θα διαλύσετε το κόμμα, αλλά τότε κάντε το χωρίς εμένα!» Η νέα ψηφοφορία ανατρέπει την προηγούμενη: το Π.Γ. παρουσιάζει συλλογικό απολογισμό.
Ο Μ. Γκορμπατσόφ εκλέγεται γραμματέας του ΚΚΣ2 αφού πρώτα θα εκφωνήσει λόγο με σαφή πολιτικό προσανατολισμό, χωρίς συμβιβασμούς και διφορούμενα: α) το κόμμα οφείλει να υποταγεί στις λαϊκές συνελεύσεις των αντιπροσώπων: «η απόσταση και η ψυχρότητα ανάμεσα στο κόμμα και τους εκλεγμένους αντιπροσώπους... μπορούν να εξηγηθούν από το ότι οι σύντροφοι είναι σε κατάσταση σύγχυσης ή σοκ... έχουν πολλά ακόμα να μάθουν από την κατάσταση». «Αν οι σύντροφοι... ήρθαν εδώ στο συνέδριο με την ελπίδα ότι θα επαναφέρουν το κόμμα στις παλιές συνθήκες των διαταγών και των εντολών, οφείλω να τους πω ότι έχουν πλανηθεί οικτρά». β) Η οικονομική πολιτική είναι υπεράνω συζήτησης: «
Τα τρία τέταρτα του συνεδρίου αποφάσισαν να απομακρύνουν από το όνομα της επιτροπής για την οικονομική μεταρρύθμιση τη λέξη "αγορά". Αυτό δείχνει την εμμονή στην έλλειψη κατανόησης για το γεγονός ότι απαιτείται μια ριζική αλλαγή... Για να είναι ρητή η θέση μου: τα πλεονεκτήματα της αγοράς αποδείχθηκαν σε παγκόσμια κλίμακα, και το μόνο ζήτημα που μένει τώρα είναι να μάθουμε αν μπορεί να διασφαλισθεί ένα υψηλό επίπεδο κοινωνικής προστασίας σ' αυτές τις συνθήκες. Η απάντηση είναι ότι όχι μόνο είναι δυνατό αλλά ότι ακριβώς
μια ρυθμιζόμενη οικονομία της αγοράς είναι εκείνη που θα επιτρέψει ν' αυξήσουμε την κοινωνική ευημερία και ν' ανεβάσουμε το βιοτικό επίπεδο για όλους», γ) Η πολιτική στην Αν. Ευρώπη είναι μη αντιστρεπτή: «θέλετε την επιστροφή των τανκς; θα πρέπει να τους μάθουμε πώς να ζούνε;», δ) Το κόμμα δεν μπορεί να γίνει αντίβαρο του κρατικού μηχανισμού: «Όσοι κατέχουν σημαντικές θέσεις στο κράτος οφείλουν, ακόμα και αν διαφωνούν με την ακολουθούμενη πολιτική, να εφαρμόζουν την πολιτική του κράτους». (Monde, 12-7-90).
Μετά την επισήμανση των πλαισίων για την κομματική παρέμβαση και μια γενική διαπίστωση ότ
ι «ο σοσιαλισμός θα λάβει μορφή στο βαθμό που η χώρα μας θα ενσωματωθεί στη γενική πρόοδο του πολιτισμού», ο Μ. Γκορμπατσόφ θα κλείσει λέγοντας: «Ήρθε η ώρα για τις πιο αποφασιστικές μεταρρυθμίσεις». Μόνο που αυτές δεν πρόκειται να συζητηθούν στο πλαίσιο του συνεδρίου. Έχουν ήδη αποφασιστεί σε άλλα επίπεδα.
Η αυλαία κλείνει
Το παιχνίδι έχει πια παιχτεί. Το κόμμα αναγκαία θα περιοριστεί στο νέο του ρόλο. Οι επιφανείς άνδρες του κρατικού μηχανισμού, είτε συμπολιτευόμενοι (Σεβαρντνάτζε, Γιάκοβλεφ) είτε αντιπολιτευόμενοι (Γιέλτσιν, Ποπόφ κ.ά) αποχωρούν από τα καθοδηγητικά όργανα ή το κόμμα. Η δημοκρατική πλατφόρμα αλλά και άλλες τάσεις μέσα στο κόμμα θα συνεχίσουν τη διαπάλη τους μέχρι να υπάρξει η διέξοδος του κλασικού πολυκομματισμού που ντε φάκτο λειτουργεί ήδη στα κοινοβούλια. Κάποιες παραιτήσεις (;) ανακοινώνονται στο στρατό και τα πράγματα παίρνουν το δρόμο τους: ο Μ. Γκορμπατσόφ θα συναντήσει το Γ.Γ. του NATO, θα συγκατατεθεί στην επανένωση και ένταξη όλης της Γερμανίας στο NATO, θα συνταχθεί με τις ΗΠΑ για την κρίση στον Περσικό κόλπο κ.ο.κ. Και προπαντός θα δηλώσει: «Όσο για μένα θέλω να γνωρίζετε ότι θα χρησιμοποιήσω όλες τις συνταγματικές εξουσίες του σοβιετικού προέδρου για να μην αφήσω κανέναν να διαλύσει την περεστρόικα» (Monde, 15-16/7/90).
http://www.theseis.com/index.php?option ... &Itemid=29