bump. Πως αποκτήθηκε η αξιόλογη ακίνητη περιουσία της οικέγνειας Μακρυγιάννη, μέσω του γενάρχη της, αυτού του μεγάλου Έλληνα εντρεπρενέρ
εμπόριο και επενδύσεις ήδη απο την ηλικία των 14
η τιμωρία του νεαρού Μακρυγιάννη στο πανηγύρι του Άι-Γιαννιού, αποκαλύπτει την κοινωνική αδυναμία του οικονομικά ανίσχυρου, και αποτελεί παράγοντα με ψυχολογικές παρενέργειες, καθώς συνδέεται με την απόφασή του να αποκτήσει οικονομική δύναμη και ανεξαρτησία (Απομν.Ασ.I l l, Ορ σ.167). Η εκπλήρωση του όρκου αρχίζει σχεδόν αμέσως: τον ίδιο χρόνο, το 1811, σε ηλικία 14 χρονών, όταν το καινούργιο του αφεντικό στην Άρτα Θ. Λιδορίκης του ζητήσει να αναλάβει υπεύθυνα τη διαχείριση του νοικοκυριού του, ο Μακρυγιάννης με διορατικότητα και ευφυΐα θα εκμεταλλευθεί την ευκαιρία για να διαπραγματευθεί την αξία του: απαιτεί να μην εργάζεται ως υπηρέτης μόνο, αλλά να έχει το δικαίωμα να αναπτύξει εμπορικές δραστηριότητες (Απομν.A σ.112). Από αυτόν θα συνάψει το πρώτο δάνειο, 1000 γρόσια με τόκο τα δέκα δώδεκα (Ορ. σ.167). Ο ανυπότακτος χαρακτήρας μαζί με τη θησαυρισμένη εμπειρία του ανοίγουν το δρόμο για την οικονομική και κοινωνική του ανέλιξη.
....
Ο ίδιος ο Μακρυγιάννης παρέχει ικανές μαρτυρίες για τις πρώτες εμπορικές του επιχειρήσεις. Αρχικά συνέστησε είδος καφενείου. Ο Βλαχογιάννης επικαλείται ομολογία, σύμφωνα με την οποία ο Μακρυγιάννης δάνεισε 500 γρόσια σε κάποιον, για να ανοίξει «αργαστήρι τουτουντζίνικο»,
δηλαδή καπνοπωλείο, χωρίς «διάφορο», αλλά το κέρδος να το μοιράζεται στη μέση. Σύμφωνα με άλλη μαρτυρία, ο Μακρυγιάννης κατέβαλε 5.550 γρόσια από κοινού με άλλους, για να ανοίξουν «αργαστήρι τουτουντζίνικο». Αργότερα επιδόθηκε σε καθαρά εμπορικές δραστηριότητες.
...
Είναι πρόδηλη η κινητικότητα και η επίδοση του Μακρυγιάννη στις επενδυτικές δραστηριότητες. Η ευνοϊκή υποδοχή που είχε η έκθεση των εικόνων την οποία οργάνωσε στο σπίτι του το 1837, του ενέπνευσε την ιδέα της επανεκτύπωσης και οικονομικής τους εκμετάλλευσης με κεφάλαιο προερχόμενο από συνδρομητές (Απομν. Γ σ. 79). Στο συμβόλαιο που συνήψε με τον Ησαία, ρυθμίζεται λεπτομερώς η οικονομική συναλλαγή: μετά την αποπεράτωση του έργου, αφού παρουσιάσει ο «Κύριος Ησαΐας λεπτομερή και αποδεδειγμένον λογαριασμόν της γενησομένης τυχόν δαπάνης και των συνδρομών», θα διανείμουν το καθαρό κέρδος στη μέση με τον «Κύριο Συνταγματάρχη Μακρυγιάννη» (Αρχ. (τ. πρώτος) σ. 275).
....
Τα χαρακτηριστικά, λοιπόν, της οικονομικής νοοτροπίας του Μακρυγιάννη είναι το επενδυτικό πνεύμα, η τόλμη, η διορατικότητα, η εκμετάλλευση
του κεφαλαίου που κατέχει ή δανείζεται. Όμως οι ιδιότητες αυτές κάνουν την εμφάνισή τους από την πρώτη στιγμή με το δάνειο που συνήψε
και τον τρόπο που το επένδυσε.
Ένα κείμενο εσόδων-εξόδων που σώθηκε, μας αποκαλύπτει το συνειδητό ρωμιό έμπορο που καταχωρίζει συστηματικά και με σχολαστικότητα τους λογαριασμούς και τα κέρδη του:
1821· Μαρτίου 13, οπού έφυγα από Άρτα να πάγω εις Μισολόγγι και εις Πάτρα, να χρουνίσω πράμα, ό,τι ψώνια έκαμα εις Μισολόγγϊ 820 οκάδες καπνόν Αλμυριώτικον 2 γρόσια η οκά και 8 παράδες· 640 λίτρες λάδι προς 4 γρόσια' 252 λίτρες λάδι' 850 οκάδες καπνό* 7010 κεριά άσπρα λαμπάδες 13 γρόσια‘ 1220 μποτίλιες ρούμι προς 1 γρόσι. Τις λαμπάδες τις πούλησα εις Πρέβεζα τη Μεγάλη Παρασκευή προς 17 γρόσια την οκά, 1300οκ. καπνό από 3 γρόσια και 7 παράδες την οκά και τις μποτίλιες το ρούμι από 112 παράδες την μποτίλια. Και συνεχίζει: 1821 Μαρτίου 13, οπου εφυγα από Άρτα, αγώγια εις Μισολόγγι και κουμέρκια και εις το χάνι της Λεπενούς και εις την Περαταριά και εις Μισολόγγϊ και ναύλο δια Πάτρα οπού γύρισα πίσω εις Μισολόγγι έξοδα εκεί και εις Αγιομαύρα και εις Πρέβεζα και οπου τρωγα 28 ημέρες όσο που γύρισα πίσω εδώ εις Άρτα 127 γρόσια.
(Απομν. σ. 6-7 σημ. 1).
Πώς ενεργεί ο έμπορος Μακρυγιάννης φαίνεται χαρακτηριστικά στο ταξίδι που έκανε στην Πάτρα το Μάρτη του 1821, και στο οποίο πραγματοποίησε τις παραπάνω αγορές: όσο και αν το εμπόριο χρειαζόταν ως προπέτασμα για την κατασκοπευτική αποστολή του, τόσο η λεπτομερειακή καταγραφή των τιμών της αγοράς και των προσωπικών του εξόδων, όσο και του κέρδους που προέκυψε, δημιουργούν την εντύπωση ότι ο Μακρυγιάννης χρησιμοποίησε όντως το ταξίδι του και για εμπορικά κέρδη. Το εμπορικό δαιμόνιο δεν τον εγκαταλείπει, λοιπόν, ούτε στις κρίσιμες ώρες του πολέμου. Έτσι το 1826, ενώ υπηρετεί στο τακτικό του Φαβιέρου στην Αίγινα, φροντίζει να επενδύσει τα χρήματά του σε αγορά γης στην πολιορκούμενη από τον Κιουταχή Αθήνα, ενώ λίγο αργότερα, αγοράζει τους φούρνους στο Καστρί.
Είναι χαρακτηριστικός, μάλιστα, ο τρόπος με τον οποίο παρακολουθεί την τύχη αυτής της περιουσίας, το ενδιαφέρον να την κατοχυρώσει μέσα από τις εθνικές συνελεύσεις. Με τον ίδιο ζήλο, όπως θα δούμε, φροντίζει να εξασφαλίζει χρέη που του οφείλει το δημόσιο, μετατρέποντάς τα σε ακίνητη περιουσία: έναντι 27.374 γρ. που του οφείλονταν από την πολιορκία των Αθηνών και 8.000 γρ. του Άργους ζητά, να του δοθεί εθνική οικία στο Ναύπλιο (Αρχ. (τ. πρώτος) σ. 208, 209). Από άλλο χρέος της πατρίδας δέχεται να λάβει ένα μέρος σε μετρητά, και το υπόλοιπο 4.620 δραχμές γίνεται δεκτό αντί μετρητών στις εθνικές προσόδους(Αρχ. (τ. πρώτος) σ. 52). Ακόμη, ο γάμος του με την Αικατερίνη Σκουζέ, θυγατέρα του νοικοκύρη X. Γεωργαντά Σκουζέ, του αποφέρει, όπως θα δούμε, οικονομικά οφέλη και κοινωνική δύναμη.
Οι εμπορικές-τοκογλυφικές δραστηριότητες του Μακρυγιάννη, οι επενδύσεις κεφαλαίου σε αγορές γης και η περιουσία που περιήλθε στα χέρια
του με το γάμο, το σπίτι στο Ναύπλιο, η κατοικία που έχτισε στην Αθήνα, οι σταθερές αποδοχές του ως στρατιωτικού, τον εντάσσουν στην τάξη
των νοικοκυραίων της Αθήνας. Με αυτούς θα οργανωθεί για να προασπίσει τα οικονομικά του συμφέροντα, και για να προωθήσει τις πολιτικές
του διεκδικήσεις (Απομν.Γ σ.85, Αρχ. (τ. πρώτος) σ. 95)
από το "οικονομικές αντιλήψεις και πρακτικές στον Μακρυγιάννη", της Μάγδας Στρουγγάρη
στο μεταξύ απο μεταγενέστερο έγγραφο του μαθαίνουμε ότι ο ίδιος παρουσιαζόταν ως απένταρος, γιατί ως κλασσικός Έλλην, την ακίνητη περιουία του στην Αθήνα, την είχε όλη γραμμένη στο όνομα της γυναίκας του

σε λίγο παραπάνω για τις τραπεζικές/τοκογλυφικές δραστηριότητες
talaipwros, dwarven blacksmith