Στις 15 Γενάρη 1919, οι ηγέτες του γερμανικού προλεταριάτου και συνιδρυτών του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, Ρόζα Λούξεμπουργκ και Καρλ Λίμπκνεχτ, δολοφονούνται άγρια από μέλη της στρατοκρατικής κλίκας του Χίντεμπουργκ, σε συμφωνία με μέλη της πολιτικής ηγεσίας του κυβερνώντος οπορτουνιστικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος.
Αυτό το έγκλημα των εκπροσώπων των καπιταλιστών έγινε στην προσπάθεια να πνιγεί η επανάσταση στη Γερμανία που είχε ξεσπάσει ήδη από το Νοέμβρη του 1918.
Πολλά τα διδάγματα κι η πείρα – θετική κι αρνητική – από εκείνη την περίοδο για το επαναστατικό κίνημα:
«Τα χέρια των δολοφόνων μπόρεσαν να σκοτώσουν μόνο το σώμα των φλογερών αγωνιστών. Οι δολοφονημένοι δεν είναι νεκροί.
Η καρδιά τους συνεχίζει να χτυπάει στην Ιστορία και το πνεύμα τους φωτίζει πέρα από τούτες τις σκοτεινές, κι όμως όχι ανέλπιδες ημέρες.
Το προλεταριάτο θα πάρει την πλούσια κληρονομιά που του άφησαν ο Καρλ Λίμπκνεχτ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ με λόγια και πράξεις, με το έργο της ζωής και το παράδειγμά τους. Οι δολοφονημένοι ζουν, θα είναι οι νικητές του μέλλοντος. Από τα κόκαλά τους θα βγουν οι εκδικητές τους, οι φορείς και ολοκληρωτές της επανάστασης».
Κλάρα Τσέτκιν (1919)
Στις 15 Γενάρη του 1919, στις 9 το βράδυ, μια ομάδα στρατιωτών συλλαμβάνει τους ηγέτες του νεοϊδρυμένου ΚΚ Γερμανίας, Ρόζα Λούξεμπουργκ και Καρλ Λίμπκνεχτ, στο τελευταίο παράνομο καταφύγιό τους, στην οδό Μανχάιμ 53, στα δυτικά του Βερολίνου.
Οι συλληφθέντες θα οδηγηθούν στο επιτελείο του ιππικού της φρουράς και στη συνέχεια θα δολοφονηθούν από τους στρατιωτικούς με κτηνώδη τρόπο.
Οι δολοφόνοι θα παραδώσουν το πτώμα του Καρλ σ’ ένα σταθμό πρώτων βοηθειών ως «πτώμα αγνώστου ανδρός», ενώ το πτώμα της Ρόζας θα το πετάξουν από τη γέφυρα της Λιχτενστάιν στο κανάλι Λάνβερχ.
Ο εντοπισμός του θα γίνει δυνατός μόλις στις 31 Μάη του 1919, όταν τα νερά θα το βγάλουν στην ακτή.
Αποσπάσματα από το άρθρο «Ο Καρλ και η Ρόζα – Αναμνήσεις» της Κλάρας Τσέτκιν,[1] συνιδρύτρια της Ομάδας «Σπάρτακος»
«Η αντεπανάσταση που ευλογήθηκε κι υποστηρίχτηκε από τους Έμπερτ, Σάιντεμαν και τους συνενόχους τους έφτασε στην κορυφή του εγκλήματος. Προχώρησε στο Βερολίνο από τη μαζική δολοφονία επαναστατών προλεταρίων στη δολοφονία των καλύτερων ηγετών.
Ο σύντροφος Λίμπκνεχτ, η συντρόφισσα Λούξεμπουργκ δολοφονήθηκαν μετά τη σύλληψή τους κατά τρόπο κακοήθη, δειλό.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ, κάτω από τόσο φριχτές, βάρβαρες συνθήκες, που θα μείνουν ανεξίτηλη ντροπή για τους Γερμανούς, που μιλάνε τόσο αλαζονικά για την ανώτερη κουλτούρα τους και τη χρηστοήθειά τους.
Οι δολοφονημένοι υπήρξαν ως το τελευταίο νεύρο της ύπαρξής τους επαναστάτες αγωνιστές, πεπεισμένοι, φλογεροί επαναστάτες αγωνιστές.
Η ύπαρξή τους αναλωνόταν ολοκληρωτικά στον τεράστιο στόχο που η Ιστορία έχει θέσει στον ταξικό αγώνα του προλεταριάτου:
Στην απελευθέρωση των εκμεταλλευόμενων με το ξεπέρασμα του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού.
η συνέχεια στον παρακάτω συνδεσμο...
