Scipione Magnacutia
3 ώρες
«Γκαϊντούργια»,
ἢ κάποια πρώιμα ῥιζίδια ναζισμοῦ εἰς μιὰν (ἐσαεὶ) Βαλκανικήν χώραν.
3η Σεπτεμβρίου 1843.
Ἀναμφιβόλως τὸ πλέον διασκεδαστικὸν «ἐνσταντανέ», ἴσως καὶ «χάπενινγκ», τοῦ πραξικοπήματος (ἐπανάστασι ὡς εἴθισται), οὕτινος τὴν σεπτὴν μνήμην ἐπιτελοῦμεν, ὑπῆρξε τὸ ἑξῆς θρυλούμενον (ὑπὸ τινων ἀνελευθέρων καὶ ἀντιδημοκρατῶν) συμβάν.
Ὅτε ἔληξε τὸ πρῶτον ἐν Ἑλλάδι δημοκρατικὸν συλλαλητήριον - προνουντσιαμέντον καὶ οἱ «ἐκσυγχρονισταὶ» τῆς ἐποχῆς ἔλαβον αὐτὸ τὸ ὁποῖον ἐζήτουν παρὰ τῷ βασιλεῖ, οἱ ὄχλοι δὲν διελύοντο, φωνασκοῦντες καὶ ζητοῦντες νὰ ἐμφανισθῇ ἐνώπιόν των καὶ νὰ ὁμιλήσῃ ὁ ...Σύνταμας.
Ὅπου ὁ Σύνταμας ἦτο μυθικὸν τι πρόσωπον, ἔλκον τὴν καταγωγὴν ἐκ τοῦ ἀρχαίου ἐκείνου Περικλέους, ἐπανεμφανισθὲν μετὰ τινας αἰώνας πρὸ τῶν γνησίων ἀπογόνων τοῦ Ἁρμοδίου, τοῦ Ἀριστογείτονος καὶ τοῦ Θρασυβούλου, κατόπιν συντόμου σεμιναρίου Συνταγματικοῦ Δικαίου εἰς τὴν βρετανικὴν πρεσβείαν.
Πέραν τῆς ὅλης χαρμοσύνου καταστάσεως καθ᾿ ἥν τὸ νεότευκτον Βασίλειον τῆς Ἑλλάδος εἰσῆλθε καὶ διὰ βασιλικῆς ὑπογραφῆς εἰς τὴν χορείαν τῶν διαπεφωτισμένων ἐθνῶν, τὸ σπουδαῖον αὐτὸ γεγονὸς ἐπέφερε καὶ τινας συνεπείας, τὰς ὁποίας οἱ ἱστορικοὶ μας εἴθισται τὰ παραβλέπωσι.
Ἤγουν, τὸ νέον «Συνταγματικὸν» καθεστώς, ἐν τῇ σπουδῇ αὐτοῦ νὰ ἀπομονώσῃ τοὺς «ξενόφερτους» Βαυαρούς, οἱ ὁποῖοι κατελάμβανον ὡς τότε θέσεις ἐν τῷ κράτει εἰς βάρος τῶν λογῆς ὁπλαρχηγῶν καὶ τῶν τέκνων των (σᾶς θυμίζει τίποτε αὐτό;), ἀλλὰ καὶ διὰ νὰ διαφυλλάξῃ τὴν ἐν γένει «ἑλληνικότητα» τῆς δημοσίας διοικήσεως, εἰσήγαγε προτρέχον κατὰ ἕνα αἰῶνα τῶν «Νόμων τῆς Νυρεμβέργης» τοῦ κ. Γκαῖριγκ, τὸν περίφημον «Νόμον περὶ Ἑτεροχθόνων».
Δι᾿ αὐτοῦ τοῦ λαμπροῦ Ψηφίσματος τῆς 20ῆς Ἰανουαρίου 1844, πᾶς πολίτης μὴ ἔχων τὴν τύχην νὰ γεννηθῇ ἐν τοῖς ...εὑρυτάτοις ὁρίοις τοῦ Ἑλληνικοῦ Βασιλείου, ἐθεωρεῖτο «ἑτερόχθων».
Τοῦτο ἐσήμαινεν ὅτι ἀφ᾿ ἑνὸς δὲν ἐδικαιοῦτο νὰ καταλάβῃ δημοσίαν θέσιν, ἀφ᾿ ἑτέρου ἄν κατεῖχε ταύτην, αὐτομάτως ἀπελύετο.
Στρατηγικὸς στόχος τοῦ -πάντα- βρετανικῆς ἐμπνεύσεως ναζιστικοῦ αὐτοῦ νομοθετήματος, ἦτο ἀφ᾿ ἑνὸς ἡ ἀνακοπὴ τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ τοῦ κράτους, ἡ ἐπιτελουμένη ὑπὸ τῆς Βαυαρικῆς Ἀντιβασιλείας, ἀφ᾿ ἑτέρου ἡ ἀπομόνωσις τοῦ φαναριωτικοῦ στοιχείου, προκειμένου ἡ πολιτικὴ σκηνὴ τῆς χώρας νὰ «ῥιφθῇ» βορὰ εἰς τοὺς εὐκόλως διαχειρισίμους πρώην δημογέροντας καὶ νῦν κομματάρχας καὶ εἰς τοὺς «ἁγνοὺς» ὅσον καὶ ἀμορφώτους «καπεταναίγους».
Ἔτσι ἐρρίφθη εἰς τὴν ἀνεργίαν καὶ ὁ «τουρκόσπορος» (τώρα πιά «Ἐθνικὸς Ἱστορικὸς» μας) Κωνσταντῖνος Παπαρρηγόπουλος, ἀπολυθεὶς ἐκ τοῦ Ὑπουργείου Δικαιοσύνης, ὡς «ἑτερόχθων» καθ᾿ ὅτι εἶχε τὴν ἀτυχίαν νὰ γεννηθῇ ἐν Κωνσταντινουπόλει, ἐξ ἧς ἀπέδρασεν ὅτε οἱ ...ὁμοεθνεῖς του Τοῦρκοι ἐκρέμασαν τὸν πατέρα του ἔμπροσθεν τῆς θύρας τῆς οἰκίας του.
Δὲν εἶναι τυχαῖον ὅτι ἡ «Μαρξιστικὴ Σχολὴ» τῶν Ἑλλήνων ἱστορικῶν (Φωτιάδης κλπ.), καθὼς καὶ ἡ περίφημος «Γενιὰ τοῦ 30», ἔλαβον τὸ μέρος τῶν «αὐτοχθόνων», ἤτοι τῶν πολιτικῶν ἐκείνων οἱ ὁποῖοι ἐπεζήτουν τὴν ἀπομόνωσιν καὶ τὴν γκετοποίησιν παντὸς «μὴ γνησίου Ἕλληνος».
Μοναδικὸς σχεδὸν ὑπερασπιστὴς τῶν «Ἑτεροχθόνων» εἰς τὰς ταραγμένας ἐκείνας συνεδρίας τῆς Ἐθνοσυνελεύσεως τοῦ Νοεμβρίου 1843, ὑπῆρξεν ὁ -συνήθως ἐλεεινολογούμενος ὑπὸ τῶν «ἱστορικῶν» μας- Κωλέττης, ὅστις μὲ μνημειώδη λόγον ἐπεσήμανεν ὅτι ὁ ἀποκλεισμὸς τῶν Φαναριωτικῆς ἢ Εὐρωπαϊκῆς καταγωγῆς πολιτῶν ἀπό τὴν δημοσίαν διοίκησιν θὰ ἐπαναγάγῃ τὴν χώραν εἰς τὸν Μεσαίωνα.
Ὁ Φαναριώτης Μαυροκορδάτος, ἐτάχθη (ἐννοεῖται) μετὰ τῶν ...Αὐτοχθόνων.
ΕΠΙΜΥΘΙΟΝ:
Ὁ σερβικῆς καταγωγῆς ὁπλαρχηγὸς Χατζηχρῆστος, παρίστατο στὴν Συνέλευσιν.
Προσεπάθησε νὰ ὁμιλήσῃ, ἀλλὰ πνίγηκε στοὺς λυγμούς ψελλίζων μὲ τὰ τρισάθλια ἑλληνικὰ του τὰ ὀνόματα τῶν «ξενόφερτων» παλληκαριῶν του ποὺ ἔπεσαν διὰ τὴν Ἑλλάδα.
«Ποῦ εἶναι ἐμένα ἐκεῖνο Παπάζογλου, ποῦ εἶναι ἐμένα ἐκεῖνο Χατζηζορμπά, ποῦ εἶναι ἐμένα ἐκεῖνο…».
Ὁ «Ἰγκλέζος» γερο στρατηγὸς Ῥιχάρδος Τσώρτς, παρίστατο ἐπίσης στὴν Συνέλευσιν. Ὅταν τοῦ ἐζητήθη νὰ ὁμιλήσῃ, τρέμων ἐσηκώθη εἰπῶν μιὰν μόνον λέξιν:
«Γκαϊντούργια»!